Εθισμένοι στα ψώνια; Αν και απαγορευτικός και μάλλον ανεκπλήρωτος μεσούσης της οικονομικής κρίσης, ο «εθισμός» του είδους εκτός από καταστρεπτικός αποδεικνύεται επίσης εξαιρετικά επίμονος.
Στις ακραίες του εκφράσεις οι ειδικοί έχουν αναγνωρίσει σε αυτόν μια ψυχαναγκαστική διαταραχή την οποία δεν μπορούν να χαλιναγωγήσουν. Τώρα μια ομάδα ερευνητών υποστηρίζει ότι βρήκε μια αποτελεσματική λύση σε ένα φάρμακο το οποίο χρησιμοποιείται ήδη για την αντιμετώπιση της νόσου του Αλτσχάιμερ.
Μανία για ψώνια
Μπορεί υπό τις παρούσες οικονομικές συνθήκες η ακατάσχετη μανία για shopping να ακούγεται σαν… μακρινό όνειρο, όμως η «ονιομανία» ή ψυχαναγκαστική διαταραχή αγορών (Compulsive Shopping Disorder – CSD) είναι διαδεδομένη στις ανεπτυγμένες χώρες του πλανήτη. Στις Ηνωμένες Πολιτείες για παράδειγμα «πλήττει» το 5,8% του πληθυσμού, οδηγώντας το σε σπατάλες πέραν των δυνατοτήτων του και στη συσσώρευση υπέρογκων χρεών στα οποία δεν είναι σε θέση να αντεπεξέλθει.
Η διαταραχή – η οποία συνδέεται κυρίως με το γυναικείο φύλο, εφόσον τέσσερα στα πέντε άτομα που την εμφανίζουν είναι γυναίκες – δεν συνίσταται απλώς στο να μη μπορεί κάποιος να αντισταθεί σε μια βιτρίνα ή στο καρτελάκι των εκπτώσεων αλλά και στο να αγοράζει πράγματα τα οποία δεν του χρειάζονται ενώ το πορτοφόλι του δεν μπορεί να τα αντέξει.
Οι θεραπείες που έχουν δοκιμαστεί ως τώρα για την καταπολέμησή της έχουν αποδειχθεί αναποτελεσματικές στις περισσότερες περιπτώσεις. Για τον λόγο αυτό μια ομάδα ψυχιάτρων αποφάσισε να στρέψει εναντίον της CSD τη μεμεντίνη, ένα φάρμακο που χορηγείται για την πρόληψη της επιδείνωσης των συμπτωμάτων του Αλτσχάιμερ.
Μείωση της παρόρμησης
Η μεμεντίνη βοηθά τους ασθενείς που πάσχουν από τη νόσο του Αλτσχάιμερ να έχουν πιο καθαρή σκέψη μειώνοντας την υπερδραστηριότητα του εγκεφάλου. Παράλληλα όμως μειώνει και την παρόρμηση, ένα χαρακτηριστικό το οποίο συνδέεται άμεσα με τις βιαστικές αποφάσεις και τις άχρηστες αγορές.
«Κατά κάποιον τρόπο οι ψυχαναγκαστικές αγορές μοιάζουν με άλλες εθιστικές συμπεριφορές. Τα άτομα σκέφτονται μόνο την αμεσότητα της ανταμοιβής χωρίς να εξετάζουν τις συνέπειες» εξήγησε ο Τζον Γκραντ, καθηγητής Ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Μινεσότα στη Μινεάπολη και επικεφαλής της μελέτης. «Αναρωτηθήκαμε λοιπόν: θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε ένα φάρμακα που ενισχύει τη λήψη αποφάσεων για να τους βοηθήσουμε;»
Οι ερευνητές χορήγησαν τη μεμεντίνη σε οκτώ «ονιομανείς», όλες γυναίκες, επί δέκα εβδομάδες. Σε όλο αυτό το διάστημα παρακολουθούσαν τις παρορμητικές σκέψεις καθώς και τις αγορές και δαπάνες των εθελοντριών με γνωσιακά τεστ και ερωτηματολόγια. Στο τέλος της μελέτης διαπίστωσαν σημαντική βελτίωση και στους δύο τομείς σε όλες τις εξεταζόμενες.
Τα ευρήματα, τα οποία δημοσιεύθηκαν στην επιθεώρηση «Annals of Clinical Psychiatry», δίνουν ελπίδες για την καταπολέμηση ενός δεινού του καταναλωτικού πολιτισμού το οποίο προσφέρει μεν βραχυπρόθεσμα ευφορία αλλά γρήγορα οδηγεί σε ενοχές και άγχος καταλήγοντας σε προσωπικά και οικογενειακά δράματα.