Οι σύγχρονοι γονείς μεγαλώνουν τα παιδιά τους με ένα laptop στην αγκαλιά. Γελούν, θυμώνουν, αγχώνονται και το μοιράζονται με εκατοντάδες διαδικτυακούς φίλους.
Γράφουν για τις ανησυχίες τους, τις μικρές χαρές της καθημερινότητας και τα «μεγάλα» επιτεύγματα – το πρώτο δοντάκι, τα πρώτα βήματα, την πρώτη μέρα στο σχολείο. Αναζητούν απαντήσεις στους φόβους και στα διλήμματα που αντιμετωπίζουν. Ανταλλάσσουν συμβουλές επί παντός επιστητού – από συνταγές μαγειρικής μέχρι παιδικές ασθένειες και από το πώς να επιλέξεις το σωστό νηπιαγωγείο μέχρι το πώς να λύσεις τους παιδικούς καβγάδες.
Οι σύγχρονοι γονείς δεν είναι μόνο αναγνώστες, αλλά και παραγωγοί του διαδικτυακού υλικού. Με το πληκτρολόγιο ανά χείρας, με το Facebook διαρκώς συνδεδεμένο και με το Instagram έτοιμο να απαθανατίσει (και να μοιραστεί) φευγαλέες οικογενειακές στιγμές, παράγουν σελίδες επί σελίδων ως μπλόγκερ, χρήστες των social media ή ακόμα και ως διαχειριστές δημοφιλών ιστοσελίδων.
Ξεκινούν με το να μοιράζονται την καθημερινότητα τους, συνεχίζουν εκφράζοντας σχόλια και απόψεις, ανεβάζοντας φωτογραφίες και βίντεο, συνδέονται με άλλους γονείς και, πριν καλά καλά το καταλάβουν, μετατρέπονται σε διαχειριστές δημοφιλών ιστοσελίδων με χιλιάδες αναγνώστες, διαδικτυακή διαφήμιση και λαμπρές επαγγελματικές προοπτικές!
Δεν είναι τυχαίο ότι πρόσφατη έρευνα της αμερικανικής εταιρίας «eMarketer» ονόμασε της μαμάδες-μπλόγκερ ως τη «νέα δύναμη του μάρκετινγκ», καθώς 32 εκατομμύρια μητέρες διαβάζουν τακτικά γονεϊκά μπλογκ στις ΗΠΑ, ενώ 3,9 εκατομμύρια γράφουν σε τέτοια μπλογκ.
Στην Ελλάδα, οι αριθμοί είναι σαφώς λιγότερο εντυπωσιακοί, ωστόσο παρουσιάζουν αυξητική τάση, με περίπου 200 γονεϊκά μπλογκ να έχουν καταγραφεί στο ελληνικό διαδίκτυο.
Ταυτόχρονα, οι πρώτες γονεϊκές ομάδες αρχίζουν να σχηματίζονται μέσω διαδικτύου. Ξεκινώντας από τον κυβερνοχώρο, οι εν λόγω γονείς καταλήγουν να συναντώνται και σε «φυσικό» χώρο, δημιουργώντας κοινότητες που αλληλοϋποστηρίζονται και αναπτύσσουν πολύπλευρη δράση.
Από το μπλογκ στην «κυβερνο-γειτονιά»
Η κυρία Ολίβια Γαβρίλη, είναι μητέρα της δίχρονης Αθηνάς και διαχειρίστρια της ιστοσελίδας eimaimama, η οποία ξεκίνησε ως ένα προσωπικό μπλογκ και κατέληξε μετά από τρία χρόνια να δέχεται 120.000 μοναδικούς επισκέπτες και 1 εκατομμύριο σελιδοεμφανίσεις το μήνα!
«Όλα ξεκίνησαν όταν το 2009 έμεινα έγκυος. Μόλις είχα μετακομίσει στην Αθήνα από τη Θεσσαλονίκη, βρισκόμουν σε ένα άγνωστο περιβάλλον και κυρίως, ήμουν η πρώτη της παρέας που περνούσε εγκυμοσύνη, με αποτέλεσμα να έχω πλήρη άγνοια για… τα πάντα. Αποφάσισα λοιπόν να δημιουργήσω ένα διαδικτυακό «ημερολόγιο» όπου θα κατέγραφα όλα τα «παράξενα» που ζούσα στην καθημερινότητα της εγκυμοσύνης. Στόχος ήταν να μοιράζομαι τις εμπειρίες μου με δέκα καλούς φίλους. Δε μπορούσα φυσικά να φανταστώ τι έμελλε να ακολουθήσει», αναφέρει μιλώντας στο «Βήμα» η κυρία Γαβρίλη.
Καθώς ο καιρός περνούσε το μπλογκ της κυρίας Γαβρίλη λάμβανε όλο και περισσότερες επισκέψεις, ενώ η ίδια απολάμβανε όλο και περισσότερο τη διαδικτυακή της δραστηριότητα. Ως αποτέλεσμα, όταν γέννησε την κόρη της αποφάσισε να ανοίξει πανιά για ένα νέο ιντερνετικό ταξίδι, όπου θα κατέγραφε πλέον τις εμπειρίες – όχι της εγκυμοσύνης – αλλά της μητρότητας.
Όπως συνήθως συμβαίνει με όλους όσοι «μπλογκάρουν» μετά μανίας, η νεαρή μητέρα άρχισε σταδιακά να έχει πιστούς αναγνώστες οι οποίοι όχι μόνο διάβαζαν τις δημοσιεύσεις της αλλά και αλληλεπιδρούσαν με δικές τους απόψεις, διηγήσεις και φωτογραφίες.
«Αποφάσισα τότε να δημιουργήσω μια ομάδα στο Facebook με τίτλο «Ελληνίδες Μαμάδες», όπου η αλληλεπίδραση θα ήταν περισσότερο ισότιμη. Σταδιακά τα μέλη αυξήθηκαν και σήμερα υπάρχουν περισσότερες από 45.000 μητέρες που συμμετέχουν στην ομάδα μας, ενώ έχουν δημιουργηθεί και μικρότερες ομάδες σε διάφορες πόλεις – Αθήνα, Σέρρες, Λαμία και ούτω καθεξής. Οι εν λόγω ομάδες πραγματοποιούν πλέον και συναντήσεις σε φυσικούς χώρους, όπου διοργανώνουν δράσεις ποικίλου περιεχομένου ή απλώς συναντώνται για να ανταλλάξουν σκέψεις, ιδέες και εμπειρίες, να δώσουν και να λάβουν υποστήριξη», αναφέρει η κυρία Γαβρίλη.
Για την 28χρονη μητέρα, το διαδίκτυο αποτελεί μία «κυβερνο-γειτονιά» για τους νέους γονείς που έχουν απολέσει την παραδοσιακή έννοια της γειτονιάς που υπήρχε στα ελληνικά χωριά. «Οι σύγχρονοι γονείς είμαστε ικανοί να «γκουγκλάρουμε» ένα πρόβλημα που θα συναντήσουμε, πριν καν τηλεφωνήσουμε στον παιδίατρο μας! Στο παρελθόν, αυτό ακριβώς έκαναν οι γονείς βγαίνοντας στη γειτονιά. Έδιναν και λάμβαναν την εμπειρία, τις συμβουλές και τη βοήθεια των άλλων γονέων. Σήμερα ζούμε σε πολυκατοικίες όπου δε γνωρίζουμε ποιος μένει στο διπλανό διαμέρισμα. Το διαδίκτυο πιθανολογώ ότι θα τα αλλάξει όλα αυτά», καταλήγει.
Καταγράφοντας το «γονεϊκό» ίντερνετ
Σε μια άλλη «γωνιά» του ελληνικού διαδικτύου η κυρία Άσπα Τσαμαδή ξεκίνησε το 2008 τη σύνταξη ενός μπλογκ, με στόχο να μοιράζεται στιγμιότυπα από τη ζωή με τις δύο κόρες της. «Ξεκίνησα να γράφω από μία ανάγκη μου να μοιραστώ τις μικρές χαρές της καθημερινότητας της οικογένειας μου. Ήθελα κάποια στιγμιότυπα να αποτυπωθούν, να μη χαθούν στο χρόνο. Έτσι ξεκίνησε το aspaonline», διηγείται η κυρία Τσαμαδή, μιλώντας στο «Βήμα».
Σταδιακά, καθώς η ιστοσελίδα της δεχόταν όλο και περισσότερους επισκέπτες, δημιουργήθηκε μία κοινότητα γονέων και αναπτύχθηκαν φιλίες και συνεργασίες, οι οποίες οδήγησαν σε μία περισσότερο οργανωμένη προσπάθεια, τη δημιουργία της ιστοσελίδας mamadesmpampades. Πρόκειται για ένα μπλογκ που παρουσιάζει, κατηγοριοποιεί και αναδεικνύει το υλικό από όλα τα γονεϊκά μπλογκ που υπάρχουν στην Ελλάδα.
Η εν λόγω ιστοσελίδα απέκτησε μεγάλη φήμη και επισκεψιμότητα, με αποτέλεσμα η κύρια Τσαμαδή και οι συνεργάτες της να προχωρήσουν στο επόμενο βήμα, ένα εγχείρημα επαγγελματικό: τη δημιουργία της ιστοσελίδας mikroimegaloi, η οποία φιλοδοξεί να συγκεντρώσει δημοσιεύσεις παντός είδους, από μπλογκ μέχρι επισημονικό ή εμπορικό υλικό, αναφορικά με τους γονείς, τα παιδιά και την οικογένεια στην Ελλάδα.
«Μέσα από τη δουλειά μας, καταγράψαμε περί τα 200 γονεϊκά μπλογκ στην Ελλάδα και έχουμε διαπιστώσει ότι υπάρχει πολύ αξιόλογο υλικό σε αυτόν τον τομέα. Ωστόσο, συχνά δεν υπάρχει τρόπος να αναδειχθεί η αξιόλογη δουλειά στη χώρα μας και αυτό ακριβώς προσπαθήσαμε να αλλάξουμε μέσα από τις ιστοσελίδα μας. Οι περισσότεροι γονείς ξεκινούν το γράψιμο από μία ανάγκη να μοιραστούν την καθημερινότητα τους. Διακρίνω, ωστόσο, και μια μεγάλη κατηγορία ανθρώπων που «μπλογκάρουν» για να ξεπεράσουν τη μοναξιά. Το ίντερνετ γίνεται έτσι όχημα που μεταφέρει υποστήριξη και βοήθεια από τον ένα γονέα στον άλλο», αναφέρει η κυρία Τσαμαδή.
Και οι μπαμπάδες «μπλογκάρουν»
Την πρωτοκαθεδρία στα γονεϊκά μπλογκ διατηρούν – όπως θα ήταν αναμενόμενο σε μία πατριαρχική κοινωνία όπως η ελληνική – οι μητέρες. Ωστόσο, πρόσφατα έχουν παρουσιάσει αύξηση τα γονεϊκά μπλογκ που προέρχονται από την πένα ανήσυχων πατεράδων που μοιράζονται τις χαρές (και τα δεινά) της πατρότητας στο διαδίκτυο.
«Ξεκίνησα το 2005 ένα προσωπικό μπλογκ χωρίς να έχω πρόθεση να γίνω ένας πατέρας-μπλόγκερ. Ωστόσο, τα τελευταία τέσσερα χρόνια έχω καταλήξει να γράφω όλο και περισσότερο για τα παιδιά μου. Συνήθως τα κείμενα μου είναι αυθόρμητα. Συμβαίνει κάτι και αμέσως γράφω μια σκέψη, ένα σχόλιο, ένα συναίσθημα. Ξέρω ότι υπάρχουν εκεί έξω πολλοί πατεράδες στους οποίους θα προκαλέσω αντίστοιχες σκέψεις και αντιδράσεις», λέει στο «Βήμα» ο κ. Χρήστος Λουφόπουλος, ο οποίος διατηρεί το δημοφιλές μπλογκ www.ophilos.eu.
Ο ίδιος τονίζει ότι οι Έλληνες πατεράδες είναι εξαιρετικοί μπλόγκερ και παράγουν αξιόλογο υλικό για όποιον έχει το «μικρόβιο» να το αναζητήσει. «Η βασική διαφορά με τις μητέρες, ωστόσο, είναι ότι οι πατεράδες δύσκολα ζητούν συμβουλές. Μοιράζονται τις εμπειρίες τους με έναν τρόπο κατεξοχήν μονομερή. Αξίζει να σημειωθεί ότι έχω λάβει πολλές φορές emails από μητέρες αναγνώστριες, αλλά ποτέ από πατέρα!» καταλήγει ο ίδιος.
Από το μπλογκ στο μάρκετιγκ
Η επιρροή των μπλόγκερ στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης – και δη της καταναλωτικής – δεν έχει περάσει απαρατήρητη από τις διαφημιστικές εταιρίες τα τελευταία χρόνια. Όταν μάλιστα πρόκειται για γονεϊκά μπλογκ, τα στελέχη μάρκετινγκ και επικοινωνίας φαίνεται ότι νιώθουν πως έχουν χτυπήσει… φλέβα χρυσού.
Σύμφωνα με την προαναφερθείσα έρευνα της εταιρίας «eMarketer» στις ΗΠΑ, το 92,3% των ερωτηθέντων γονέων εμπιστεύονται περισσότερο την περιγραφή άλλων γονέων για τα προϊόντα που σκέφτονται να αγοράσουν, παρά την περιγραφή του ίδιου του κατασκευαστή. Και κάπως έτσι ξεκινά η (πολυτάραχη) σχέση των γονεϊκών μπλογκ με τις επιχειρήσεις – μια σχέση που δημιουργεί πολλές ευκαιρίες για ταλαντούχους γονείς αλλά εγείρει και πολλά ζητήματα δεοντολογίας.
«Οι περισσότεροι γονείς-μπλόγκερ ξεκινούν προσπαθώντας να προσελκύσουν διαδικτυκή διαφήμιση. Όσο περισσότεροι είναι οι επισκέπτες της ιστοσελίδας, τόσο μεγαλύτερο το ενδιαφέρον των επιχειρήσεων να διαφημίσουν τα προϊόντα τους σε αυτήν», εξηγεί η κυρία Τσαμαδή.
«Ωστόσο, η νέα τάση, η οποία ήδη γνωρίζει μεγάλη άνθιση στο εξωτερικό και πλέον έχει φτάσει και στην Ελλάδα, είναι να συνεργάζονται συγκεκριμένες μάρκες με έναν μπλόγκερ. Αυτό είναι ένα λεπτό ζήτημα, καθώς δεν πρόκειται ακριβώς για διαφήμιση με τη στενή έννοια του όρου. Εν προκειμένω οι εταιρίες παρέχουν στον μπλόγκερ προϊόντα και υπηρεσίες και αυτός καλείται να γράψει για αυτά. Το τι θα γράψει, το κατά πόσο θα είναι ειλικρινής στην αξιολόγηση του και το κατά πόσο θα μείνει πιστός στις προσωπικές του αρχές είναι εν τέλει ζήτημα που άπτεται της δεοντολογίας του κάθε γονέα», καταλήγει η ίδια.
«Τα προβλήματα ξεκινούν όταν οι εταιρίες προσεγγίζουν τους μπλόγκερ με τον παραδοσιακό τρόπο με τον οποίο συνάπτουν συμφωνίες διαφήμισης με τα συμβατικά Μέσα», σχολιάζει μιλώντας στο «Βήμα» ο κ. Θανάσης Πεινιρτζή, στέλεχος διαφημιστικής εταιρίας και ειδικός στο ψηφιακό μάρκετιγκ.
«Ακριβώς λόγω της δεοντολογίας που διέπει την ιδιότητα του μπλόγκερ, για να πραγματοποιηθεί μία συνεργασία με εμπορική εταιρία πρέπει αυτή να «κερδίσει» τον μπλόγκερ μέσα από την ποιότητα των προϊόντων και των υπηρεσιών της. Αν ένας μπλόγκερ αρχίσει να αναρτά δελτία τύπου συγκεκριμένης επιχείρησης, τότε αργά ή γρήγορα θα φανεί η έλλειψη ειλικρίνειας και αυθορμητισμούς. Συνεπώς, ο μπλόγκερ κινδυνεύει να χάσει το ίδιο το κοινό που του δίνει τη «δύναμη επιρροής» του. Αν τα προϊόντα δεν αρέσουν πραγματικά στον γονέα, το ίδιο το αποτέλεσμα αυτής της τεχνικής μάρκετιγκ μοιραία θα αποτύχει», καταλήγει ο κ. Πεινιρτζής.