Το καλοκαίρι του ’72 ήταν ιδιαίτερα καυτό στις Ηνωμένες Πολιτείες και μάλιστα όχι λόγω ζέστης΄ απλά ψηνόταν σε εκείνον τον προεκλογικό πυρετό που είχε ανέβει ακόμα περισσότερο εξ’ αιτίας της απόπειρας δολοφονίας του υποψήφιου των Δημοκρατικών Τζόρτζ Γουάλας τον Μάιο και την διάρρηξη του αρχηγείου τους στο κτίριο Watergate της Ουάσινγκτον τον Ιούνιο! Ως γνωστόν, η θερμοκρασία επανήλθε στα κανονικά για την εποχή επίπεδα τον επόμενο Νοέμβριο με την πανηγυρική επανεκλογή του ρεμπουπλικανού Ρίτσαρντ Νίξον΄ακόμα πιό γνωστή δε και η κατάληξή της…

Ολα αυτά όμως, καθώς και μία ευρέως διαδεδομένη φήμη ότι εκείνο το περιώνυμο λεφούσι από χρώμιο και πετσί των Hells Angels έχει καταδικάσει σε αργό θάνατο τον Μίκ Τζάγκερ, δεν επηρεάζουν στό ελάχιστο το αναπτερομένο ηθικό αλλά και, κυρίως, το… ανήθικο των Rolling Stones, που για μία ακόμα φορά επιχειρούν να κάνουν εκτός έδρας παιχνίδι στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού. Εχωντας μόλις όχι μόνον συμπληρώσει μία δεκαετία σχεδόν στα πράγματα χωρίς ιδιαίτερες σοβαρές απώλειες – με τα κόλλυβα του Τζίμ Μόρισον, της Τζάνις Τζόπλιν και του Τζίμι Χέντριξ να τούς έχουν κάτσει στο στομάχι, που όρεξη για μνημόσυνα στόν μπατίρη τον Μπράιαν Τζόουνς – αλλά και συνεχίζοντας το απίστευτο – ακόμα και για τα τότε δεδομένα , πόσο μάλλον για τα σημερινά – σερί των … κλασσικών ηχογραφημένων Beggar’s Banquet (Δεκέμβριος ‘68), Let It Bleed (Δεκέμβριος ‘69) και Sticky Fingers (Απρίλιος ’71) με το υψηλού ρίσκου σε άποψη, ατμόσφαιρα και διάρκεια άλμπουμ Exile On Main St η, επονομαζόμενη και επισήμως πλέον, “μεγαλύτερη ροκ εν ρολ μπάντα του πλανήτη” απολαμβάνει τον μύθο που η ίδια δημιούργησε και τον οποίον, ούτε καν μπορεί να διανοηθεί τότε ότι, θα εξαργυρώνει αδρά για τα επόμενα σαράντα – και βάλε, κατά τα φαινόμενα – χρόνια!

Αυτοεξόριστοι από τα πάτρια εδάφη, καθώς δεν συμμερίζονται τα φορομπηχτικά ιδεώδη της Γηραιάς Αλβιώνας, και με τον φόρο αίματος ήδη παρακρατημένο από τον Εωσφόρο κατά την διάρκεια των Δεκεμβριανών του ’69 στό Αλταμοντ της Καλιφόρνια, ούτως ώστε να μήν υπάρχει και η παραμικρή αμφιβολία ότι η συμπάθεια έχει πλέον μεταλλαχθεί σε πλήρη υποταγή, οι Πέτρες Που Κυλούν ξεκινούν την 3η του Ιουνίου και για έβδομη φορά μία ακόμα περιήγηση ανά την αμερικανική ήπειρο΄μόνον που αυτήν τήν φορά τήν βλέπουν, κυριολεκτικά και μεταφορικά, από … ψηλά καθώς διασχίζουν τούς αιθέρες της μέ ένα νοικιασμένο ιδιωτικό τζέτ και το, φρέσκο τότε μα διάσημο σήμερα, λογότυπο – γλωσσόχειλο αυθάδικα βεντουζαρισμένο στα φτερά και στήν ουρά του! Στο εσωτερικό του δε γίνεται, μέ δύο πολύ απλές λέξεις, της κακομοίρας από τά ξύδια και τα … ταξίδια που καταναλώνει με βουλιμία πάνω, κάτω, δεξιά, αριστερά, μπρός, πίσω και πλαγίως τόσο το κουιντέτο και οι συν αυτώ συνεργάτες όσο και ένας φαινομενικά αταίριαστος πλήν παρδαλός συρφετός της προσκολλήσεως : από εντυπωσιακά επιδέξιες λολίτες και αναπάντεχα τυχερά βαποράκια μέχρι ντελικάτες φίρμες τών τεχνών και τών γραμμάτων όπως ο Αντι Γουόρχολ και ο Τρούμαν Καπότε και κατά συρροήν νύφες όπως η Λη Ράτζβιλ, η μικρότερη αδελφούλα δηλαδή της Τζάκι –πιά- Ονάσις! Το τουλάχιστον … συνθετο του όλου πράγματος επιβεβαιώνει και το γεγονός ότι οι πληρεξούσιοι της μπάντας, ο Μίκ και ο Κίθ δηλαδή για όσους αρνούνται ακόμα να το αποδεχθούν, ρυθμίζουν διά βίου το πότε και το που θα προβάλλονται δημοσίως όλα αυτά τα αναμνηστικά στιγμιότυπα που, αφού τράβηξε με τίς κάμερες του ο χαρισματικός αλλά και δύσμοιρος σκηνοθέτης και φωτογράφος Ρόμπερτ Φράνκ, μόνταρε στό θρυλικό πλέον φίλμ, που όλοι γνωρίζουν αλλά ελάχιστοι έχουν δεί, με τον λίαν εύστοχο τίτλο Cocksucker Blues! Ακόμα πιο ενδεικτικό δε το τί, σχετικό με τά έργα εκείνων των ημερών, ανασύρει ο Ρίτσαρντς από το ξουράφι, όπως διατυμπανίζει ο ίδιος, μυαλό του και το πώς το καταθέτει,δια χειρός Τζέιμς Φόξ, στήν, υπό τον τίτλο “Life”, απαράμιλλα απολαυστική βιογραφία του :

Η [εν λόγω] τουρνέ είναι γνωστή και ως “Η Περιοδεία Με Κοκαίνη Και Τεκίλα Σανράιζ” ή “Το Περιοδεύον Πάρτυ Με Τις Πέτρες”. Τότε ήταν που αρχίσαμε να κλείνουμε όχι δωμάτια αλλά ορόφους ολόκληρους στα ξενοδοχεία τόσο για να μήν έχουμε άσχετους μέσα στα πόδια μας όσο και για να νοιώθουμε ασφαλείς. Ηταν ο μόνος τρόπος ώστε να είμαστε κάπως σίγουροι ότι αν αποφασίζαμε να το κάψουμε θα ελέγχαμε την κατάσταση ή τουλάχιστον θα προλαβαίναμε να την κοπανήσουμε αν συνέβαινε κάτι!” [σημ. το συγκεκριμένο βιβλίο πρόκειται να κυκλοφορήσει λίαν συντόμως και στην ελληνική αγορά από τις εκδόσεις Το Ροδακιό, στην σειρά Λατέρνατιβ και σε μετάφραση του Γιάννη Νένε. ]

Παρ’ όλα αυτά όμως και πρός μεγάλη, ίσως, έκπληξη όλων τών συμβαλλομένων πλευρών, η περιοδεία διεξάγεται μάλλον … ομαλά, αν κάτι τέτοιο μπορεί, φυσικά, να ειπωθεί για την αφεντιά τους: μπόλικη κλοτσοπατινάδα μετά δακρυγόνων στις πάγιες και διαρκείς συγκρούσεις τών αστυνομικών με τούς τζαμπατζήδες, περισσότερες από 150 συλλήψεις και κάπου 50, δίκαια καταμερισμένοι εκατέρωθεν τών στρατοπέδων, τραυματισμοί, μία βόμβα στό φορτηγάκι που μετέφερε τον εξοπλισμό του συγκροτήματος και ένα σύντομο εθιμοτυπικό πέρασμα του Μίκ και του Κίθ από τά κρατητήρια της Βοστώνης με αφορμή τίς φάπες με τίς οποίες φιλοδώρησαν έναν διαπιστευμένο πλήν επίμονο φωτογράφο είναι ο καθ’ όλα ιδιότυπος απολογισμός 52 προπωλημένων εμφανίσεων σε 32 πόλεις και διάστημα 8 σκάρτων εβδομάδων! [σημ. οι λογαριασμοί δεν είναι απόρροια κάποιων προωθημένων μαθηματικών΄απλά πρόκειται για εποχές που όχι μόνον οι ρόκ συναυλίες δεν έχουν μπουκάρει ακόμα στα γήπεδα αλλά μέχρι και πρωτοκλασάτα ονόματα σαν το δικό τους έδιναν πολλές φορές και δύο παραστάσεις στήν ίδια μέρα : μία απογευματινή, κάτι ανάλογο με τίς … λαικές τών ελληνικών θεατρικών παραστάσεων δηλαδή, και μία βραδυνή !]

Μία περιοδεία λοιπόν που μπορεί νά “μοιάζει περισσότερο με στρατιωτική επέλαση παρά μέ οτιδήποτε άλλο” κατά τα λεγόμενα του καθ’ ύλην αρμόδιου για τον σχεδιασμό και τήν διεκπεραίωσή της Πίτερ Ράντζ αλλά προσφέρει σε 750 χιλιάδες νοματαίους περίπου τήν υψηλότερη τών αποδόσεων για τά … 7 δολλάρια που κατά μέσο όρο ακούμπησε έκαστος στό ταμείο! Τζάμπα (!) πράγμα δηλαδή για τα όσα συναρπαστικά και, σε μεγάλο βαθμό, ανεπανάληπτα διαδραματίζονται επί σκηνής όπου, σημειωτέον, οι Rolling Stones είναι κυριολεκτικά ο ένας πάνω στόν άλλον καθώς οι διαστάσεις της δεν εχουν καμμία σχέση μέ αυτές που ξέρουμε όσοι έχουμε παρευρεθεί σε συναυλίες τους από τά τέλη του ’80 και μετά΄ πρός το παρόν, το συγκεκριμένο μέγεθος δεν μετράει. Το ξετσίπωτο αγγλάκι λοιπόν που τραγουδάει, παίζει φυσαρμόνικα και κουνιέται σαν αράπης έχει μεταλλαχθεί πλέον σέ έναν δαιμονισμένο άγγελο που μιλάει φαρσί τήν πρόστυχη αργκό του αμφίφυλου λάγνου κορμιού και του οποίου τά αεικίνητα και τυλιγμένα στό μετάξι πισινά αποτελούν το αντικείμενο του πόθου ΄ η δε σαδομαζοχιστική παρεκτροπή του, επί 13 ολόκληρα λεπτά, στό “Midnight Rambler” πρέπει νά άφησε ξάγρυπνο για νύχτες τον ανταγωνισμό! Ο ετεροθαλής Αστραφτερός Δίδυμος, απο την άλλη, εξακολουθεί νά παραμένει αυτό το σπαραχτικά αφελές, επιμελώς ατημέλητο μά πάνω από όλα ανεπιτήδευτο αλάνι που το έχει αμέτι μουχαμέτι να σπάσει τούς κωδικούς εκείνου του μουρλού ψαλλιδοχέρη από το Μιζούρι΄ τόσο ώστε ακόμα και αυτό που τώρα πρωτολανσάρει, και το οποίο θα εξελιχθεί σε συναυλιακή ατραξιόν στα χρόνια που θα ακολουθήσουν, να το αντιμετωπίζει με περίσσιο ζαμανφουτισμό: να κάνει θρύψαλα δηλαδή με τήν αγριοφωνάρα του το “Happy”! Γιατί να σκάει άλλωστε; Τα νώτα του ήταν ήδη καλλυμένα από την ουσιουδέστερη επιλογή που θα μπορούσαν να είχαν κάνει οι Τζάγκερ και Ρίτσαρντς για εκείνην ακριβώς την περίοδο: οι σκεπτόμενες, λεπτοδουλεμένες και προπάντων σεμνές σταυροβελονιές του Μίκ Τέιλορ έχουν πλέον εναρμονιστεί πλήρως με τίς στυλιστικές επιταγές της δυάδας΄η συμπεριφορά του δε ακόμα και σε τραγούδια φτιαγμένα χωρίς αυτόν κατά νού, όπως το “Jumpin’ Jack Flash” πχ, έκανε και τον πλέον δύσπιστο οπαδό νά χάσκει σαν χάννος! Ολα πάνε μάλιστα τόσο πρίμα πάνω στο σανίδι ώστε ακόμα και αυτό το αμίμητο ντουέτο που απαρτίζουν το άκρον άωτον της αδιαφορίας και η επιτομή της ψυχραιμίας, οι γνωστοί δηλαδή σαν Μπίλ Γουάιμαν και Τσάρλι Γουότς αντίστοιχα, δείχνει να το διασκεδάζει΄ σέ τέτοιο βαθμό μάλιστα ώστε να χυμήξει σαν καλολαδωμένη λοκομοτίβα σέ έξαψη στό ανκόρ του “Street Fighting Man”! Τελευταίοι μά διόλου έσχατοι οι γνωστοί άγνωστοι : ο Νίκι Χόπκινς στα πλήκτρα από έβενο και ελεφαντόδοντο και οι Μπόμπι Κίζ και Τζίμ Πράις στα μπουριά από χαλκό για να μήν εμφανιστεί και το παραμικρό πρόβλημα στήν ανάγνωση τόσο επιστολών από τρίτους (“Love In Vain”, “Bye Bye Johnny”) όσο και, το σπουδαιότερο, ιδιόχειρων σημειώσεων (“Brown Sugar”, “Bitch”, “Gimme Shelter”, “You Can’t Always Get What You Want”) στις οποίες, σημειωτέον, δεν έχει προστεθεί ακόμα η διαχρονική υπεραξία τους!

Η τουρνέ, με της οποίας το εισαγωγικό μέρος είχε επιφορτιστεί ένας 22άχρονος τυφλός μαύρος που προετοίμαζε και αυτός τότε το δικό του εξ’ ίσου εντυπωσιακό τετραπλό χτύπημα και απαντούσε στό όνομα … Στίβι Γουόντερ (!), ολοκληρώθηκε τήν 26η του Ιουλίου και μάλιστα με τρόπο διπλά εορταστικό: το ανυποψίαστο πλήν τυχερό κοινό που είχε κατακλείσει το Μάντισον Σκουέαρ Γκαρντεν της Νέας Υόρκης απόλαυσε στο τέλος της βραδιάς όχι μόνον τήν γνώριμη πλέον μπόρα από ροδοπέταλα αλλά και τά … γλυκά που κέρασε ο ίδιος ο Μίκ για τά 28α γενέθλιά του!

Κάτι η χαρμολύπη που σκιάζει τέτοιες επετείους, λίγο η δήλωση του κορυφαίου διοργανωτή συναυλιών Μπίλ Γκράχαμ ότι “ο Τζάγκερ αποτελεί τον μεγαλύτερο λαοπλάνο στήν ιστορία της ανθρωπότητας με τον Γκάντι να ακολουθεί δεύτερος και καταιδρωμένος” έκαναν αυτά τά χείλια να ξεστομίσουν τότε τά εξής χαριτωμένα και βαρύγδουπα στό ταμπλόιντ Daily Mirror :

“¨Οταν γίνω 33 ετών, θα τα παρατήσω. Δεν έχω καμμία διάθεση να παριστάνω τον τραγουδιστή σε ένα ροκ συγκρότημα μέχρι να πεθάνω. Δεν αντέχω στην σκέψη ότι μπορεί να καταλήξω σαν τον Ελβις και να τραγουδάω στό Λάς Βέγκας μπροστά από ένα σωρό νοικοκυρές και γριούλες. Είναι σκέτη αρρώστια.”

Λίγο προτού όμως φτασει στα χρόνια του Χριστού ο Τζάγκερ πήρε, άγνωστο πώς, χαμπάρι και κάποιον άλλον που είχε την ικανότητα νά μαγεύει τά πλήθη΄ αγόρευε μάλιστα σε εκείνο ακριβώς το πλέον απομακρυσμένο και ανατολικότερο σημείο της Ευρώπης από όπου οι Rolling Stones διατηρούσαν τίς χειρότερες τών αναμνήσεων λόγω μίας επεισοδιακής , εξ’ ου και ημιτελούς, συναυλίας το ’67! Και τότε , ως διά μαγείας, ανακάλυψε τον … τρίτο δρόμο πρός τήν αιωνιότητα!