Ας μην προδικάζουμε το τέλος του παιχνιδιού

Ο όρος «μεσαίος χώρος» είναι προβληματικός και στο επίπεδο των κοινωνικών επιστημών και στο επίπεδο του καθημερινού λόγου, αφού η σημασία του αλλάζει ανάλογα με το πλαίσιο στο οποίο χρησιμοποιείται. Για αυτό τον λόγο θα αποφύγω έναν συγκεκριμένο ορισμό ελπίζοντας πως στο πλαίσιο των επιχειρημάτων μου η έννοια του όρου θα αποσαφηνιστεί.

Ο όρος «μεσαίος χώρος» είναι προβληματικός και στο επίπεδο των κοινωνικών επιστημών και στο επίπεδο του καθημερινού λόγου, αφού η σημασία του αλλάζει ανάλογα με το πλαίσιο στο οποίο χρησιμοποιείται. Για αυτό τον λόγο θα αποφύγω έναν συγκεκριμένο ορισμό ελπίζοντας πως στο πλαίσιο των επιχειρημάτων μου η έννοια του όρου θα αποσαφηνιστεί.
Στη σημερινή συγκυρία δύο είναι τα θέματα που παίζουν κυρίαρχο ρόλο στον δημόσιο χώρο: το μνημόνιο και το μεταναστευτικό. Σε ό,τι αφορά το πρώτο, η πλειονότητα των πολιτών επιθυμεί από τη μια μεριά να παραμείνει η χώρα στο ευρώ, ενώ από την άλλη θέλει μια σοβαρή αναδιαπραγμάτευση της δανειακής σύμβασης ούτως ώστε να περάσουμε από τη λογική της λιτότητας που εντείνει την ύφεση και την ανεργία, στη λογική της κοινωνικής αλληλεγγύης και της ανάπτυξης. Σε ό,τι αφορά το μεταναστευτικό πρόβλημα, η πλειονότητα θέλει πολύ αυστηρότερα μέτρα ελέγχου της μεταναστευτικής ροής και αυστηρή φύλαξη (με τη βοήθεια των εταίρων μας) των εθνικών συνόρων. Θέλει όμως επίσης και την ανθρώπινη μεταχείριση των μεταναστών.
Στο πολιτικό/ κομματικό επίπεδο όμως κανένα από τα ραγδαία ανερχόμενα κόμματα δεν αντιπροσωπεύει τις παραπάνω στάσεις της πλειονότητας των πολιτών. Υπάρχει δηλαδή μια έντονη αναντιστοιχία μεταξύ του κοινωνικού και του κομματικού χώρου. Με άλλα λόγια, ο κοινωνικός «μεσαίος» χώρος δεν αντιπροσωπεύεται από ένα ανερχόμενο, δυναμικό κόμμα που να προωθεί τις επιθυμίες και τα συμφέροντα του «μέσου» Ελληνα. Οπως δείχνουν τα αποτελέσματα των εκλογών, βλέπουμε από τη μια μεριά τη συρρίκνωση των δύο πρώην «κομμάτων εξουσίας» που κατά κάποιον τρόπο, μέσω του δικομματισμού, αποτελούσαν τον μεσαίο χώρο – ή τουλάχιστον, ως πολυσυλλεκτικά κόμματα, είχαν στο εσωτερικό τους έναν μεσαίο χώρο. Από την άλλη μεριά, κατά τη γνώμη μου, τα κόμματα με τον μεγαλύτερο δυναμισμό δεν αντιπροσωπεύουν την πλειονότητα των πολιτών. Ετσι, ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να μείνουμε στην ευρωζώνη, αλλά προτείνει μια πολιτική που, αν εφαρμοστεί, μάλλον θα μας οδηγήσει στην άτακτη πτώχευση. Οσο για τη ΔΗΜΑΡ, αυτή θέλει να συνεχίσουμε την ευρωπαϊκή πορεία, αλλά συγχρόνως επιμένει στην «απαγκίστρωση» από το μνημόνιο, χωρίς όμως να διευκρινίζει τι ακριβώς εννοεί με τον όρο απαγκίστρωση.
Περνώντας τώρα στους Ανεξάρτητους Ελληνες, το άλλο δυναμικό, ανερχόμενο κομματικό μόρφωμα – εδώ, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ – είναι εναντίον του μνημονίου. Αντίθετα όμως από τον τελευταίο, έχει μια βάρβαρη, ρατσιστική πολιτική εναντίον των μεταναστών. Τέλος, σε ό,τι αφορά την άλλη μεγάλη έκπληξη των εκλογών, δηλαδή τη Χρυσή Αυγή, αυτή ακολουθεί μια αντιμνημονιακή και συγχρόνως νεοναζιστική πολιτική που την τοποθετεί στο δεξιό άκρο της κομματικής αρένας.
Τι γίνεται τώρα στις (πιθανές) επόμενες εκλογές; Αν η ΝΔ και το ΠαΣοΚ συνεχίσουν την πτωτική τους πορεία και ο ΣΥΡΙΖΑ την ανοδική, τότε το κόμμα του κ. Τσίπρα ίσως μπορέσει (με τη συνδρομή και άλλων κομμάτων) να σχηματίσει κυβέρνηση. Σε αυτή την περίπτωση η πόλωση θα ενταθεί και ο λεγόμενος μεσαίος χώρος θα τείνει προς περαιτέρω συρρίκνωση. Υπάρχει όμως και η αντίθετη πιθανότητα. Αν οι παραδοσιακοί ψηφοφόροι της ΝΔ και του ΠαΣοΚ καταψήφισαν τα δύο κόμματα όχι λόγω ιδεολογίας αλλά για να τιμωρήσουν αυτούς που έφεραν τη χώρα στο σημερινό αδιέξοδο, τότε τα πράγματα μπορούν να πάνε προς την αντίθετη κατεύθυνση. Γιατί η θεαματική άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ και η ακραία αντιμνημονιακή στρατηγική του (που το πιο πιθανό είναι να μας φέρει στη χωρίς τη στήριξη των εταίρων μας πτώχευση) μπορεί να οδηγήσουν τους πρώην ψηφοφόρους της ΝΔ και του ΠαΣοΚ πάλι στους κόλπους του «μεσαίου χώρου».
Με άλλα λόγια, δεν είναι καθόλου σίγουρο πως στις επερχόμενες εκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ θα εξακολουθήσει την ανοδική του πορεία. Μπορεί να συμβεί το αντίθετο, όπως επί αρχηγίας Αλαβάνου. Δηλαδή απότομη άνοδος και εξίσου απότομη πτώση. Εκτός βέβαια αν ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ ακολουθήσει τη μεταβαλλόμενη «ευέλικτη» πολιτική του Ανδρέα Παπανδρέου έναντι της τότε ΕΟΚ. Οπως είναι γνωστό, ο Ανδρέας, σκεπτόμενος ρεαλιστικά, άλλαξε απότομα πλεύση: από την απόρριψη στη συνέχιση της συμμετοχής μας στην τότε ΕΟΚ. Αν ο Τσίπρας ακολουθήσει την ανδρεϊκή συνταγή, θα μπορούσε π.χ. να ισχυρισθεί πως, λόγω «νέων εξελίξεων», η απόρριψη του μνημονίου πρέπει να γίνει σταδιακά.
Πάντως ένα είναι σίγουρο. Αν μια διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ σημαίνει αυτόματα τη συνολική απόρριψη της δανειακής σύμβασης, πολλοί ψηφοφόροι θα το σκεφθούν δύο φορές να ξαναψηφίσουν Τσίπρα. Κυρίως τώρα που μια σειρά εξελίξεων κάνουν πολύ πιο δύσκολη τη συνέχιση της υφεσιακής στρατηγικής της λιτότητας. Εξελίξεων όπως η νίκη του Ολάντ, ο πολλαπλασιασμός των φωνών που αντιτίθενται στη βάρβαρη και συγχρόνως βλακώδη πολιτική της κυρίας Μέρκελ, η πιθανή έκδοση ευρωομολόγου το 2013, η εξίσου πιθανή νίκη των Σοσιαλδημοκρατών στις επόμενες γερμανικές βουλευτικές εκλογές κτλ. Με βάση τα παραπάνω πολλοί ψηφοφόροι θα προτιμήσουν να περιμένουν τις μελλοντικές ευνοϊκές για μας εξελίξεις από την απότομη βουτιά στα θολά νερά μιας μη ελεγχόμενης πτώχευσης.
Συμπερασματικά, είναι πολύ νωρίς για να αποφανθεί κάποιος αν ο μεσαίος χώρος στη χώρα μας θα καταρρεύσει. Γιατί δεν μπορούμε να πούμε με σιγουριά αν στις επόμενες εκλογές τα πρώην κόμματα εξουσίας θα συνεχίσουν την πτωτική τους πορεία – καθώς και εάν τα πιο ριζοσπαστικά κόμματα που κέρδισαν ψήφους στις εκλογές της 6ης Μαΐου θα συνεχίσουν τη δυναμική τους άνοδο.

Ο κ. Νίκος Μουζέλης είναι ομότιμος καθηγητής Κοινωνιολογίας στη London School of Economics.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.