Δύο δολοφονίες ρώσων αξιωματούχων και μια δικαστική απόφαση για διαφθορά επανέρχονται στην επικαιρότητα με αφορμή την υπόθεση των περιουσιακών στοιχείων του Ακη Τσοχατζόπουλου και την προμήθεια των ρωσικών αυτοκινούμενων αντιαεροπορικών συστημάτων TOR Μ-1 του ομίλου Αλμάζ-Αντέι. Κυρίως όμως η υπόθεση, όπως εύγλωττα καταγράφεται και στο πόρισμα των εισαγγελέων Ευγενίας Κυβέλου και Ελένης Σίσκου, αφορά τις συμφωνίες για τα αντισταθμιστικά, που στοίχισαν 73 εκατ. δολάρια. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή: το πρωί της 6ης Ιουνίου 2003 ο έλληνας γενικός γραμματέας Εξοπλισμών του ΥΠΕΘΑ μάταια περίμενε τον Ιγκόρ Κλίμοφ, γενικό διευθυντή της εταιρείας Αλμάζ-Αντέι. Ενα τέταρτο πριν από το ραντεβού τους ο Κλίμοφ δολοφονείται σε ξενοδοχείο της Κόκκινης Πλατείας ακριβώς έξω από το σπίτι του.
Ο Ιγκόρ Κλίμοφ ήταν όχι μόνο διευθυντής της εταιρείας αλλά και στενός συνεργάτης του προέδρου Πούτιν. Είχε αναλάβει να αποκαλύψει τη διαφθορά στην εταιρεία την οποία είχε αναλάβει. Ο γενικός διευθυντής της Αντέι διαβεβαίωνε ότι τα χρήματα-μίζες είχαν κατατεθεί από τον πρώην διευθυντή της εταιρείας του Βορομπιόφ σε τρεις τράπεζες: μία του Μαυροβουνίου, μια άλλη στη Μόσχα και στην Chase Manhattan Bank μέσω υπεράκτιων εταιρειών.
Η ρωσική αστυνομία είχε καταθέσεις αυτοπτών μαρτύρων ότι οι δολοφόνοι προσπάθησαν να πάρουν τον χαρτοφύλακα του Κλίμοφ από τα χέρια του. Το γεγονός ότι δεν τα κατάφεραν συνετέλεσε στο να υπάρξουν αποδείξεις αφού περιείχε χαρτιά για τα ελληνικά αντισταθμιστικά οφέλη. Το ίδιο απόγευμα δολοφονήθηκε και ο στενός συνεργάτης του Κλίμοφ Σεργκέι Σίτκο. Εκείνος ήταν οικονομικός υπεύθυνος της εταιρείας RATEP, εταιρείας-μετόχου της Αντέι. Και αυτός ήξερε πολλά για την υπόθεση…
Οι δύο άνδρες με προσωπική εντολή του προέδρου Πούτιν είχαν έρθει στη χώρα μας είκοσι ημέρες πριν και συγκεκριμένα τον Μάιο του 2003. Επισκέφθηκαν το ελληνικό υπουργείο Αμυνας και από εκεί τους παρέπεμψαν στη Γενική Γραμματεία Οικονομικού Σχεδιασμού και Αμυντικών Επενδύσεων. Το ραντεβού με τον κ. Τραυλό (γραμματέα επί Παπαντωνίου) είχε κλειστεί για να δοθούν εξηγήσεις για τους λογαριασμούς, που σήμερα καταγράφονται από έλληνες εισαγγελείς, αλλά τότε ήταν γνωστοί στη ρωσική πλευρά, όπως αποδεικνύεται. Αφορούσαν την περίοδο υπουργείας του Ακη Τσοχατζόπουλου.
Η ρωσική Δικαιοσύνη, παρά τις δολοφονίες, προχώρησε την έρευνα και, όπως καταγράφεται σήμερα στο εισαγγελικό πόρισμα, εξέδωσε καταδικαστική απόφαση στις 4 Απριλίου 2005 για υπόθεση διαφθοράς για τα TOR M-1. Σύμφωνα με την απόφαση, «οι Μ. Βοκτόροβιτς, Μ. Β. Βορομπιόφ και Β. Αλεξέεφ καταδικάστηκαν σε φυλάκιση τεσσάρων χρόνων ο καθένας για αποκόμιση κερδών και οφελών για λογαριασμό τρίτων… Εξυφάνθηκε ένα πονηρό και εγκληματικό σχέδιο κατά το οποίο πληρώθηκαν για εικονικές υπηρεσίες εκατομμύρια δολάρια… Ετσι στις 26 Φεβρουαρίου 1999 ο Βορομπιόφ προέβη στη σύμβαση 00Α/99 με το ΥΠΕΘΑ για την προμήθεια στρατιωτικού εξοπλισμού στην Ελλάδα ύψους άνω των 800.000.000 δολαρίων. Ταυτόχρονα υπέγραψε και σύμβαση αντισταθμιστικών. Η εταιρεία Drumilan International ορίστηκε ως αποδεκτός συμβαλλόμενος με αρμοδιότητα την εφαρμογή των αντισταθμιστικών… Στην πραγματικότητα παραβίασε σκοπίμως τις νόμιμες διαδικασίες συναλλαγής και αντικατέστησε την ελληνική Drumilan από την κυπριακή Drumilan…».
Σύμφωνα με τις εισαγγελείς και τα αποδεικτικά στοιχεία, η υπόθεση συνδέεται με τη δικογραφία για τα περιουσιακά, αφού ο σύρος εκπρόσωπος της Drumilan Fouad Al Zayat κατέθεσε σε λογαριασμό της άλλης εξωχώριας εταιρείας συμφερόντων Ακη Τσοχατζόπουλου Blue Bell το ποσό των 16.202.000 ελβετικών φράγκων με έξι επιταγές σε λογαριασμό στην Ελβετία. Τα ποσά που δόθηκαν με επιταγές εισπράχθηκαν από τον εξάδελφο του κ. Τσοχατζόπουλου Ν. Ζήγρα. Οι δύο εισαγγελείς χαρακτηρίζουν αυτό το ποσό «δώρο» στον πρώην υπουργό ο οποίος συνήψε τη σύμβαση και για τα αντισταθμιστικά.
Τώρα η ελληνική Δικαιοσύνη, επτά χρόνια μετά την έκδοση απόφασης από τη ρωσική Δικαιοσύνη, ερευνά δύο ακόμη εταιρείες οι οποίες φέρεται να εισέπραξαν άλλα 16 εκατ. ελβετικά φράγκα την ίδια ημέρα από τον Fouad Al Zayat. Πρόκειται για τις offshore Ρ&Α Investments και Beeston Management SA.
Σύμφωνα με το ελληνικό πόρισμα, και οι δύο εταιρείες Drumilan «
δεν εμπλέκονται με νόμιμο τρόπο στη σύμβαση των TOR M-1 και των αντισταθμιστικών». Από τους έλληνες εισαγγελείς επισημαίνεται ότι το ποσό των 25.810.757 δολαρίων που εκταμιεύθηκε από τη ρωσική Αντέι αντιστοιχεί ακριβώς στο 10% των 250.000.000 δολαρίων που πιστώθηκαν προκαταβολικά από το ελληνικό υπουργείο Αμυνας. Το ποσό αυτό, σύμφωνα με το δικαστήριο της Μόσχας, διατέθηκε για πληρωμές
«υπηρεσιών τρίτων».
Βίκυ Σταμάτη
«Δεν είδα τίποτε, δεν γνωρίζω τίποτε»
Σκεπτικισμό εκφράζει με δήλωσή του στο «Βήμα» ο δικηγόρος κ. Γιάννης Μαντζουράνης ως προς την επιλογή του χρόνου, προεκλογικά, για απολογία και προφυλάκιση κυρίως των μελών της οικογένειας Τσοχατζόπουλου, που είναι και μητέρες ανήλικων παιδιών. Εκφράζει έτσι την απορία και πολλών άλλων νομικών, που επιθυμούν να κρατήσουν την ανωνυμία τους, κατά πόσο ήταν απαραίτητο, ακόμη και για την εξασφάλιση της παρουσίας των εμπλεκομένων στη σοβαρή αυτή υπόθεση, να προφυλακιστεί η Αρετή Τσοχατζοπούλου, μητέρα τριών ανήλικων παιδιών, αλλά και η σύζυγος του Ακη Τσοχατζόπουλου Βασιλική Σταμάτη, μητέρα ενός ανήλικου αγοριού πεντέμισι χρόνων.
«Εάν και εφόσον αληθεύει», λέει ο κ. Μαντζουράνης, «ότι όλα τα αποδεικτικά της σε βάρος τους κατηγορίας στοιχεία ήταν γνωστά και στη διάθεση των δικαστικών αρχών εδώ και πολλούς μήνες, τότε η επιλογή του χρόνου κλήσης σε απολογία και επιβολής προσωρινής κράτησης λίγες ημέρες πριν από τις εκλογές δημιουργεί εύλογα ερωτήματα ως προς το αν ενισχύει ή υπονομεύει τους βασικούς πυλώνες του δημοκρατικού κράτους δικαίου, δηλαδή την αμεροληψία και αντικειμενικότητα».
Την Παρασκευή το βράδυ η Βίκυ Σταμάτη οδηγήθηκε στις γυναικείες φυλακές Κορυδαλλού σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση. Με την απολογία της δεν έπεισε ούτε τον ανακριτή Γ. Μαλλή ούτε τον εισαγγελέα. Αναφέρει η σύζυγος του πρώην υπουργού:
«Από το 1996 που γνωρίζω τον σύζυγό μου ουδέποτε είχε δημιουργηθεί κάποιο ζήτημα που να μου δώσει την αφορμή είτε να υποψιαστώ είτε να ερευνήσω οτιδήποτε… Ουδέποτε ζήτησα να πληροφορηθώ τα αναγόμενα στην πολιτική του δραστηριότητα ως υπουργού ή βουλευτή.
Αγνοια δήλωσε για τις υπεράκτιες εταιρείες MoreliaTorcaso, Drumilan Nobilis, Blue Bell ενώ για το σπίτι της δήλωσε ότι όλα τα είχε αναλάβει ο σύζυγός της και ότι η γνώμη της «περιοριζόταν σε θέματα λειτουργικότητας και αισθητικής». Το αγόρασε με δάνειο, αφού ο σύζυγός της λόγω της ηλικίας του δεν μπορούσε να δανειοδοτηθεί.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ