«Κατά τη διάρκεια μιας από τις μεγαλύτερες διαδηλώσεις, παρακολουθούσα από το παράθυρο ένα πλήθος εξαγριωμένων διαδηλωτών να επιτίθεται στην Αστυνομία. Ξαφνικά μια άλλη ομάδα διαδηλωτών έφτιαξε μια ασπίδα προστασίας μπροστά από τους αστυνομικούς, εκείνοι μετά πέταξαν τα κλομπ και τα χημικά και ενώθηκαν με το πλήθος. Τότε σκέφτηκα ότι επιστρέψαμε στο σπίτι μας, στην Ισλανδία, και είμαστε πάλι όλοι μαζί». Την ιστορία διηγείται στο BHmagazino ο υπουργός Εσωτερικών της ισλανδικής κυβέρνησης Ογκμούντουρ Γιόνασον. Βρισκόμαστε στο Ρέικιαβικ και ο υπουργός κάθεται χαλαρά στο γραφείο του που βρίσκεται μέσα στο μικρό – για την ακρίβεια, το μικρότερο της Ευρώπης– αλλά ιστορικό Κοινοβούλιο της Ισλανδίας.
Μεσάνυχτα στο Ρέικιαβικ και ο ήλιος αρχίζει να πέφτει μόλις για λίγες ώρες πίσω από τη Harpa, το νέο, τεράστιο γυάλινο Συνεδριακό Κέντρο και Μέγαρο Μουσικής στο λιμάνι της πόλης των 200.000 απογόνων των Βίκινγκς. Στην άκρη της Ευρώπης, στον Αρκτικό Κύκλο, στο σημείο στο οποίο όταν στην Ελλάδα βρέχει, εδώ ο ήλιος αρνείται πεισματικά να δύσει. Σημειολογικά τουλάχιστον είναι σαν να ευθυγραμμίζεται με την ψυχολογία των δύο κοινωνιών.
Αν υπάρχει αναφορά στη σημειολογία, το γυάλινο κτίριο που δεσπόζει μέσα στην ισλανδική νύχτα, η Harpa, είναι το απόλυτο σύμβολο για τους Ισλανδούς. Είναι το κτίριο που συμπυκνώνει όλη την πορεία της Ισλανδίας από «την καλύτερη χώρα για να ζει κανείς», σύμφωνα με τον ΟΗΕ το 2007, και την τέταρτη πιο πλούσια χώρα στον κόσμο, κατά το ΔΝΤ, στην Ισλανδία της οικονομικής κατάρρευσης του 2008 και της σταδιακής ανόρθωσης του 2012. Η οικοδόμηση του γυάλινου κτιρίου ξεκίνησε από τον Μπγιορκλόλφουρ Γκούντμουντσον, πρώην πρόεδρο και ιδιοκτήτη της τράπεζας Landsbanki – η κυριότερη εκ των τριών τραπεζών που κατέρρευσαν με χρέη δεκαπλάσια του ΑΕΠ της χώρας –
και για μια εποχή ιδιοκτήτη και της αγγλικής ποδοσφαιρικής ομάδας Γουέστ Χαμ. Κατά τη διάρκεια της κρίσης, το έργο πάγωσε. Επικράτησε μεγάλος σκεπτικισμός στους πολίτες για το αν θα έπρεπε ή όχι να ολοκληρωθεί. Τελικά η αποπεράτωσή του θεωρήθηκε ζήτημα εθνικής υπερηφάνειας. Και έγινε.
Αλληλεγγύη στην Ελλάδα
«Το 2008, στο σημείο που βρίσκεται τώρα το κτίριο, είχαμε μια μεγάλη τρύπα στο έδαφος, η οποία παρέμενε έτσι για αρκετό χρονικό διάστημα. Πολλοί υποστήριζαν ότι θα έπρεπε να παραμείνει εκεί στο χώμα για να θυμίζει την οικονομική κατάρρευση. Η πρόταση δεν πέρασε. Η κατασκευή υιοθετήθηκε από το κράτος και τον δήμο και λίγο καιρό μετά ολοκληρώθηκε. Ηταν επιτυχές. Εγινε σημείο για ραντεβού, πολλοί σπουδαίοι καλλιτέχνες και πρώτα απ’ όλους η Μπγιορκ έδωσαν συναυλίες εδώ και το Ρέικιαβικ αποπνέει την αίσθηση μιας μεγάλης πόλης» μου αναφέρει ο Εγκιλ Χέλγκασον, δημοσιογράφος της δημόσιας τηλεόρασης. Ο Εγκιλ έχει στενούς δεσμούς με την Ελλάδα και δεν παραλείπει, όπως και οι περισσότεροι Ισλανδοί, να εκφράζει την αλληλεγγύη του. «Εδώ και 15 χρόνια επισκέπτομαι διαρκώς την Ελλάδα. Προσπαθώ να μάθω και τη γλώσσα. Η χώρα σας είναι μία από τις αληθινές αγάπες της ζωής μου και θα ξανάρθω το καλοκαίρι για να επισκεφτώ τη Φολέγανδρο. Παραμένω σοκαρισμένος από την αναλγησία που δείχνουν προς την Ελλάδα τα γερμανικά μέσα ενημέρωσης. Δεν φαίνεται να καταλαβαίνουν πως ουσιαστικά αποχαιρετούν το ευρωπαϊκό όνειρο όσο αφήνουν την Ελλάδα σε αυτή την κατάσταση».
Το ξέσπασμα της Μπγιορκ
Η συναυλία της Μπγιορκ μπροστά από το κτίριο ήταν μια αφορμή για μια ανέμελη γιορτή. Η Μπγιορκ Γκούδμουντσντοτιρ, όπως είναι το πλήρες όνομα του πιο διάσημου «εξαγώγιμου προϊόντος» της Ισλανδίας, υπό φυσιολογικές συνθήκες δεν ασχολείται με την πολιτική. «Είμαι χαρούμενη όταν δημιουργώ μουσική, ποτέ – όπως και οι περισσότεροι Ισλανδοί – δεν ένιωσα την ανάγκη να ασχοληθώ ενεργά με την πολιτική» έλεγε τις ημέρες της κρίσης. Κάποια στιγμή, όμως, αναγκάστηκε να πάρει θέση. Με μια επιστολή της, που δημοσιεύτηκε στους «Times» του Λονδίνου, εξέθεσε ψύχραιμα, αλλά αναλυτικά την κατάσταση, επικεντρώνοντας τη ρητορική της στον τρόπο εξόδου από την κρίση και στο πόσο εύκολο είναι μέσα στον πανικό να γίνουν ολέθρια λάθη στο όνομα της προόδου.
Αν εξαιρέσει κανείς τις εμφανείς διαφορές της ισλανδικής με την ελληνική κατάσταση, ορισμένα κομμάτια του άρθρου ταιριάζουν απόλυτα στις ελληνικές ημέρες της κρίσης. Για παράδειγμα: «Αυτό που μας κάνει όλους έξαλλους», έγραψε η Μπγιορκ, «είναι ότι όλοι αυτοί που ήταν υπεύθυνοι για την κατάσταση, όλοι αυτοί που έφεραν τους Ισλανδούς στο σημείο στο οποίο βρίσκονται σήμερα, είναι αυτοί που προσπαθούν να μας βγάλουν από αυτήν. Ολοι μας θέλουμε να αλλάξει αυτό, να παραιτηθούν όλοι και να αφήσουν νέους, άλλα πρόσωπα να καθαρίσουν τις βρωμιές που έκαναν. Ο κόσμος είναι αγανακτισμένος, είναι στους δρόμους και ζητάει παραιτήσεις».
Οι ομοιότητες με την ελληνική κατάσταση τελειώνουν εκεί. Γιατί η Μπγιορκ, στην επιστολή της, μιλούσε συγκεκριμένα για τον κίνδυνο μέσα στον πανικό διαχείρισης της κρίσης, να αυξηθούν τα ενεργοβόρα χυτήρια αλουμινίου στη χώρα της από τρία σε πέντε, με τη μη βιώσιμη εντατική χρήση της γεωθερμικής ενέργειας. Η Μπγιορκ ανέλυσε πως το μέλλον της χώρας βρίσκεται στην πράσινη τεχνολογία, στον τουρισμό και στο ψάρεμα. Ηταν οι κρίσιμες ημέρες της χώρας, οι ημέρες που η Μπγιορκ πολιτικολογούσε στο κεντρικό μαγκαζίνο της κρατικής τηλεόρασης και παρενέβαινε με άρθρα της στον κόσμο προασπίζοντας ψύχραιμα και αναλυτικά την κατάσταση.
Θεραπεία με σκληρές παρενέργειες
Οταν έφτασα στην Ισλανδία, είχα υπόψη μου το άρθρο της βελγικής «De Standaard» με τίτλο «Η αξιοθαύμαστη θεραπεία που εφάρμοσε η Ισλανδία», τις διαπιστώσεις του Λαρς Κρίστενσεν, επικεφαλής οικονομολόγου αναδυόμενων αγορών της δανέζικης τράπεζας, ότι «η χώρα έκανε ό,τι χρειαζόταν». Γνώριζα, επίσης, την ανακοίνωση του οίκου Fitch που αναβάθμισε προσφάτως το αξιόχρεο της Ισλανδίας σε διαβαθμισμένο επίπεδο με σταθερή προοπτική επειδή «ήταν πετυχημένη η ανορθόδοξη πολιτική της για την αντιμετώπιση της κρίσης».
Τις ημέρες που ήμουν εκεί, στην Ελλάδα συζητιόταν η αρθρογραφία συναδέλφου στον εγχώριο κυριακάτικο Τύπο που υποστήριζε ότι «αν πάει κάποιος στην Ισλανδία, θα διαπιστώσει ότι τα ταμεία των περισσότερων καταστημάτων δέχονται σχεδόν όλα τα νομίσματα του κόσμου και στο τέλος της λίστας βρίσκεται η ισλανδική κορόνα που αποτιμάται με τέσσερα μηδενικά». Τι ακριβώς ισχύει λοιπόν στην Ισλανδία; Αυτό που κατ’ αρχάς διαπίστωσα είναι ότι οι συναλλαγές στη χώρα γίνονται με ισλανδική κορόνα. Βεβαίως, η ισοτιμία της σήμερα με το ευρώ είναι 157 κορόνες ανά ευρώ, ενώ πριν από την κρίση ήταν 90 κορόνες. Γι’ αυτό ακριβώς, το δεύτερο πράγμα που καταλαβαίνει ο επισκέπτης είναι ότι σε βαριές ασθένειες δεν υπάρχουν θεραπείες χωρίς σκληρές παρενέργειες. Απλώς ορισμένες δεν σκοτώνουν τον ασθενή.
Τι ακριβώς έγινε το 2008
Το 2008 κατέρρευσαν οι τρεις μεγαλύτερες ιδιωτικές τράπεζες της Ισλανδίας που είχαν επεκτείνει τις δραστηριότητές τους σε Βρετανία και Ολλανδία, μέσω διαδικτυακών λογαριασμών, προσφέροντας αρκετά ελκυστικές αποδόσεις στους καταθέτες, ενώ παράλληλα ήταν αρκετά εκτεθειμένες σε τοξικά προϊόντα. Η κατάρρευση ξεκίνησε όταν 400.000 ολλανδοί και άγγλοι καταθέτες της Landsbanki μέσα από τον διαδικτυακό λογαριασμό Icesave έχασαν την πρόσβαση στις καταθέσεις τους. Και οι τρεις τράπεζες μαζί (Landsbanki, Glitnir και Kaupthing) είχαν ενεργητικό που ξεπερνούσε το 1.000% του ΑΕΠ της χώρας και χρέη πάνω από 500% του ΑΕΠ, δηλαδή 14 δισεκατομμύρια ευρώ, 16 φορές μικρότερο του ελληνικού! Η Ισλανδία είχε μετατραπεί σε μία από τις μεγαλύτερες τραπεζικές φούσκες στην Ιστορία.
Η πτώση της Lehman Brothers ήταν η αρχή της καταστροφής και μέσα σε λίγες ώρες οι άλλοτε ανέμελοι και εύρωστοι Ισλανδοί βρέθηκαν να χρωστούν 84 δισ. δολάρια. Η Βρετανία και η Ολλανδία διεκδίκησαν από την ισλανδική κυβέρνηση τις αποζημιώσεις και μάλιστα η Βρετανία προχώρησε στην ενεργοποίηση του αντιτρομοκρατικού νόμου κατατάσσοντας την Ισλανδία δίπλα σε χώρες όπου δρα η Αλ Κάιντα. Αυτό, όπως ήταν φυσικό, διέρρηξε τους παραδοσιακούς δεσμούς των δύο χωρών. Το ισλανδικό κράτος έλαβε αμέσως μέτρα έκτακτης ανάγκης κλειδώνοντας προσωρινά την ισοτιμία ευρώ – κορόνας, εφαρμόζοντας πολύ περιοριστική πολιτική συναλλάγματος μόνο για τρόφιμα και φάρμακα, αυστηρούς ελέγχους κεφαλαιακών ροών και υποτίμηση του νομίσματος ως και 80%.
«Η ισλανδική κορόνα ήταν ταυτόχρονα κατάρα και ευλογία. Το γεγονός ότι ήταν υπερβολικά υπερτιμημένη ίσως είναι η βασική αιτία για την κατάρρευση. Ωστόσο, όταν το νόμισμα υποχώρησε μετά την κατάρρευση, οι εξαγωγές και ο τουρισμός έγιναν πιο ανταγωνιστικοί, την ίδια στιγμή που οι δείκτες ανεργίας δεν αυξήθηκαν σε υψηλά επίπεδα όπως βλέπουμε να συμβαίνει σε άλλες χώρες της Ευρώπης. Υπάρχουν, όμως, αρνητικές επιπτώσεις στην κοινωνία. Τα δάνεια εκτοξεύτηκαν, ο πληθωρισμός αυξήθηκε και οι μισθοί μειώθηκαν» μου εξηγεί ο Εγκιλ.
Διαγραφή δανείων: Ιδανική θεραπεία
Και προφανώς ισχύει. Η Ισλανδία πριν από την κρίση είχε μηδενικό έλλειμμα, μηδενικό χρέος και ανεργία μόλις 1%. Μετά την κρίση, η ανεργία έφτασε το 9,3%, για να υποχωρήσει σήμερα στο 6,4%. Παρ’ όλα αυτά, η ισχυρή παράδοση κοινωνικού κράτους απέτρεψε φαινόμενα γενικευμένης εξαθλίωσης. Οι δομές του δήμου, της Εκκλησίας, των ΜΚΟ, με κοινωνικά παντοπωλεία, υπηρεσίες ιατρικής και ψυχολογικής υποστήριξης και ξενώνες φιλοξενίας αποτέλεσαν ένα δίχτυ προστασίας απέναντι στα πιο ευάλωτα τμήματα του πληθυσμού.
Στο Ρέικιαβικ υπάρχουν 100 άστεγοι – σημαντικό νούμερο για την ιστορία, το μέγεθος και κυρίως τις κλιματικές συνθήκες της περιοχής. Δεν θα το μάθαινα ποτέ, δεν θα το έβλεπα με τα μάτια μου, αν δεν μου το έλεγαν ως πληροφορία, καθώς όλοι φιλοξενούνται και περιθάλπονται.
Το βασικότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν είναι τα στεγαστικά δάνεια, τα οποία είναι κυμαινόμενα και συνδεδεμένα με τον πληθωρισμό. Ετσι, ενώ οι τιμές των ακινήτων έπεσαν κατά 15%, το χρέος ενός μέσου νοικοκυριού ανέβηκε κατά 47%. Περίπου ένας στους δύο πολίτες στο Ρέικιαβικ αγωνίζεται για να κρατήσει το σπίτι του και περίπου 3.000 από αυτούς δεν τα κατάφεραν μέχρι στιγμής.
Η «Ομάδα Υπεράσπισης Σπιτιών» οργανώνει συγκεντρώσεις έξω από κάθε σπίτι που προορίζεται για έξωση ή κατάσχεση. Αφού προηγήθηκε μια περίοδος παγώματος των δανείων, πρόσφατα οι ισλανδικές τράπεζες διέγραψαν δάνεια νοικοκυριών που αντιστοιχούσαν στο 13% του ΑΕΠ της χώρας. Είχε προηγηθεί συμφωνία με την κυβέρνηση για διαγραφή του χρέους που ξεπερνούσε το 110% της αξίας των κατοικιών και έτσι με απόφαση του ανώτατου δικαστηρίου της χώρας θεωρήθηκαν παράνομα τα δάνεια που είναι συνδεδεμένα με ξένα νομίσματα.
«Αυτό ήταν το ελάχιστο που έπρεπε να γίνει, αλλά και πάλι δεν ξέρω αν αρκεί» υποστηρίζει ο Μπράγκι Γκούμπραντσον, ψυχολόγος και διευθυντής στον Εθνικό Οργανισμό Παιδικής Προστασίας. «Εγώ έχασα σε πραγματική αξία το 50% του μισθού μου και παράλληλα τριπλασιάστηκε το χρέος μου».
Η δεκαετία της χλιδής
Ο Μπράγκι, όπως και οι περισσότεροι Ισλανδοί, εμφανίζεται απολογητικός και ενοχικός για τη δεκαετία του «άκρατου πλουτισμού και καταναλωτισμού», όπως τη χαρακτηρίζει. «Πριν από την κρίση υπήρξε μια περίοδος ανεξέλεγκτης κατανάλωσης και πλαστής ευημερίας. Είχαμε δύο και τρεις δουλειές ο καθένας, υπερπολυτελή διαμερίσματα και τζιπ. Αυτός ο τρόπος ζωής ήταν ξένος σε εμάς. Εγώ από πολύ μικρός μέχρι και τα φοιτητικά μου χρόνια ξεφόρτωνα ψάρια στο λιμάνι και η μυρωδιά του ψαριού δεν έφευγε από πάνω μου. Στο σπίτι μου, θυμάμαι, δεν είχαμε ούτε ψυγείο – και ουσιαστικά δεν το χρειαζόμασταν. Απλώς αφήναμε τα τρόφιμα στην αυλή και διατηρούνταν δροσερά. Μετά καταλήξαμε να εισάγουμε άμμο για να έχουμε τεχνητές παραλίες» μου λέει ενώ περπατάμε στο Χωριό του Ψαρά, στην άκρη του παλιού λιμανιού, ένα μέρος κατάμεστο από κόσμο στο πλαίσιο της γιορτής του ψαράδων.
Η αλιεία υπήρξε ανέκαθεν η βασική δραστηριότητα της Ισλανδίας, που απέφερε το 60% των εσόδων από τις εξαγωγές. Το άγαλμα της γυναίκας στην προβλήτα που περιμένει το καΐκι με τον άνδρα της να επιστρέψει είναι αποτύπωση ενός συλλογικού βιώματος για την προηγούμενη γενιά. Ο μοναδικός άλλος φυσικός πόρος που διαθέτει η χώρα είναι η άφθονη υδροηλεκτρική και γεωθερμική ενέργεια, γι’ αυτό άλλωστε είναι πρωτοπόρα στις πράσινες τεχνολογίες.
Χαρακτηριστικό της ευημερίας και της ανεξέλεγκτης ιδιωτικής δράσης ήταν το σκάνδαλο του DNA. To 2000, η κυβέρνηση της Ισλανδίας έδωσε πρόσβαση στα αρχεία Υγείας της χώρας στην εταιρεία deCODE genetics. H εταιρεία σύντομα ξεκίνησε έρευνες πάνω στο DNA εθελοντών, ζητώντας με διαφημίσεις στην τηλεόραση όλο και περισσότερους εθελοντές δότες DNA προς διερεύνηση. Οι Ισλανδοί είναι ιδανικοί για μελέτη γενετικού υλικού, λόγω του μικρού πληθυσμού, του γεγονότος ότι τα οικογενειακά δέντρα είναι εύκολο να ανιχνευθούν σε ένα τόσο μικρό περιβάλλον και των επιμελών αρχείων Υγείας της χώρας που είναι κρατημένα από το 1915. Μετά την αποκάλυψη του συμβολαίου εκμετάλλευσης με την εταιρεία ανάλυσης DNA το συμβόλαιο ακυρώθηκε.
«Η κρίση ήταν μια απότομη προσγείωση, αλλά μας έκανε καλό. Χτίσαμε πάλι οικογενειακούς και κοινωνικούς δεσμούς γιατί σταματήσαμε να δουλεύουμε σαν τρελοί και αρχίσαμε να περνάμε χρόνο με τα παιδιά μας και τους φίλους μας. Φτιάξαμε γρήγορα ένα εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο για το πώς θα μπορέσουμε με μειωμένους πόρους να διατηρήσουμε τις κοινωνικές υποδομές. Σε έναν βαθμό τα καταφέραμε, γι’ αυτό και οι δείκτες κοινωνικής παθολογίας όπως το αλκοόλ ή η βία δεν έχουν χειροτερεύσει ιδιαίτερα» συνεχίζει και μας παρουσιάζει ένα πρότυπο κέντρο παιδικής προστασίας που διαμόρφωσαν, ώστε το παιδί να μπορεί να καταγγέλλει περιστατικά κακοποίησης χωρίς καμία έκθεση σε αστυνομικές ή δικαστικές αρχές.
Η δίκη του πρωθυπουργού
Αυτά, βέβαια, διαδραματίζονται σε ένα κράτος που οι δικαστικές υποθέσεις εκδίδονται σε ένα εξάμηνο και οι αποφάσεις βγαίνουν το αργότερο σε έναν χρόνο, που δεν διαθέτει στρατό, με φυλακές που μοιάζουν σε ξενώνες ημιελεύθερης διαβίωσης, με επιτροπές πολιτών που συμμετέχουν στην αναθεώρηση του Συντάγματος, με εξεταστικές επιτροπές που είναι στην ουσία ανεξάρτητες να συντάσσουν δημόσια πορίσματα και σε έναν λαό που διώκει νομικά τον πρώην πρωθυπουργό του για την υπόθεση της οικονομικής κρίσης. Ο πρώην πρωθυπουργός της χώρας, ο Γκέιρ Χάαρντε, παραπέμφθηκε σε δίκη για τον ρόλο του κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης και κρίθηκε ένοχος για το αδίκημα της αμέλειας, χωρίς όμως να του επιβληθεί ποινή.
Και βεβαίως, πουθενά στους δρόμους της πόλης δεν αντικρίζει κανείς πάνοπλους αστυνομικούς ως τουριστική ατραξιόν. Η αστυνομία εμφανίστηκε μόνο κατά τη διάρκεια των μεγάλων διαδηλώσεων όταν ξέσπασε η κρίση τις ημέρες που 30.000 άνθρωποι, δηλαδή ένας στους δέκα πολίτες, συγκεντρώνονταν μπροστά στο Κοινοβούλιο χτυπώντας μαγειρικά σκεύη. Αυτό θα καταχωριστεί αργότερα στα σχολικά εγχειρίδια ως «Επανάσταση των τηγανιών και των κατσαρολών». Για πρώτη φορά, μάλιστα, μετά το 1949 χρησιμοποιήθηκαν δακρυγόνα. Η Ράκελ Σιγκοργκεϊσντότιρ, δασκάλα ισλανδικών, ήταν από τους διοργανωτές αυτών των διαδηλώσεων. «Παλιά δεν ασχολούμασταν με την πολιτική και τη δημόσια δράση, μετά καταλάβαμε ότι η κοινωνική συνείδηση είναι θεμέλιο της δημοκρατίας. Εμείς, πλέον, δεν είχαμε να υπερασπιστούμε τίποτε εκτός από τη ζωή μας και σταθήκαμε απέναντι σε μια μειονότητα που υπερασπιζόταν τα λεφτά της» θυμάται.
Η επέμβαση του ΔΝΤ
Υπό το βάρος αυτής της κοινωνικής αντίδρασης κατέρρευσε η κυβέρνηση, έγιναν εκλογές και προέκυψε ένας κεντροαριστερός κυβερνητικός σχηματισμός. Η νέα κυβέρνηση επιχείρησε δύο φορές να διαμορφώσει ένα σχέδιο συμφωνίας με τη Βρετανία και την Ολλανδία για την αποπληρωμή του χρέους. Και τις δύο φορές, όμως, ο ισλανδικός λαός το απέρριψε με δημοψήφισμα. Για να μπορέσει να καλύψει τις χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας, η κυβέρνηση πήρε ένα δάνειο 4 δισ. από τα σκανδιναβικά κράτη και 2,1 δισ. από το ΔΝΤ. Η σκληρή διαπραγμάτευση με το ΔΝΤ διέσωσε τις κοινωνικές κατακτήσεις, δεν απέτρεψε όμως μειώσεις δαπανών και μειώσεις μισθών στο Δημόσιο κατά 10%-15%. Οι ίδιες μειώσεις ίσχυσαν και στους μισθούς των 63 βουλευτών της χώρας. Επικεφαλής της διαπραγμάτευσης από την πλευρά του ΔΝΤ ήταν ο γνώριμός μας Πολ Τόμσεν. Η συμφωνία με το ΔΝΤ και η επιτήρηση διατηρούνται μέχρι σήμερα.
Το ρήγμα στις σχέσεις εμπιστοσύνης κοινωνίας και πολιτικού προσωπικού, όμως, είναι ορατό. Η δημοτικότητα της κυβέρνησης βρίσκεται στο 28%, κατατάσσοντάς την στη δεύτερη λιγότερο δημοφιλή κυβέρνηση της Ισλανδίας μετά την κυβέρνηση που βρισκόταν στην εξουσία τη στιγμή της κατάρρευσης. Αντιστοίχως, το αίτημα για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ενωση που ήταν πλειοψηφικό πριν από την κρίση, σήμερα απορρίπτεται από το 70% των πολιτών.
Τις ημέρες που βρισκόμουν στο Ρέικιαβικ, προβλήθηκε από την ισλανδική τηλεόραση το ντοκυμαντέρ της Αλεξάνδρας Πασχαλίδου για την ελληνική κρίση. Αυτό το ντοκυμαντέρ, μαζί με το άρθρο του Μίκη Θεοδωράκη «The truth about Greece», κινητοποίησε μια ομάδα πολιτών και διανοουμένων να στείλουν ανοιχτό γράμμα σε όλους τους ισλανδούς βουλευτές ζητώντας πρωτοβουλίες συμπαράστασης στην Ελλάδα. Η Λίλια Μοσεντότιρ, καθηγήτρια Οικονομικών και ανεξάρτητη βουλευτής, κατέθεσε μαζί με άλλους δύο βουλευτές το σχέδιο ψηφίσματος στο ισλανδικό Κοινοβούλιο.
Εκεί τη συνάντησα σε μια μακριά συζήτηση για όλα, επικεντρωμένη στις ελληνικές κάλπες της 17ης Ιουνίου. «Ανταποκρίθηκα αμέσως στο αίτημα πολιτών για συμπαράσταση στην Ελλάδα. Η ιστορία της ευθύνης των Ελλήνων είναι ένα καλοδουλεμένο παραμύθι της Ευρώπης. Πολύς κόσμος στην Ισλανδία είναι εξαγριωμένος με τον τρόπο με τον οποίο τα ΜΜΕ παρουσιάζουν το ελληνικό ζήτημα, ότι, για παράδειγμα, είναι τεμπέληδες κτλ. Σε τελική ανάλυση, η αιτία της κρίσης σε Ελλάδα, Ισλανδία και Ιρλανδία είναι ότι είχαν κυκλοφορήσει υπερτιμημένες αξίες εξαιτίας των κερδοσκοπικών παιχνιδιών του χρηματοπιστωτικού συστήματος και μετά οι πραγματικές αξίες υποτιμήθηκαν, ενώ οι δανειακές υποχρεώσεις έμειναν ίδιες. Δεν μπορεί να βρεθεί λύση αν δεν διαγραφεί ένα μέρος των δανειακών υποχρεώσεων και δεν μπορεί να ζητείται από τους λαούς να πληρώνουν αυτά τα κερδοσκοπικά παιχνίδια».
Η Λίλια έχει πλούσια αρθρογραφία ενάντια στις πολιτικές του ΔΝΤ. Η ίδια εκτιμά ότι η εκλογή της οφείλεται ακριβώς σε αυτή τη δημόσια αντίθεση που εξέφρασε. Το μήνυμά της για την Ελλάδα δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικό. «Να ξεφορτωθείτε το μνημόνιο και το ΔΝΤ. Μη φοβάστε μια καινούργια αρχή». Ωστόσο, το ΔΝΤ θεωρεί πως η Ισλανδία προσφέρει ένα καλό παράδειγμα συνεργασίας για την υπέρβαση της κρίσης.
Η Κούβα του Βορρά
Το Ρέικιαβικ είναι ηλιόλουστο αυτές τις ημέρες, ανθισμένο, με κόκκινες τουλίπες, με πολύχρωμα κτίρια από καταλήψεις καλλιτεχνών, γεμάτο τουρίστες και φιλόξενους ντόπιους που λιάζονται όλη μέρα πίνοντας μπίρες. Πολύ γρήγορα προσαρμόστηκαν σε έναν πιο απλό τρόπο ζωής, περιόρισαν τις σπατάλες, έκλεισαν στα γκαράζ τα τζιπ και βγήκαν στους δρόμους με ποδήλατα και σκέιτ. Κάθε ημέρα στην πόλη διοργανώνονται γιορτές, εκδηλώσεις και δρώμενα. Μεταξύ άλλων, πραγματοποιείται εδώ το IGLA, ένας διεθνής κολυμβητικός διαγωνισμός για ομοφυλόφιλους. Εκείνη την ημέρα, 450 άνθρωποι από όλον τον κόσμο παίρνουν μέρος στα αθλήματα. Την έναρξη της διοργάνωσης εγκαινίασε ο πληθωρικός δήμαρχος της πόλης, Γιον Γκναρ, με σύνθημα «Swim if you’re glad to be gay. Swim if you’re happy that way». Πέρυσι συμμετείχε στο Gay Pride ντυμένος τρανσέξουαλ. Στηλιτεύει τον συντηρητισμό του πολιτικού προσωπικού και μας προτρέπει «να μην εμπιστευόμαστε τους επαγγελματίες πολιτικούς». Η Ισλανδία έχει ισχυρή παράδοση δημοκρατικών δικαιωμάτων, δεν θα μπορούσε να είναι μια ομοφοβική και σεξιστική χώρα. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι η εν ενεργεία πρωθυπουργός, Γιοχάνα Σιγκουρδαντότιρ, αποτελεί την πρώτη ανοιχτά δηλωμένη λεσβία πρωθυπουργό στον κόσμο.
Η Ισλανδία, με δυσκολίες και αντιφάσεις, δείχνει να ξαναβρίσκει τον δρόμο της με το χρέος της χώρας να έχει μειωθεί στο 65% του ΑΕΠ, την ανάπτυξη να τρέχει με 2,5% και τους πολίτες της βαθιά συνειδητοποιημένους και ενεργούς. Μπορεί να έχει να κάνει με την παράδοση: Οι Βίκινγκς έμαθαν να τα βγάζουν πέρα σε αντίξοες συνθήκες. Επιβίωσαν για αιώνες στην άκρη του κόσμου, αντιμετωπίζοντας παγετώνες, ηφαίστεια και ατέλειωτους σκοτεινούς χειμώνες. Αυτή η ισχυρή πρόσληψη της εθνικής ταυτότητας, σε συνδυασμό με ένα βαθύ αίσθημα δικαίου, τους διαπερνά σε όλα τα επίπεδα. Ο πρόεδρος της χώρας, Ολαφουρ Ράγκναρ Γκρίμσον, όταν δύο φορές αρνήθηκε να υπογράψει τις συμφωνίες της κυβέρνησης με τη Βρετανία και την Ολλανδία προσφεύγοντας σε δημοψήφισμα, εξαγρίωσε τη διεθνή κοινότητα που απειλούσε την Ισλανδία με απομόνωση, «Κούβα του Βορρά» την αποκαλούσαν. Ο ίδιος σε μία από τις λαϊκές συνελεύσεις που μιλούσε, εξήγησε με λίγες λέξεις τη λύση στην (όχι ανέξοδη και όχι εύκολη) έξοδο από την κρίση. Είπε: «Δεν είναι η οικονομία, αλλά η δημοκρατία η μεγαλύτερη συνεισφορά της Ευρώπης στον κόσμο». Και αυτό τα συνοψίζει όλα.