Η Ελλάδα, από τη δημιουργία του κράτους μέχρι σήμερα έχει αποδείξει περίτρανα πως είναι ικανή να σωρεύει προβλήματα, δια του λαϊκισμού των πολιτικών κυρίως αλλά και των οραμάτων που τελικώς απέτυχαν, τα οποία έρχονται πάντα να φορτωθούν στις πλάτες του λαού. Αυτό δεν αποτελεί κάποια παραδοξότητα, άλλωστε μέσα στην πολιτική υπάρχει πάντα η πιθανότητα λανθασμένων επιλογών και πτώχευσης, οικονομικής, ηθικής, αξιών κλπ. Κάποιοι μάλιστα μπορεί να ισχυριστούν πως η “συνήθεια” αυτή των Ελλήνων εδράζει την ύπαρξή της ακόμα και μέσα στο γονιδίωμά μας ως έθνους.
Η χώρα, ειδικά μετά τη μεταπολίτευση, άρχισε να κάνει σημαντικά βήματα προόδου σε όλα τα επίπεδα ενώ ταυτόχρονα φάνηκε πως έκανε προσπάθειες απεμπλοκής από το νοσηρό της παρελθόν. Έγινε μέλος σε ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς, διαδραμάτισε κυρίαρχο ρόλο στα Βαλκάνια, άρχισε να αναπτύσσεται σε αρκετούς τομείς και να αναπτύσσει, στοιχειωδώς έστω, υποδομή κατάλληλη για το σύγχρονο οικονομικό περιβάλλον.
Το αποκορύφωμα ήρθε με την είσοδό της στον κόσμο του ενιαίου ευρωπαϊκού νομίσματος αλλά και τους μεγάλους ρυθμούς ανάπτυξης κατά την περίοδο πριν την ανάληψη των Ολυμπιακών Αγώνων από την Αθήνα το 2004. Οι εταίροι της την εμπιστεύτηκαν και την αντιμετώπισαν ως ισότιμη μέσα στην οικογένεια της Ευρώπης και του Ευρώ. Κάτι όμως πήγε στραβά. Δεν είναι σκοπός μας εδώ να εξετάσουμε τι λάθη έγιναν και πότε αυτά έλαβαν χώρα.
Εκείνο στο οποίο θέλουμε να επικεντρώσουμε την προσοχή μας είναι το γεγονός ότι κάτι τέτοιο δεν είχε προβλεφθεί παρά το γεγονός ότι όλο το ευρωπαϊκό οικοδόμημα χτίστηκε και αποτελεί προϊόν διαβουλεύσεων και σκέψης πολλών ανθρώπων, ειδικών και με μεγάλη εμπειρία σε θέματα πολιτικής και οικονομίας. Το αποτέλεσμα της εγκληματικής και ακατανόητης αυτής παράλειψης και αστοχίας είναι να υπάρχει σήμερα ένας, κατά τα φαινόμενα τουλάχιστον, θνησιγενής οργανισμός ο οποίος εξακολουθεί να υφίσταται μεν αλλά η επιβίωσή του εξαρτάται κυριολεκτικά από μια κλωστή.
Το ισχυρό ευρώ αποδείχτηκε τελικά πως στηρίζεται σε ξύλινα πόδια, σαρακοφαγωμένα πια από τις διεθνείς αγορές αλλά και την αδιαλλαξία ορισμένων από τους εταίρους – μέλη του. Το ελληνικό πρόβλημα αποτέλεσε όχι απλώς ένα πείραμα, όπως αρκετοί διατυμπανίζουν λόγω της αδύναμης οικονομίας της χώρας, αλλά μια τρανή απόδειξη πως το ευρώ γεννήθηκε για να εξυπηρετήσει όχι τα συμφέροντα των λαών της Ευρώπης αλλά των ισχυρών και των αγορών του χρήματος.
Το διακύβευμα πια δεν είναι η παραμονή της χώρας στην ευρωζώνη, αλλά η ύπαρξη της ίδιας της ευρωζώνης, ίσως και της ίδιας της ευρωπαϊκής ένωσης. Κάθε αξιοπιστία που έχει απομείνει στο άλλοτε ισχυρό νόμισμα κλονίζεται και χάνεται κάτω από το βάρος των επί μέρους οικονομιών της Ευρώπης που αδυνατούν να ανταπεξέρθουν στις σύγχρονες οικονομικές συνθήκες. Ισπανία και Ιταλία, οι μεγάλες αυτές οικονομίες, ασφυκτιούν και κοντανασαίνουν κάτω από τα δυσθεώρητα επιτόκια δανεισμού, αποδομώντας αργά μεν αλλά σταθερά την εμπιστοσύνη του κόσμου στο κοινό νόμισμα. Αυτό ακριβώς είναι κατά την άποψή μας το μεγαλύτερο και σημαντικότερο πρόβλημα και σε βάθος χρόνου τίποτα δεν αποκλείει το ενδεχόμενο να αποδειχτεί ο δούρειος ίππος εξαιτίας του οποίου το ευρώ θα καταρρεύσει.
Μια μικρή χώρα, μια αδύναμη οικονομία, ένας αδύναμος κρίκος, η Ελλάδα με τις εγγενείς ιδιαιτερότητές της, ίσως τελικά να είναι η “ασήμαντη” λεπτομέρεια που δε λήφθηκε υπόψη και η οποία ενδέχεται να καταστρέψει την ευρωπαϊκή συνοχή. Ή, αν οι ηγέτες είναι πράγματι ικανοί και μπορούν να αντιληφθούν, να φανταστούν και να οραματιστούν το μέλλον, να την ενδυναμώσει. Ας ελπίσουμε πως θα ισχύσει το δεύτερο!