Εκατόν οκτώ νεκροί, ανάμεσά τους 49 παιδιά και 34 γυναίκες, στη Χούλα το περασμένο Σαββατοκύριακο. Τα θύματα φθάνουν τις 13.000 ύστερα από 15 μήνες συγκρούσεων ανάμεσα στις δυνάμεις του προέδρου Μπασάρ αλ Ασαντ και στους αντάρτες που επιθυμούν την ανατροπή του καθεστώτος που κυβερνά τη Συρία επί περισσότερα από 40 χρόνια. Το μακελειό στη Χούλα αποτελεί σημείο καμπής: είτε θα αυξήσει την πίεση προς τη Ρωσία, η οποία διατηρεί στη Συρία τον μοναδικό πολεμικό ναύσταθμό της στη Μεσόγειο, να αποσύρει την υποστήριξή της προς τον Ασαντ και να πάψει να μπλοκάρει τις ενέργειες για την απομάκρυνσή του στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ είτε θα βυθίσει τη Συρία στον εμφύλιο πόλεμο.
Η εξέγερση στη Συρία αποκτά όλο και περισσότερο θρησκευτικά χαρακτηριστικά. Οπως δείχνει το τελευταίο μακελειό στη Χούλα, δεν είναι πλέον μια ένοπλη σύγκρουση ανάμεσα στις δυνάμεις ασφαλείας του προέδρου Ασαντ και στην αντιπολίτευση αλλά κλιμακώνεται σε έναν χαμηλής προς το παρόν έντασης εμφύλιο ανάμεσα στους αλεβίτες (παρακλάδι του σιιτικού Ισλάμ) που κυβερνούν τη χώρα και στους χριστιανούς που τους υποστηρίζουν, από τη μία πλευρά, και στην επί δεκαετίες καταπιεσμένη σουνιτική πλειοψηφία, από την άλλη.
Η Χούλα είναι ένα σουνιτικό χωριό που περιβάλλεται από χωριά όπου ζουν αλεβίτες (οι οποίοι αποτελούν το 12% του πληθυσμού, δηλαδή λιγότερο από τρία εκατομμύρια εκ των 22 εκατ. κατοίκων της χώρας). Από τα χωριά αυτά κατέβηκαν τα μέλη της διαβόητης Σαμπίχα, της πολιτοφυλακής που πρόσκειται στον Ασαντ και της οποίας το όνομα σημαίνει «φαντάσματα».
Η Συρία είναι ένα Ιράκ από την ανάποδη: η αλεβίτικη μειοψηφία καταπιέζει τη σουνιτική πλειοψηφία. Ενας εμφύλιος θα έχει σοβαρές επιπτώσεις στην περιοχή διότι θα φέρει αντιμέτωπους την Τουρκία, το Κατάρ και τη Σαουδική Αραβία και άλλες σουνιτικές χώρες του Κόλπου που υποστηρίζουν και εξοπλίζουν την αντιπολίτευση με το σιιτικό Ιράν που χρηματοδοτεί και στέλνει όπλα στον Ασαντ.
Καθοριστική για την έκβαση της σύγκρουσης είναι η στάση της Μόσχας. Η Ρωσία είναι ο καλύτερος σύμμαχος του Ασαντ και μαζί με την Κίνα έθεσαν βέτο σε δύο ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ που ζητούσαν την ανατροπή του καθεστώτος του. Οι Ρώσοι διατηρούν ναυτική βάση στη Συρία και εισπράττουν δισεκατομμύρια από τα όπλα που πωλούν στη Δαμασκό. Η Μόσχα θα αλλάξει τη στάση της μόνο αν δει ότι ο Ασαντ είναι οριστικά τελειωμένος και ότι το Κρεμλίνο ρισκάρει να βρεθεί τελείως αποκλεισμένο από τη διάδοχη κατάσταση.
Η εξέγερση ήταν μόλις ενός μηνός όταν, στις 22 Απριλίου 2011, οι δυνάμεις ασφαλείας σκότωσαν 72 διαδηλωτές στην Ντεράα και στη Δαμασκό. Η πρώτη ένοπλη ενέργεια της αντιπολίτευσης προέκυψε λίγες εβδομάδες αργότερα: στο διάστημα 3 ως 6 Ιουνίου στην πόλη Τζισρ αλ Σουγκούρ της Βορειοδυτικής Συρίας το καθεστώς ανακοίνωσε ότι σκοτώθηκαν 120 μέλη των δυνάμεων ασφαλείας. Ο αριθμός μπορεί να είναι φουσκωμένος, η αντίδραση όμως των διαδηλωτών όταν στρατιώτες άνοιξαν πυρ σε μια κηδεία αποτέλεσε κρίσιμη καμπή για την κλιμάκωση της σύγκρουσης. Στρατιωτικά τμήματα επιχείρησαν να λιποτακτήσουν. Στην πόλη Τζαμπάλ αλ Ζαουίγια, στις 19 και 20 Δεκεμβρίου 2011, οι δυνάμεις του Ασαντ θέρισαν με αυτόματα όπλα 181 στρατιώτες που λιποτάκτησαν.
Ο Φεβρουάριος του 2012 χαρακτηρίστηκε από το ανηλεές σφυροκόπημα της πόλης Χομς. Οι νεκροί έφθασαν τους 200. Στις 12 Μαρτίου στην ίδια πόλη βρέθηκαν τα πτώματα 45 αμάχων, κυρίως γυναικών και παιδιών. Οι περισσότεροι είχαν υποστεί βασανιστήρια. Αυτό ήταν το πρώτο μεγάλο μακελειό της Σαμπίχα, της παρακρατικής πολιτοφυλακής. Στις αρχές Απριλίου, επί δύο ημέρες, ελικόπτερα και τανκς σφυροκοπούσαν την πόλη Ταφτανάζ σκοτώνοντας 57 άτομα. Και μόλις προ ημερών, στις 25 Μαΐου, ένοπλοι της Σαμπίχα δολοφόνησαν 108 άτομα, στη Χούλα κυρίως παιδιά και γυναίκες, πυροβολώντας τους εξ επαφής ή μαχαιρώνοντάς τους.
Συνεχείς είναι και οι τυφλές βομβιστικές επιθέσεις στη Συρία. Η κυβέρνηση τις αποδίδει σε τρομοκράτες που εισχώρησαν στη χώρα για να βοηθήσουν τους αντάρτες. Η αντιπολίτευση υποστηρίζει ότι τις πραγματοποιεί το ίδιο το καθεστώς για να συνδέσει τους αντάρτες με την Αλ Κάιντα. Οι πλέον πολύνεκρες εκρήξεις βομβών έγιναν στη Δαμασκό στις 23 Δεκεμβρίου (44 νεκροί) και στις 10 Μαΐου (55 νεκροί).
3 σενάρια για τη Συρία
Προς έναν «εμφύλιο χαμηλής έντασης»
1. Το πρώτο αφορά μια λύση τύπου Υεμένης, σύμφωνα με το οποίο ο Ασαντ θα εγκαταλείψει την εξουσία ύστερα από μια μεταβατική περίοδο (όπως έκανε τον Δεκέμβριο ο πρόεδρος Σάλεχ της Υεμένης). Είναι το προτιμότερο αλλά λιγότερο πιθανό σενάριο. Για να υλοποιηθεί πρέπει να γίνουν συμβιβασμοί σε τρία επίπεδα: διεθνές (μεταξύ Αμερικανών και Ρώσων), περιφερειακό (μεταξύ Τουρκίας και σουνιτικών χωρών του Κόλπου, από τη μια πλευρά, και Ιράν από την άλλη) και τοπικό (μεταξύ της κυβέρνησης Ασαντ και της αντιπολίτευσης).
2. Το δεύτερο σενάριο είναι μια στρατιωτική επέμβαση όπως εκείνη στη Λιβύη. Επίσης απίθανο διότι προϋποθέτει την εμπλοκή του ΝΑΤΟ, την οποία απαιτεί η Τουρκία προκειμένου να απαντήσει στρατιωτικά στις επιθέσεις του συριακού στρατού εναντίον των ανταρτών που έχουν καταφύγει στο έδαφός της. Η Τεχεράνη απειλεί ότι θα αναμειχθεί αν κινηθεί η Τουρκία. Οι φήμες περί μαχητών της Αλ Κάιντα που έχουν περάσει στη Συρία, κυρίως από το Ιράκ, περιπλέκουν ακόμη περισσότερο τη στρατιωτική επέμβαση.
3. Ολα τα παραπάνω καθιστούν πιθανότερο το τρίτο σενάριο, αυτό ενός παρατεταμένου, χαμηλής έντασης εμφυλίου πολέμου. Το σενάριο αυτό ενισχύεται από την αδυναμία της διεθνούς κοινότητας να πετύχει ομοφωνία όσον αφορά την αντιμετώπιση κατάστασης στη Συρία.
Μπουράν Γκαλιούν, επικεφαλής της εξόριστης συριακής αντιπολίτευσης
«Να στείλει ο ΟΗΕ μουσουλμάνους κυανόκρανους»
«Η κατάσταση στη Συρία έχει εξελιχθεί σε σχέση με πριν από δύο μήνες» λέει μιλώντας προς «Το Βήμα» ο Μπουράν Γκαλιούν, επικεφαλής του Εθνικού Συμβουλίου της Συρίας, της μεγαλύτερης οργάνωσης της αντιπολίτευσης που εδρεύει στο Παρίσι. «Η διεθνής κοινότητα έχει αρχίσει πλέον να συνειδητοποιεί τη σοβαρότητα της κατάστασης. Εχει αρχίσει να συνειδητοποιεί ότι ο Μπασάρ αλ Ασαντ δεν θα αλλάξει τακτική, ότι θα συνεχίσει τους σκοτωμούς των αμάχων». Ως παράδειγμα αυτής της συνειδητοποίησης φέρνει την απέλαση των σύρων διπλωματών από πολλές ευρωπαϊκές και άλλες χώρες την περασμένη εβδομάδα, μετά το μακελειό στη Χούλα.
Ο 67χρονος αυτός καθηγητής Πολιτικής Κοινωνιολογίας στη Σορβόννη – ο οποίος εξελέγη επικεφαλής του Εθνικού Συμβουλίου της Συρίας από την ίδρυσή του τον περασμένο Αύγουστο ως συνασπισμού επτά αντιπολιτευτικών οργανώσεων με στόχο να παράσχει μια αξιόπιστη εναλλακτική στην κυβέρνηση Ασαντ και έναν ενιαίο πόλο επαφής με τη διεθνή κοινότητα – μας μίλησε τηλεφωνικά από το Παρίσι. Εξέφρασε την ελπίδα ότι η επόμενη συνάντηση των φίλων της Συρίας θα αποφασίσει «μια ανθρωπιστική επέμβαση για να απαλύνει τον πόνο των Σύρων».
Από τα σενάρια που κυκλοφορούν για την επόμενη ημέρα στη χώρα ο κ. Γκαλιούν θα προτιμούσε να αποφευχθεί η περίπτωση του εξοπλισμού της αντιπολίτευσης. Καλεί τη διεθνή κοινότητα να στείλει στρατό στη Συρία από αραβικές ή μουσουλμανικές χώρες. «Δυστυχώς δεν μπορούμε να αποφύγουμε την ένοπλη επέμβαση» μας λέει.
«Αυτό που επείγει σήμερα είναι η ανθρωπιστική επέμβαση με τη βοήθεια του ΟΗΕ. Πρέπει πάση θυσία να αποφύγουμε να στείλουμε και άλλα όπλα στους Σύρους. Ο Ελεύθερος Στρατός της Συρίας (σ.σ.: οι αντάρτες που πολεμούν τις δυνάμεις του Ασαντ) έχει ήδη αρκετά όπλα, δίπλα του όμως η διεθνής κοινότητα πρέπει να στείλει μια αραβική ή μουσουλμανική δύναμη».
Τον ρωτάμε πώς βλέπει την επόμενη ημέρα στη Δαμασκό μετά την απομάκρυνση του Ασαντ. «Εξαρτάται από το πώς και πότε θα απομακρυνθεί – ελπίζω σύντομα – και από το αν υπάρξει διεθνής συμφωνία». Το σχέδιο που προωθεί ο ίδιος είναι «η μετάβαση της εξουσίας σε κάποιο πρόσωπο που δεν συμμετείχε στις αγριότητες, ο σχηματισμός μιας κυβέρνησης εθνικής συναίνεσης που θα αποτελείται από την αντιπολίτευση και τεχνοκράτες και η διεξαγωγή εκλογών».
Πόσο πιθανό είναι το σενάριο αυτό; «Αρκετά πιθανό αν το δεχθούν η Ρωσία και η Κίνα. Μόνο έτσι θα περάσουμε γρήγορα στην εκλογή μιας δημοκρατικής κυβέρνησης στη Συρία» απαντά. «Διαφορετικά οι επιπτώσεις θα είναι πολύ δύσκολες για όλους». Ο κ. Γκαλιούν – ο οποίος από τη δεκαετία του ’70 ζητεί δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις στον αραβικό κόσμο και έχει την υποστήριξη της Γαλλίας για τη διαδοχή του Ασαντ (καθώς το Παρίσι επιθυμεί μεγαλύτερη επιρροή στη μετά Ασαντ Συρία) – μας λέει ότι δεν συμφωνεί με τα σενάρια περί εμφυλίου πολέμου. «Οι Σύροι έχουν συνειδητοποιήσει βαθιά τον κίνδυνο αυτόν. Αλλωστε έχουν ζήσει από κοντά τον εμφύλιο στον Λίβανο και πιο πρόσφατα στο Ιράκ και καταλαβαίνουν ότι πρέπει να κάνουν το παν για να τον αποφύγουν» προσθέτει. «Τα θύματα όμως είναι χιλιάδες, γι’ αυτό είναι ανάγκη να δοθεί μια πολιτική λύση όσο το δυνατόν πιο γρήγορα».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ