Πολλοί από όσους πίστεψαν ότι με την είσοδο της τρόικας στην Ελλάδα και την πτώση της κυβέρνησης Γ. Α. Παπανδρέου τελείωσε η περίοδος της Μεταπολίτευσης θα πρέπει να αισθάνονται ότι τα αποτελέσματα των εθνικών εκλογών τούς διαψεύδουν. Διότι, αν το κύριο χαρακτηριστικό της διακυβέρνησης Παπανδρέου ήταν η μετατροπή του ξέφραγου αμπελιού του κράτους της Νέας Δημοκρατίας σε παιδική χαρά αφελών ουμανιστικών ευχών και οραμάτων, η άνοδος στο προσκήνιο της πολιτικής μας ζωής κομμάτων όπως ο ΣΥΡΙΖΑ και οι Ανεξάρτητοι Ελληνες και αρχηγών όπως ο κ. Τσίπρας και ο κ. Καμμένος δείχνει ότι όχι μόνο το πεδίο της παιδικής χαράς έχει αναζωογονηθεί με νέο αίμα αλλά και ότι ο ελληνικός λαός δεν έχει τη διάθεση να απαλλαγεί από τη μεταπολιτευτική νοοτροπία του.
Βέβαια στο πεδίο αυτό έχουν εισβάλει με σιδερολοστούς στα χέρια και τα αφηνιασμένα παιδιά του ελληνικού εθνικοσοσιαλισμού με τον δικό τους αρχηγό εκτοπίζοντας παντελώς τους αδέξιους ακροδεξιούς του κ. Καρατζαφέρη, η απόρριψη των καιροσκοπικών μεταμορφώσεων του οποίου έδειξε ότι ο ελληνικός λαός θέλει ξεκάθαρες, καθαρτικές των ανομημάτων του, τοποθετήσεις. Οσο για το ΚΚΕ, η μη προσχώρηση σε αυτό νέων οπαδών, παρά τις ξέχειλες πάθους κινητοποιήσεις του, επιβεβαιώνει τη διαπίστωση ότι, παρά τις εκάστοτε κοινωνικοπολιτικές μεταλλαγές, ο αριθμός στην Ελλάδα των πάσης φύσεως παλαιοημερολογιτών παραμένει αναλλοίωτος.
Αναρωτιέται κανείς σε τι διαφέρουν από την περίφημη προεκλογική βεβαιότητα του κ. Παπανδρέου ότι «λεφτά υπάρχουν» οι προεκλογικές διακηρύξεις των κκ. Τσίπρα και Καμμένου για κατάργηση των υποχρεώσεών μας του μνημονίου. Οπως ο κ. Παπανδρέου επεξήγησε, κατόπιν εορτής, ότι με τη φράση του εννοούσε πως θα μπορούσαν να βρεθούν χρήματα με ποικίλους τρόπους (τους οποίους, βέβαια, δεν προσδιόριζε προεκλογικώς και δεν κατόρθωσε να υλοποιήσει μετεκλογικώς – αν υποθέσουμε ότι το επιχείρησε), έτσι και οι δύο εν λόγω αρχηγοί, που δηλώνουν ότι τα κόμματά τους επιθυμούν να παραμείνουμε στην ευρωζώνη, μας διαβεβαιώνουν ότι τα λεφτά που υπάρχουν είναι εκείνα που θα συσσωρευθούν αφενός με τη διαπρύσια καταγγελία της σύμβασης του μνημονίου (ο ΣΥΡΙΖΑ τώρα μιλάει συγχρόνως – ανερυθρίαστα – και για αναδιαπραγμάτευσή της) και αφετέρου με την – υποτιθέμενη – συνέχιση της δωρεάς εισροής στη χώρα μας ευρωπαϊκών δισεκατομμυρίων (η δημαγωγία σε όλο της το μεγαλείο).
Η ιστορία δείχνει ότι οι λαϊκές ετυμηγορίες δεν είναι πάντοτε αλάνθαστες. Βέβαια ο ελληνικός λαός ψήφισε στις παρούσες εκλογές εν θερμώ: υπό το κράτος αγανάκτησης και οργής εναντίον των δύο κομμάτων εξουσίας που λυμαίνονταν τον τόπο. Ψήφισε και υπό το κράτος φτώχειας και απελπισίας για τη βίαιη αποκοπή του από την ευρωπαϊκή ευμάρεια, την οποία θεωρούσε δικαιωματική του κατάκτηση – εκφράστηκε, δηλαδή, με αισθήματα που δικαιολογούν, ως έναν βαθμό, τις όχι ψύχραιμες εκλογικές αποφάσεις του. Λέω «ως έναν βαθμό» γιατί η προσεκτική μελέτη των εκλογικών αποτελεσμάτων δείχνει ότι αυτά δεν είναι απόρροια οργής και απελπισίας μόνο• ότι έχουν παραχθεί και από την κοινή πεποίθηση ότι με το μνημόνιο ο λαός στερείται τις αναφαίρετες, όπως πιστεύει, παροχές που του επιδαψίλευαν ανέξοδα επί δεκαετίες τα δύο εναλλασσόμενα κόμματα εξουσίας, αλλά και η ιδιότυπη ισχύς της ποικιλόμορφης Αριστεράς• παροχές τις οποίες, βέβαια, εξεμαίευε και ο ίδιος ο λαός όχι μόνο συννόμως αλλά και, σε εγκληματική έκταση, παρανόμως. Εκείνο που δείχνει ότι το γενικό πνεύμα της Μεταπολίτευσης παραμένει ακόμη ζωντανό είναι η αντίληψη πως δεν χρωστάμε τίποτε και ότι η επιβολή μιας έστω και μερικής εκπλήρωσης των υποχρεώσεών μας αποτελεί εκχώρηση της εθνικής μας κυριαρχίας.
Δεν είναι λίγοι αυτοί που νιώθουν ότι η εκλογική ετυμηγορία υπαγορεύτηκε περισσότερο από το αίσθημα που με τόση ενάργεια έχει κωδικοποιήσει ο εθνικός μας θούριος («Του Ελληνος ο τράχηλος ζυγόν δεν υπομένει»)• και μάλιστα με τρόπο που ενθάρρυνε τους κερδισμένους των εκλογών να επιδεικνύουν μιαν ασύμμετρη με τις διαστάσεις της νίκης τους υπεροψία. Θα περίμενε κανείς ότι μετά το τόσο θετικό γι’ αυτούς αποτέλεσμα ο ΣΥΡΙΖΑ και οι Ανεξάρτητοι Ελληνες, αντιλαμβανόμενοι την κρισιμότητα των περιστάσεων, θα έβαζαν νερό στο κρασί τους. Αντ’ αυτού τους βλέπουμε να έχουν περιπέσει στην κατάσταση της βαθιάς «υπεροψίας και μέθης» που περιγράφει ο Καβάφης στο ποίημά του «Ο Δαρείος». Προσέξτε τη διατύπωση του τελεσίγραφου που ο στρατάρχης του ΣΥΡΙΖΑ – καβάλα στο ξύλινο αλογάκι του και κραδαίνοντας το ξίφος του – απηύθυνε αμέσως μετά την ανακοίνωση των εκλογικών αποτελεσμάτων προς τους αρχηγούς της Νέας Δημοκρατίας και του ΠαΣοΚ:
«Αν έχουν ειλικρινά μετανιώσει για τις καταστροφικές τους επιλογές που διέλυσαν την κοινωνία, μέχρι αύριο που θα τους συναντήσω να έχουν ήδη στείλει επιστολή στους ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ενωσης και των κρατών-μελών της που να αναφέρει ρητά και κατηγορηματικά ότι δεν ισχύουν οι δεσμεύσεις που ανέλαβαν σε παλαιότερη επιστολή τους».
Το ιταμό ύφος με το οποίο ο αριστερός κ. Τσίπρας απαιτεί δηλώσεις μετανοίας παρόμοιες με εκείνες του μετεμφυλιακού κράτους της Δεξιάς δεν είναι, αναλογικά, διαφορετικό από το «εγέρθητω» που απηύθυνε προς τους εμβρόντητους δημοσιογράφους ο μυώδης υπαρχηγός του κ. Μιχαλολιάκου.
Ο κ. Νάσος Βαγενάς είναι καθηγητής της Θεωρίας και Κριτικής της Λογοτεχνίας στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ