Ολα ξεκίνησαν από ένα απροσδόκητο ναυάγιο στον νορβηγικό Νότο, στη θάλασσα του Κίλσουν, το φαινομενικά ήρεμο καλοκαίρι του 1970. Ο Αξελ Βίντινγκ και η Ρεμπέκα Φροστ, δύο ανοιχτόμυαλοι έφηβοι που δεν έχουν καμία ανησυχία να είναι και φίλοι και εραστές, ρεμβάζουν αμέριμνοι στο πολυτελές εξοχικό σπίτι των γονιών της δεύτερης που βρίσκεται στη χερσόνησο Μπίγκντεϊ.
«Εδώ, που λες, ακριβώς εδώ, μια φορά, τον 19ο αιώνα, ο Ρίχαρντ Βάγκνερ έπεσε σε θαλασσοταραχή. Ψάχνοντας, βρήκε καταφύγιο στον όρμο του νησιού Μπορόι, εδώ δίπλα. Ετσι του ήρθε η ιδέα για τον Ιπτάμενο Ολλανδό» λέει στον 18χρονο πιανίστα η επίσης συνομήλική του πιανίστρια. Ενώ φλερτάρουν και συζητούν για μουσική και λογοτεχνία πίνοντας τα ποτά τους, εμφανίζεται ξαφνικά μια θύελλα από τα ανατολικά που αρχίζει να βυθίζει ένα ιστιοπλοϊκό μπροστά στα έκπληκτα μάτια τους.
Είναι οι μοναδικοί αυτόπτες μάρτυρες. Βλέποντας το πλήρωμα να παλεύει με τα κύματα για να σωθεί, πετάνε στη θάλασσα ένα ιδιόκτητο σκάφος και σπεύδουν να βοηθήσουν. Στο τέλος αυτής της περιπέτειας, με την οποία αρχίζει το μυθιστόρημα Το ποτάμι του νορβηγού μουσικοσυνθέτη και συγγραφέα Κέτιλ Μπγιόρνσταντ (γεν. 1952), επιζούν όλοι πλην ενός ψυχιάτρου ονόματι Εριχ, ο οποίος είχε καλέσει σε αυτή τη βόλτα αναψυχής τη Μαριάνε Σκουγκ, μια βασανισμένη γυναίκα και παλιά γνώριμη του Αξελ.
Η Μαριάνε μέσα σε λίγες εβδομάδες, προτού καν συμπληρώσει τα 40 χρόνια της, είχε χάσει τα πάντα. Ο σύζυγός της, ο νευροχειρουργός Μπρορ, αυτοπυροβολήθηκε στο υπόγειο του σπιτιού τους και λίγο αργότερα η κόρη τους Ανια, άλλο ένα εύθραυστο ταλέντο το οποίο γνωρίσαμε στην εξαιρετική Λέσχη των νέων πιανιστών (εκδ. Πόλις, 2009), έσβησε αργά και βασανιστικά από την ασιτία.
Μελωδική ενηλικίωση
Το ποτάμι είναι μια εξίσου καλογραμμένη συνέχεια αυτού του βιβλίου, που διαβάζεται όμως και αυτόνομα. Πρόκειται για ένα κλασικό bildungsroman, ένα μελωδικό μυθιστόρημα για τη σύνθετη ενηλικίωση ενός ταλαντούχου σολίστ και τον συναισθηματικό αγώνα του να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της τέχνης και της ζωής χωρίς να απογοητεύσει τον εαυτό του. Ενα βιβλίο για τις ευεργετικές και παρηγορητικές όψεις της ίδιας της θλίψης, που είναι σύμφυτη με την ανθρώπινη εμπειρία και την καλλιτεχνική ευαισθησία.
Η Ανια υπήρξε η πρώτη αγάπη του Αξελ, ο οποίος παλεύει να ξεπεράσει, πέραν αυτής της απώλειας, και την οδυνηρή αυτοκτονία της μητέρας του στον καταρράκτη ενός δάσους με σκλήθρες που το διασχίζει ένα σκοτεινό ποτάμι κοντά στο σπίτι του, σε ένα προάστιο του Οσλο. Παράλληλα ετοιμάζεται για την πρώτη του επίσημη συναυλία ως πολλά υποσχόμενου πιανίστα που φιλοδοξεί, όπως θα ήθελε η Σέλμα Λύνγκε, η διάσημη και απαιτητική μουσικοπαιδαγωγός που τον έχει αναλάβει, να σταθεί στο ύψος ενός Ρουμπινστάιν, ενός Χόροβιτς, μιας Μάρθας Αργκεριχ, ακόμη και αν η ίδια πρέπει να του χτυπήσει βίαια τα δάχτυλα με έναν χάρακα προκειμένου να συνετιστεί και να προσηλωθεί στον επαγγελματικό του στόχο.
Ο Αξελ συγκινείται αφάνταστα με την Τρίτη Συμφωνία του Μάλερ, αλλά επιλέγει να αναμετρηθεί στο ντεμπούτο του με το opus 110 του Μπετόβεν, την προτελευταία σονάτα που έγραψε για πιάνο. «Ενας σαλιάρης, βρομιάρης Σούμπερτ» τον επισκέπτεται κάθε τόσο στα όνειρά του και είναι αυτός που προοδευτικά τον πείθει να ανακαλύψει τον θησαυρό που κρύβει μέσα του, τη δική του προσωπική μουσική.
Ερωτας με μια χίπισσα
Τα πράγματα θα πάρουν μια εντελώς διαφορετική και απρόβλεπτη τροπή όταν ο Αξελ αποφασίζει να εγκαταλείψει το σπίτι στο οποίο διαμένει (του το παραχώρησε ο πρώην δάσκαλός του που επίσης αυτοκτόνησε) για να μετακομίσει στο καλόγουστο, μα πένθιμο σπίτι της Μαριάνε, και συγκεκριμένα στο δωμάτιο της νεκρής πλέον αγαπημένης του (η οποία είχε και μια λεσβιακή εμπειρία με την αδελφή του την Κατρίνε), όπου τα πορτρέτα του Μπαχ και του Μπετόβεν κρέμονται επιβλητικά στους τοίχους.
Τότε ξεσπά ένας παράφορος έρωτας ανάμεσα σε δύο ανθρώπους που ηλικιακά τους χωρίζει περίπου μία εικοσαετία. Ο Αξελ έρχεται αντιμέτωπος με το παρελθόν της Μαριάνε, μιας απελευθερωμένης μανιοκαταθλιπτικής χίπισσας που πέρασε από το Γούντστοκ και διέπρεψε στον αγώνα υπέρ του δικαιώματος των γυναικών στις εκτρώσεις. Εκείνη του βάζει να ακούσει για πρώτη φορά Τζόνι Μίτσελ, εκείνη του ανοίγει το μονοπάτι προς τη μουσική της εποχής του και εκείνη του αποκαλύπτει τα μεγάλα πολιτικά ζητήματα που απασχολούν την υφήλιο.
Η σχέση τους χαρακτηρίζεται από ελευθερία και αμοιβαία κατανόηση. Εκείνος ισχυρίζεται ότι δεν μπορεί να ζήσει μακριά της, της συμπαραστέκεται όταν μπαίνει σε μια κλινική αποκατάστασης και την προσμένει με τα αισθήματά του άσβεστα. Στο τρίτο μέρος του βιβλίου μάς δημιουργούνται προσδοκίες εξιλέωσης, το τέλος ωστόσο είναι τραγικό, αφήνει ένα ρεύμα ερμητικότητας να διαπεράσει την ιστορία προς τα πίσω.
Μολονότι η πλοκή αρχίζει να γίνεται φοβερά προβλέψιμη από ένα σημείο και μετά, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι σε αυτού του είδους τα μυθιστορήματα σημασία έχουν η ένταση και η πειστικότητα στην αποτύπωση των συναισθημάτων. Ο συγγραφέας αυτό το πετυχαίνει και με το παραπάνω.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ