Εκπλήξεις επιφυλάσσει η εκλογική αναμέτρηση της 17ης Ιουνίου 2012, που δεν έχουν σχέση μόνον με τους νέους συσχετισμούς των πολιτικών δυνάμεων και τη σύνθεση της νέας Βουλής, αλλά και με τον «εκλογικό χάρτη» της χώρας.
Οι νέες εκλογές αποκτούν άρωμα της εκλογικής αναμέτρησης του Ιουνίου 1985 οπότε ίσχυσε για πρώτη φορά η «λίστα», θα διενεργηθούν με βάση την απογραφή του 2001 και όχι του 2011 γεγονός που εγκυμονεί κινδύνους για την εγκυρότητά τους κυρίως όσον αφορά την κατανομή των βουλευτικών εδρών αν και έχει ήδη εξευρεθεί η «νομική φόρμουλα» ώστε να γίνει υπέρβαση των συνταγματικών προβλέψεων, θα ατονήσουν και θα εκμηδενιστούν οι απαγορεύσεις και οι περιορισμοί των υποψηφίων και θα περιοριστούν δραστικά οι εκλογικές δαπάνες του κράτους.
Οι εκλογές της 17ης Ιουνίου 2011 θα καταγραφούν, εκτός των άλλων, στην ιστορία ως «εκλογές σκληρής λιτότητας»- με εξαίρεση τα πολιτικά κόμματα τα οποία (απο)λαμβάνουν ολόκληρη την «πίττα» των επιχορηγήσεων. Ο πρώην υπουργός Εσωτερικών κ. Τάσος Γιαννίτσης «ξόδεψε» ολόκληρο το κονδύλι που είχε προβλεφθεί για την εκλογική αναμέτρηση της 6ης Μαΐου 2012 και ανερχόταν σε 50 εκατ. ευρώ, από 83 περίπου εκατ. ευρώ που είχαν δαπανηθεί στις εκλογές του 2009. Ως εκ τούτου, για την εκλογική αναμέτρηση της 17ης Ιουνίου 2012 στον σχετικό κωδικό του υπουργείου υπάρχουν σήμερα περίπου 2 εκατ. ευρώ. Βεβαίως, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα εξευρεθούν χρήματα (γίνεται λόγος για περίπου 20 ως 25 εκατ. ευρώ που θα μεταφερθούν από άλλα κονδύλια) για την πραγματοποίηση των εκλογών. Σε κάθε περίπτωση πάντως, όπως αναφέρουν στελέχη του υπουργείου, θα υπάρχει άγριο…μαχαίρι τόσο στο ύψος των εκλογικών επιδομάτων όσο και στον αριθμό των δικαιούχων, οι οποίοι θα κληθούν να εργαστούν…αμισθί.
Η οικονομική ενίσχυση των κομμάτων
Τα πολιτικά κόμματα, αντιθέτως, λαμβάνουν ολόκληρη την «πίτα» της χρηματοδότησης. Για την εκλογική αναμέτρηση της 6ης Μαΐου 2012 πήραν ως εκλογική ενίσχυση 10,2 εκατ. ευρώ. Το 60% αυτού του ποσού «μοιράσθηκε» στα κόμματα τα οποία πριν από την εκλογική αναμέτρηση της 6ης Μαΐου, εκπροσωπούνταν στη Βουλή και στην Ευρωβουλή. Το 40% θα δοθεί στα κόμματα τα οποία πήραν πάνω από 1,5% στις εκλογές της 6ης Μαΐου 2012 και είχαν συνδυασμούς στο 70% των εκλογικών περιφερειών. Εκτός τούτου, τα κόμματα, με κοινή απόφαση των πρώην υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών κ.κ. Τάσου Γιαννίτση και Φίλιππου Σαχινίδη αντίστοιχα, μοιράσθηκαν περίπου 7 εκατ. ευρώ που αντιστοιχούν στην τακτική ενίσχυση του δεύτερου τριμήνου του 2012. Για την εκλογική αναμέτρηση της 17ης Ιουνίου 2012 δικαιούνται ακόμη 6 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων το 60% θα το μοιραστούν μεταξύ τους τα κόμματα που μπήκαν στη Βουλή μετά την εκλογική αναμέτρηση της 6ης Μαΐου (συμπεριλαμβανομένης και της «Χρυσής Αυγής») και το 40% θα το πάρουν τα κόμματα τα οποία θα συγκεντρώσουν πάνω από 1,5% στην προσεχή εκλογική αναμέτρηση.
Η απογραφή του 2011
Οι εκλογές της 17
ης Ιουνίου 2012 αναμένεται να διενεργηθούν με βάση την απογραφή του 2001, μετά και την επίσημη παραδοχή της ΕΛΣΤΑΤ ότι αδυνατεί να ολοκληρώσει την επεξεργασία των στοιχείων της απογραφής του 2011, καθώς επίσης και με τους ίδιους σχεδόν εκλογικούς καταλόγους με τους οποίους διενεργήθηκαν οι εκλογές της 6
ης Μαΐου, αφού δεν προβλέπεται να εγγραφούν νέοι ψηφοφόροι. Παρά ταύτα, καταβάλλεται προσπάθεια οι εκλογικοί κατάλογοι να «εκσυγχρονιστούν» μετά και την πρόσφατη εκλογική αναμέτρηση. Έτσι, θα συμπεριληφθούν σ΄ αυτούς οι «παραληφθέντες» των προηγούμενων εκλογών και θα γίνουν οι αναγκαίες διορθώσεις (ταυτοπροσωπίες, παραλήψεις εγγραφών, αλλαγές στοιχείων, λανθασμένες διαγραφές, λανθασμένες μεταδημοτεύσεις, κ.λ.π.).
Τα στοιχεία της απογραφής, από την άλλη πλευρά, δεν επηρεάζουν το αποτέλεσμα των εκλογών και τα ποσοστά των κομμάτων που προκύπτουν στο σύνολο της επικράτειας με βάση τον αριθμό των εγκύρων ψηφοδελτίων. Επηρεάζουν, όμως, τον αριθμό των εδρών κάθε εκλογικής περιφέρειας, οι οποίες, σύμφωνα με το Σύνταγμα, «ορίζονται με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται αμέσως μετά τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως των επίσημων αποτελεσμάτων της απογραφής του νόμιμου πληθυσμού της χώρας». Το εν λόγω προεδρικό διάταγμα θα κατανείμει τις έδρες με βάση την απογραφή του 2001 με το σκεπτικό ότι «την ημέρα της προκήρυξης των εκλογών, που ήταν η 18η Μαΐου 2012, δεν είχε συμπληρωθεί ένας χρόνος από τη νέα απογραφή (διενεργήθηκε στις 24 Μαΐου 2011), έτσι ώστε να τεθεί σε ισχύ όπως προβλέπει το Σύνταγμα».
Παραμένει ωστόσο αμφίβολο αν η ερμηνεία αυτή θα αποτρέψει την κατάθεση ενστάσεων κατά του κύρους των εκλογών ή και την άσκηση διώξεων σε βάρος των στελεχών της ΕΛΣΤΑΤ για παράβαση καθήκοντος. Σε κάθε περίπτωση πάντως θα επιδιωχθεί μία άτυπη συμφωνία των πολιτικών κομμάτων για τους όρους διενέργειας των εκλογών. Η συμφωνία αυτή διευκολύνεται τόσο από το γεγονός ότι τα στοιχεία της απογραφής δεν επηρεάζουν το αποτέλεσμα όσο και από την εφαρμογή της «λίστας» στην εκλογική αναμέτρηση της 17ης Ιουνίου 2012.
Η «λίστα»
Η «λίστα» που εφαρμόζεται για πρώτη φορά μετά τις εκλογές του 1985 αποτρέπει τον ανταγωνισμό μεταξύ των υποψηφίων, γεγονός που, εκτός των άλλων, εκμηδενίζει και τις απαγορεύσεις και τους περιορισμούς στην προβολή τους από τα μέσα ενημέρωσης, ενισχύει σε μία ιδιαίτερα κρίσιμη πολιτική συγκυρία τους πολιτικούς αρχηγούς και διευκολύνει την έκδοση των αποτελεσμάτων. «Σε περίπτωση που οι βουλευτικές εκλογές διενεργούνται μέσα σε
δεκαοκτώ μήνες από τις προηγούμενες», προβλέπεται στην εκλογική νομοθεσία,
«δεν εφαρμόζονται για τις εκλογές αυτές οι περί εκλογής βουλευτών με σταυρό προτιμήσεως διατάξεις, αλλά οι περί σειράς καταλήψεως εδρών διατάξεις (λίστα) του Π.Δ. 152/1985, που επαναφέρονται σε ισχύ και εφαρμόζονται κάθε φορά για την περίπτωση αυτή». Το Π Δ 152/1985 προβλέπει ότι βουλευτές εκλέγονται οι πρώτοι κατά σειρά υποψήφιοι, της λίστας του ψηφοδελτίου όπως θα την καθορίσει το κόμμα ανά εκλογική περιφέρεια, και όχι οι πρώτοι σε σταυρούς προτίμησης. Τα κόμματα μάλιστα δεν δεσμεύονται να βάλουν πρώτους στη λίστα ως υποψήφιους τους εκλεγέντες στην προηγούμενη εκλογική αναμέτρηση (εν προκειμένω της 6ης Μαΐου 2012) βουλευτές που είχαν λάβει και τους περισσότερους ψήφους, παρότι κάτι τέτοιο θεωρείται ως «ηθικά αποδεκτό». Η λίστα λειτουργεί ενισχυτικά της άποψης ότι από την προσεχή εκλογική αναμέτρηση θα προκύψει και νέα ανανέωση της Βουλής που δεν θα είναι επακόλουθο μόνον της διαφοροποίησης των ποσοστών των πολιτικών κομμάτων.
Το μπόνους των 50 εδρών
Στην προσεχή εκλογική αναμέτρηση οι συνδυασμοί των πολιτικών κομμάτων και, κυρίως, του ΣΥΡΙΖΑ θα έχουν υποστεί τροποποιήσεις. Ο λόγος είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ που με βάση τα δημοσκοπικά ευρήματα διεκδικεί ακόμη και την πρώτη θέση, κινδυνεύει να απολέσει το μπόνους των 50 εδρών που δίνει στο πρώτο κόμμα ο υφιστάμενος εκλογικός νόμος. Το «μπόνους» δίνεται σε συνασπισμούς μόνον εφόσον «ο μέσος όρος της δύναμης των κομμάτων, που τον απαρτίζουν, είναι μεγαλύτερος από τη δύναμη του αυτοτελούς κόμματος, που συγκέντρωσε το μεγαλύτερο αριθμό έγκυρων ψηφοδελτίων. Ο μέσος όρος προκύπτει από τη διαίρεση του ποσοστού που έλαβε ο ανωτέρω συνασπισμός δια του αριθμού των κομμάτων που τον αποτελούν».
Η πρόβλεψη αυτή λειτουργεί συμπληρωματικά της πολιτικής συγκυρίας που υπαγορεύει την μετεξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ σε πολιτικό κόμμα, κάτι που θα επισφραγιστεί και με σχετική αίτηση του στο Α’ Τμήμα του Αρείου Πάγου που είναι, εκτός των άλλων, και αρμόδιο για να αποφαίνεται πότε ένας συνδυασμός αποτελεί συνασπισμό κομμάτων. Βεβαίως, το πρόβλημα αυτό το αντιμετωπίζουν και τα υπόλοιπα κόμματα που αποτελούν ήδη συνασπισμούς ( «Χρυσή Αυγή», «Δράση» , «Ανεξάρτητοι Έλληνες») ή συνασπίζονται ενόψει των επικείμενων εκλογών (ΝΔ με Δημοκρατική Συμμαχία, Δράση με Δημιουργία Ξανά κ.λπ).