Κατά μια περίεργη συγκυρία η σημερινή δεύτερη εκλογική αναμέτρηση στην Ελλάδα διεξάγεται ταυτόχρονα με τον δεύτερο γύρο των βουλευτικών εκλογών στη Γαλλία, όπως και στις 6 Μαΐου ο δεύτερος γύρος των γαλλικών προεδρικών εκλογών συνέπεσε με την πρώτη εκλογική αναμέτρηση στην Ελλάδα. Προσοχή όμως, οι συμπτώσεις σταματούν εδώ. Διότι οι Γάλλοι όχι μόνον έκαναν μια ξεκάθαρη επιλογή για τον πρόεδρο που προτιμούσαν, αλλά ετοιμάζονται τώρα να του λύσουν τα χέρια για να εφαρμόσει χωρίς προσκόμματα την πολιτική του, με την εξασφάλιση της απόλυτης πλειοψηφία των Σοσιαλιστών στην Εθνοσυνέλευση. Και όλα αυτά με απόλυτη τήρηση των συνταγματικών προθεσμιών για τις δύο εκλογές. Ενώ σε μας η ολέθρια πρόωρη προσφυγή στις κάλπες, εν μέσω της πρωτοφανούς οικονομικής κρίσης που ζούμε, όχι μόνο δεν οδήγησε σε κυβερνητική λύση, αλλά κυριολεκτικά γονάτισε τη χώρα. Ετσι, όποια κυβέρνηση και αν εκλεγεί (αν φυσικά εκλεγεί και δεν οδηγηθούμε και σε τρίτες εκλογές), θα πρέπει να οικοδομήσει πάνω στα ερείπια που θα κληρονομήσει.
Το ερώτημα λοιπόν, πέρα από την παραμονή μας ή μη στο ευρώ, είναι πού θα βρει τους αναγκαίους πόρους η όποια κυβέρνηση για να ανορθώσει τη χώρα. Διότι η κατάσταση είναι απείρως χειρότερη απ’ ό,τι ήταν προεκλογικά, προς δόξαν αυτών που αποφάσισαν τις πρόωρες εκλογές. Το τελευταίο δίμηνο παρέλυσαν τα πάντα και τα ταμεία είναι άδεια. Το Δημόσιο έχει χρήμα ως τις 20 Ιουλίου για να καλύψει τις βασικές του ανάγκες, όπως η καταβολή μισθών και συντάξεων και η στοιχειώδης λειτουργία του κοινωνικού κράτους. Αυτό σημαίνει ότι ως τότε θα πρέπει να έχει αρχίσει και πάλι η καταβολή των δόσεων της βοήθειας, κάτι που προϋποθέτει όχι μόνο τον σχηματισμό κυβέρνησης αλλά και μια νέα συνεννόηση με την τρόικα. Και εδώ είναι που αρχίζουν τα δύσκολα, καθώς αν ακυρωθεί το μνημόνιο αυτομάτως διακόπτεται και η βοήθεια. Και δυστυχώς δεν πρόκειται περί μπλόφας, όπως θέλουν μερικοί να μας πείσουν. Αλλά και τα περιθώρια επαναδιαπραγμάτευσης του μνημονίου φαίνεται να είναι εξαιρετικά περιορισμένα.

Υπό το πρίσμα αυτό δεν θα πρέπει να παρερμηνευθούν οι γνωστές δηλώσεις του γάλλου προέδρου, ως μήνυμα ότι δήθεν υπάρχουν περιθώρια χαλάρωσης. Αυτό που αντίθετα υποστήριξε, με τον δικό του όμως τρόπο, είναι το ίδιο που λένε και οι Γερμανοί και όλοι οι άλλοι. Οτι δηλαδή η Ελλάδα θα πρέπει να σεβαστεί τις δεσμεύσεις της. Από ‘κεί και πέρα υπάρχουν περιθώρια για ενδεχόμενη μείωση των επιτοκίων του δανείου με επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής του και κυρίως η εκπόνηση ενός προγράμματος επενδύσεων με στόχο την πολυπόθητη ανάπτυξη. Προϋπόθεση όμως για όλα αυτά είναι να υπάρξει ισχυρή κυβέρνηση, ικανή να διαπραγματευθεί σε ένα εξαιρετικά εχθρικό ευρωπαϊκό περιβάλλον απέναντι στην ανυπόληπτη πλέον Ελλάδα. Για να συμβεί όμως αυτό θα πρέπει επιτέλους η ελληνική πολιτική ηγεσία να σταθεί υπεράνω των στενών κομματικών συμφερόντων, με μόνο γνώμονα τη σωτηρία της χώρας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ