Μαγικές λύσεις ή αναπαυτικές αφέλειες;

Το 2009, παρά το πρωτογενές έλλειμμα των 24 δισ. ευρώ, η ελληνική οικονομία κατέγραψε ύφεση στο -3,2% του ΑΕΠ. Είναι εμφανές πως αυτό ήταν το πρώτο σήμα ότι το κρατικοδίαιτο παραγωγικό μοντέλο της χώρας είχε εξαντλήσει τα όριά του. Μόνο στον αγροτικό τομέα είχαμε εισαγωγές 7 δισ. ευρώ και εξαγωγές 4 δισ. Με το 10% του εργατικού δυναμικού να απασχολείται στην αγροτική οικονομία είχαμε παραγωγή 8 δισ. ευρώ, ισοδύναμη με το 3,4% του τότε ΑΕΠ.

Το 2009, παρά το πρωτογενές έλλειμμα των 24 δισ. ευρώ, η ελληνική οικονομία κατέγραψε ύφεση στο -3,2% του ΑΕΠ. Είναι εμφανές πως αυτό ήταν το πρώτο σήμα ότι το κρατικοδίαιτο παραγωγικό μοντέλο της χώρας είχε εξαντλήσει τα όριά του. Μόνο στον αγροτικό τομέα είχαμε εισαγωγές 7 δισ. ευρώ και εξαγωγές 4 δισ. Με το 10% του εργατικού δυναμικού να απασχολείται στην αγροτική οικονομία είχαμε παραγωγή 8 δισ. ευρώ, ισοδύναμη με το 3,4% του τότε ΑΕΠ. Ταυτόχρονα επιδοτούσαμε τον ΟΓΑ με 5 δισ. και την αγροτική οικονομία με άλλα 2,5-3 δισ. ετησίως μέσω της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής της ΕΕ. Δηλαδή, η αγροτική παραγωγή μας ήταν ίση με την επιδότηση, δεν υπήρχε καμία προστιθέμενη αξία και είχαμε και ένα σημαντικό έλλειμμα (3 δισ.) στο εμπορικό ισοζύγιο αγροτικών προϊόντων. Ποτέ κανείς δεν διανοήθηκε να συνδέσει την όποια επιδότηση με το αποτέλεσμα.
Η προεκλογική συζήτηση, αντί να εστιάζει στα πραγματικά προβλήματα της οικονομίας, κυριαρχείται από ανεδαφικές προσδοκίες, ότι η οικονομία θα ανακάμψει αρκεί να μην εφαρμόσουμε το μνημόνιο. Χρειάζεται απλά να κάνουμε κρατικοποιήσεις, να αποκαταστήσουμε τις μειώσεις συντάξεων του δεύτερου μνημονίου, να κάνουμε προσλήψεις καλύπτοντας τις κενές οργανικές θέσεις ιδιαίτερα στον κοινωνικό χώρο και να αυξήσουμε το επίδομα ανεργίας από ένα σε δύο χρόνια. Οσοι υπερασπίζονται αυτές τις θέσεις ξεχνούν πως η χώρα έχει ακόμη έλλειμμα 4 δισ. ευρώ, χωρίς να συμπεριλάβουμε τους τόκους.
Ας υποθέσουμε ότι οι ευρωπαίοι εταίροι μας συμφωνούν σε μορατόριουμ πληρωμών των τόκων για ένα διάστημα και ας εφαρμόσουμε ορισμένες μόνο από τις πολιτικές που προτείνονται από τον ΣΥΡΙΖΑ. Η επέκταση του επιδόματος ανεργίας θα κοστίσει 1,5 δισ., ενώ η άρση των επιπτώσεων στις συντάξεις του δευτέρου μνημονίου άλλα 700 εκατ. ευρώ. Αυτά τα 2,2 δισ. θα προστεθούν στα 4 δισ. έλλειμμα. Μας λείπουν, αν δεν κάνουμε προσλήψεις και αν δεν επαναφέρουμε τους μισθούς στα προηγούμενα επίπεδα, 6,6 δισ. ως τώρα. Τι θα κάνουμε για να τα καλύψουμε; Εύκολο. Αυξάνουμε τη φορολογία και στοχεύουμε τους πλούσιους. Καλό ακούγεται, αλλά έχουμε ένα μικρό πρόβλημα. Η πλειονότητα των πλουσίων φοροδιαφεύγει. Με την πάταξη της φοροδιαφυγής – ας πούμε πως την κάνουμε πράξη – θα λυθεί το πρόβλημα; Μάλλον όχι άμεσα ή τουλάχιστον όχι στους τελευταίους μήνες του 2012, με δεδομένη την ανεπάρκεια των ελεγκτικών μηχανισμών. Αρα θα γίνει στάση πληρωμών και το κράτος δεν θα έχει χρήματα να εξυπηρετήσει μισθούς και συντάξεις. Θα μεταφέρουμε κωδικούς, λένε οι οικονομολόγοι του ΣΥΡΙΖΑ. Σταματάμε να πληρώνουμε τις υπόλοιπες δαπάνες για να πληρωθούν μισθοί και συντάξεις. Αλλά τι θα γίνει σε ευαίσθητους τομείς όπως η περίθαλψη, το φάρμακο και τα κοινωνικά επιδόματα;
Το κράτος χρωστάει ήδη 6,3 δισ. στους ιδιώτες. Αυτά είναι βέβαια μέρος της δανειακής σύμβασης, αντιστοιχούν σε 3% του ΑΕΠ και θα τονώσουν άμεσα την οικονομία το καλοκαίρι. Αλλά τη δανειακή σύμβαση θα την έχουμε ήδη ακυρώσει. Και έτσι θα μειώσουμε ακόμη περισσότερο τη ρευστότητα στον ιδιωτικό τομέα και την ικανότητά του να πληρώσει μισθούς και να αντεπεξέλθει στις υποχρεώσεις του. Και για να ολοκληρώσουμε το «χτύπημα» στον καπιταλισμό, θα αποκαταστήσουμε τις εργοδοτικές ασφαλιστικές εισφορές στα προ μνημονίων επίπεδα ώστε να τονωθούν τα έσοδα των ασφαλιστικών ταμείων. Λέτε; Μάλλον θα έχουμε μερικές εκατοντάδες χιλιάδες νέους ανέργους. Αλλά δεν πειράζει. Θα παίρνουν επίδομα ανεργίας για δύο χρόνια. Το βέβαιον είναι ότι η ύφεση θα βαθύνει, η ανεργία θα αυξηθεί και πολλές επιχειρήσεις θα κλείσουν. Δεν πειράζει, όμως, ιδιωτικές είναι. Εμείς θα μεγαλώσουμε το Δημόσιο, παρ’ ότι δεν παράγει ποιοτικές υπηρεσίες και είναι δυσκίνητο και αντιπαραγωγικό.
Εχουμε όμως και άλλες εναλλακτικές προτάσεις. Θα μας σώσει το ευρωομόλογο γιατί τώρα οι Ευρωπαίοι μάς δανείζουν με ληστρικά επιτόκια. Ηδη όμως δανειζόμαστε με συνθήκες ευρωομολόγου. Το κόστος δανεισμού μας από τον Ιούνιο του 2011 και μετά θα μειωθεί αναδρομικά κατά 1,5% σε περίπου 3,0%. Αύτη η μείωση (μαζί με την επιστροφή τόκων) θα εξοικονομήσει περίπου 700 εκατ. ευρώ ετησίως ως το 2020 (δηλαδή, 5,6 δισ. ή 2,8% του ΑΕΠ συνολικά).
Το δεύτερο πακέτο στήριξης θα χρηματοδοτηθεί εκ μέρος των ευρωπαίων εταίρων από το EFSF και το επιτόκιο που θα πληρώνουμε με τα σημερινά δεδομένα δεν ξεπερνά το 2,0% – δηλαδή, το κόστος δανεισμού του EFSF από τις αγορές (και λειτουργικό κόστος περίπου 0,15%). Στην ουσία, δηλαδή, έχουμε ήδη χρηματοδότηση με χαρακτηριστικά καλύτερα του ευρωομολόγου στη χώρα μας.
Ναι, αλλά γιατί να δανείζονται οι τράπεζες με 1% και με τη σειρά τους να δανείζουν αυτές τα κράτη; Γιατί να μη δανείζει απευθείας η ΕΚΤ τα κράτη; Αυτό δεν μπορεί να γίνει τώρα με βάση τις ευρωπαϊκές συνθήκες και το Καταστατικό της ΕΚΤ. Χρειάζεται πρωτίστως να προχωρήσουμε πέρα από την κοινή νομισματική πολιτική, σε μια μορφή ευρωπαϊκής ενοποίησης με κοινή δημοσιονομική και οικονομική πολιτική. Αυτό πρέπει να γίνει γιατί το χαμηλό επιτόκιο θα το διασφαλίζουν τα κράτη-μέλη που έχουν ισοσκελισμένο προϋπολογισμό. Καλό ακούγεται, αλλά τότε η δημοσιονομική πολιτική θα καθορίζεται κεντρικά από τις Βρυξέλλες. Αυτό όμως δεν υπονομεύει πλήρως την εθνική κυριαρχία και δεν ισοδυναμεί όχι με ένα αλλά με δέκα μνημόνια;
Εχουμε όμως βρει τη λύση για τις μελλοντικές ανάγκες του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης. Θα δημιουργήσουμε το Ταμείο Εθνικού Πλούτου και Κοινωνικής Ασφάλισης. Σ’ αυτό το ταμείο θα μεταφέρονται όλα τα δικαιώματα επί του φυσικού και του ορυκτού πλούτου της χώρας, περιλαμβανομένων και των πιθανών κοιτασμάτων υδρογονανθράκων, εφόσον αποδειχθούν οικονομικά εκμεταλλεύσιμα, καθώς και όλη η εμπορεύσιμη κινητή και ακίνητη περιουσία του κράτους. Ωραία ιδέα, αλλά μόνο αν τα κοιτάσματα είναι εκμεταλλεύσιμα. Α, και για να τα εκμεταλλευτούμε καλύτερα, ο ΣΥΡΙΖΑ μας λέει ότι δεν θα είμαστε σε «στρατιωτικές συμμαχίες», όπως το ΝΑΤΟ. Τι να το κάνουμε το ΝΑΤΟ; Εξάλλου, η ελληνική ΑΟΖ δεν αμφισβητείται από την Τουρκία αλλά από το Τιμπουκτού.
Είμαι σίγουρος ότι όλο και κάποιες άλλες μαγικές λύσεις θα αναδυθούν όσο προσεγγίζουμε τη 17η Ιουνίου. «Λύσεις» που θα μεγεθύνουν το κράτος και τα ελλείμματα. Ποιος νοιάζεται άλλωστε για το παραγωγικό μας μοντέλο;

Ο κ. Ηλίας Μόσιαλος είναι καθηγητής της Πολιτικής της Υγείας και διευθυντής του Κέντρου Οικονομικών της Υγείας στη London School of Economics και πρώην υπουργός.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.