Σε περίπτωση κυβέρνησης Τσίπρα, και η τρόικα και ο ΣΥΡΙΖΑ θα αντιμετωπίσουν ένα «πρόβλημα αξιοπιστίας». Και οι δύο, για διαφορετικούς λόγους, δεν θέλουν την Ελλάδα εκτός ευρωζώνης. Η τρόικα γιατί η τυχόν ελληνική έξοδος μπορεί να οδηγήσει στη διάλυση της ΕΕ, καθώς και σε ευρωπαϊκή, αν όχι και σε παγκόσμια, ύφεση. Ο ΣΥΡΙΖΑ γιατί το πέρασμα στη δραχμή μπορεί να οδηγήσει τη χώρα σε τριτοκοσμικά επίπεδα φτώχειας. Από την άλλη μεριά, και οι δύο έχουν βάλει «κόκκινες γραμμές» που τους εμποδίζουν να προχωρήσουν σε μια ουσιαστική διαπραγμάτευση. Ο κυρίαρχος βορειοευρωπαϊκός άξονας και το ΔΝΤ έχουν επανειλημμένως τονίσει πως η συνέχιση της αυστηρής εφαρμογής των όρων του μνημονίου είναι βασική προϋπόθεση για την παραπέρα δανειοδότηση που η χώρα μας χρειάζεται για να αποφύγει μια άτακτη πτώχευση. Οσο για τον ΣΥΡΙΖΑ, όλη η προεκλογική καμπάνια του βασίζεται στην υπόσχεση άμεσης, μονομερούς ακύρωσης του μνημονίου.
Από αυτή τη σκοπιά, σε περίπτωση διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, και οι δύο αντιμαχόμενες πλευρές θα έχουν εγκλωβιστεί σε θέσεις που οδηγούν σε καταστροφικά αποτελέσματα, αποτελέσματα που ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ ούτε η τρόικα επιθυμούν. Το ζητούμενο λοιπόν είναι να βρεθεί ένας τρόπος για μια διαπραγμάτευση που θα ξεκινήσει χωρίς οι δύο αντιμαχόμενες πλευρές να φανεί πως υποχωρούν σε ό,τι αφορά τις «κόκκινες γραμμές» που έχουν θέσει.
Υπάρχει τρόπος υποχώρησης από τις μαξιμαλιστικές θέσεις και των δύο χωρίς να φανεί ότι χάνουν την αξιοπιστία τους; Μια πιθανή, κατά τη γνώμη μου, λύση είναι ο ΣΥΡΙΖΑ να δεχθεί την ιδέα της επαναδιαπραγμάτευσης και όχι της μονομερούς ακύρωσης του μνημονίου, αλλά συγχρόνως να ζητήσει ένα «αντι-μνημόνιο», ένα αντισταθμιστικό πρόγραμμα βοήθειας τύπου Μάρσαλ. Μια βοήθεια που θα στοχεύει όχι σε παραπέρα δάνεια αλλά σε αντιυφεσιακά/αναπτυξιακά μέτρα βοήθειας, καθώς και σε ένα κοινωνικό προστατευτικό δίχτυ που θα αμβλύνει την ανεργία και την εξαθλίωση ενός μεγάλου μέρους του πληθυσμού που η λανθασμένη, υφεσιακή πολιτική της κυρίας Μέρκελ επέβαλε στη χώρα μας.
Με άλλα λόγια, η στρατηγική εξόδου από το αδιέξοδο μιας πιθανής κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να είναι:
(α) Ναι στο μνημόνιο με προσπάθεια αναδιαπραγμάτευσης μερικών επαχθών όρων του, όπως είναι π.χ. η κατάργηση βασικών εργατικών δικαιωμάτων (δηλαδή, η θέση Βενιζέλου).
(β) Πέρα από τις ρήτρες του μνημονίου, απαίτηση οικονομικής και τεχνικής βοήθειας τύπου Μάρσαλ, βοήθεια που θα στοχεύει στην ανατροπή της ύφεσης που η τρόικα επέβαλε.
Συμπέρασμα: Σε περίπτωση μιας κυβέρνησης Τσίπρα η υπέρβαση του αδιεξόδου θα ήταν δυνατή αν ο ΣΥΡΙΖΑ, αντί της μονομερούς ακύρωσης του μνημονίου, δεχόταν την αναδιαπραγμάτευση αλλά απαιτούσε επιπλέον ως αντάλλαγμα βοήθεια όπως αυτή που η Γερμανία πήρε από τις ΗΠΑ μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Στο κάτω κάτω μια τέτοια βοήθεια μας τη χρωστάει αν λάβουμε σοβαρά υπόψη όχι μόνο την ολοκληρωτική καταστροφή που η γερμανική κατοχή επέφερε στη χώρα αλλά και την κοινωνική καταστροφή που η βλακώδης ιδεολογική εμμονή της κυρίας Μέρκελ σε υφεσιακά μέτρα επιβάλλει στη χώρα σήμερα.
Τελειώνοντας θέλω να τονίσω πως μια τέτοιου είδους πρόταση δεν θα είναι διόλου αποδεκτή από τη γερμανίδα καγκελάριο. Είναι όμως ένας τρόπος να ξεπεραστεί το σημερινό αδιέξοδο και να κερδίσει η Ελλάδα χρόνο. Ας μην ξεχνάμε πως το 2013 οι γερμανοί Χριστιανοδημοκράτες πιθανόν να ηττηθούν από τους Σοσιαλδημοκράτες, πράγμα που θα δημιουργήσει ένα πιο ευνοϊκό κλίμα για τη χώρα μας. Το βασικό είναι να μη βρεθούμε εκτός ευρωζώνης πριν από την πιθανή θετική αλλαγή σκηνικού.
Ο κ. Νίκος Μουζέλης είναι ομότιμος καθηγητής Κοινωνιολογίας της LSE.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ