Ο άνθρωπος που νόμιζε ότι δεν υπάρχει

Ποια στάση οφείλει να έχει ένας άνθρωπος που πιθανόν δεν υπάρχει; Μπορεί να αντιστρέψει αυτή τη συνθήκη και να ελπίζει; Ο Δημήτρης Σωτάκης στήνει σαν ένα θέατρο έναν δικό του κόσμο, απόκοσμο. Είναι γνωστή και από τα προηγούμενα βιβλία του η αγάπη του και η μυθιστορηματική του ροπή προς το μη πραγματικό, το κατ' επίφαση πραγματικό. Η πραγματικότητα γι' αυτόν είναι η αφορμή για να στήσει έναν μη ρεαλιστικό κόσμο που ταλανίζεται από τα άλυτα ζητήματα της πραγματικής κοινωνίας.

Ποια στάση οφείλει να έχει ένας άνθρωπος που πιθανόν δεν υπάρχει; Μπορεί να αντιστρέψει αυτή τη συνθήκη και να ελπίζει; Ο Δημήτρης Σωτάκης στήνει σαν ένα θέατρο έναν δικό του κόσμο, απόκοσμο. Είναι γνωστή και από τα προηγούμενα βιβλία του η αγάπη του και η μυθιστορηματική του ροπή προς το μη πραγματικό, το κατ’ επίφαση πραγματικό. Η πραγματικότητα γι’ αυτόν είναι η αφορμή για να στήσει έναν μη ρεαλιστικό κόσμο που ταλανίζεται από τα άλυτα ζητήματα της πραγματικής κοινωνίας.
Στο μυθιστόρημά του Ο θάνατος των ανθρώπων (εκδ. Κέδρος) η ιστορία έχει επίκεντρο ένα φανταστικό, απομονωμένο από τον υπόλοιπο κόσμο χωριό, τη Θάλχη. Οι κάτοικοί του ζουν ευτυχισμένοι κάνοντας κυρίως αγροτικές εργασίες. Ο νεαρός αφηγητής, ο Μάριος, ζει χωρίς έγνοιες με την οικογένειά του και την αγαπημένη του Δέσποινα. Ξαφνικά στο χωριό ενσκήπτει θανατικό. Πρώτα τα ζώα, αργότερα ένα νεαρό κορίτσι και κατόπιν μεγαλύτεροι σε ηλικία οδηγούνται στον θάνατο, χωρίς οι γιατροί να μπορούν να δώσουν μια σοβαρή εξήγηση.
Ο Μάριος είναι αναστατωμένος, αγχωμένος και αναζητεί εναγωνίως μια ρεαλιστική απάντηση στο κακό που τους συμβαίνει. Από ένα σημείο και μετά είναι ο μόνος που αναζητεί λύσεις. Νιώθει ότι όσο περνάει ο καιρός βρίσκεται απομονωμένος. Η αδελφή του και ο άνδρας της εξαφανίζονται, οι κάτοικοι θάβουν τους νεκρούς τους και ταυτόχρονα επιδίδονται σε πανηγύρια παρουσιάζοντας μια ξαφνική αδιαφορία απέναντι στο «κακό».
Ακόμη και η αγαπημένη του Δέσποινα, που γράφει ένα μυθιστόρημα χωρίς να του αποκαλύπτει το θέμα, απομακρύνεται σταδιακά από αυτόν. Ο Μάριος νιώθει την πραγματικότητα να φεύγει κάτω από τα πόδια του όταν συνειδητοποιεί ότι πιθανόν όλα αυτά για τα οποία αγωνιούσε μέχρι τώρα πιθανόν να μην έχουν συμβεί ποτέ. Το ερώτημα που τον κατατρύχει είναι το κατά πόσο ελέγχουμε τη ζωή μας και πόσο εύκολο είναι να την οδηγήσουμε σε άλλες ατραπούς.
Στο γνώριμο αγχωτικό, εφιαλτικό κλίμα που κορυφώνεται σταδιακά, ο Σωτάκης κεντάει την αμφιβολία που διέπει την ανθρώπινη ύπαρξη. Ενσταλάζει βαθμιαία στον ήρωά του την υποψία ότι «υπάρχει μια τρομακτική παράμετρος που καθορίζει τα πάντα γύρω από τις ανθρώπινες εξελίξεις». Η αδυναμία κατανόησης της ύπαρξης, το αδύνατο να ερμηνευθεί η πραγματικότητα με ανθρώπινα μέτρα είναι το αμείλικτο ερώτημα που δεν θα απαντηθεί παρά στην τελευταία σελίδα του βιβλίου.
Δεξιοτέχνης πια στη σμίλευση του φανταστικού με συμβολικές προεκτάσεις και με ένα θέμα σαφώς πιο ολοκληρωμένο από άποψη προβληματισμού, ο Σωτάκης κάνει ένα βήμα παραπάνω σε σχέση με τα παλαιότερά του βιβλία. Γίνεται πιο διεισδυτικός, βαθύτερος κοινωνικά, πιο ολοκληρωμένος στη χρήση των εκφραστικών του μέσων.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.