Και πολλά άλλα δημοσιεύματα του αγγλοσαξονικού και ευρωπαϊκού Τύπου αναγνωρίζουν, άλλωστε, ότι η επιβληθείσα από το Βερολίνο και τη Φραγκφούρτη πολιτική του δημοσιονομικού φονταμενταλισμού και της αντιαναπτυξιακής λιτότητας έχουν φθάσει στα όριά τους.
«Ο Ολάντ επιδιώκει να διευρύνει το Δημοσιονομικό Σύμφωνο», είναι ο τίτλος του πρώτου θέματος των FT, ενώ ακριβώς από κάτω ο αναγνώστης διαβάζει το editorial της εφημερίδας, που έχει τον τίτλο: «Ο Βυθιζόμενος Ολλανδός στοιχειώνει την ευρωζώνη».
Η βρετανική οικονομική εφημερίδα που απηχεί τις κρατούσες οικονομικές και πολιτικές απόψεις και την δεσπόζουσα ιδεολογία και τις επιθυμίες όχι μόνο του Σίτι του Λονδίνου αλλά όλων των επιχειρηματικών κέντρων και των αγορών (είναι χαρακτηριστικό ότι τα τελευταία χρόνια εκδίδεται και ειδική έκδοση στη Γερμανία, «Financial Times Deutschland»), είναι προφανές ότι επιχειρεί να προετοιμάσει το έδαφος για την αλλαγή πλεύσης της ευρωζώνης που φαίνεται πως σηματοδοτούν η προοπτική εκλογής του Φρανσουά Ολάντ στη Γαλλία και η πτώση της κυβέρνησης του Μαρκ Ρούτε στην Ολλανδία που θέλησε να επιβάλει μέτρα λιτότητας για τη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος.
Καθησυχαστικό προς τις αγορές, το πρώτο δημοσίευμα – πρόκειται για ανταπόκριση του Χιου Κάρνετζι από το Παρίσι – αναφέρει ότι ο σοσιαλιστής προεδρικός υποψήφιος της Γαλλίας δεν επιδιώκει την ανατροπή του Δημοσιονομικού Συμφώνου αλλά την τροποποίησή του.
Τη «συμπλήρωσή του», ακριβέστερα, «με εργαλεία που θα προωθούν την οικονομική ανάπτυξη στη ζώνη του ευρώ», όπως φέρεται να δήλωσε στον ανταποκριτή της εφημερίδας στενός συνεργάτης και σύμβουλος του Ολάντ.
Ο Χιου Κάρνετζι εξ αρχής ξεκαθαρίζει τον σκοπό του άρθρου του: «Η προοπτική μιας νίκης για τον κ. Ολάντ στις 6 Μαΐου επί του Νικολά Σαρκοζί έχει αναστατώσει τις αγορές, που φοβούνται ότι το Σύμφωνο δημοσιονομικής εξυγίανσης δεν θα εγκριθεί από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και η ευρωζώνη θα βυθιστεί βαθύτερα στα ελλείμματα», αναφέρει χαρακτηριστικά. Αμέσως μετά όμως ο επικεφαλής του πολιτικού επιτελείου του Ολάντ, Μισέλ Σαπέν, ανέλαβε να ξεκαθαρίσει την κατάσταση.
«Εκείνα που μας ανησυχούν δεν είναι αυτά που προβλέπει το Σύμφωνο, αλλά αυτά που δεν προβλέπει. Διότι ένα Σύμφωνο που βασίζεται μόνο στη δημοσιονομική πειθαρχία είναι ένα Σύμφωνο που θα οδηγήσει την Ευρώπη στον τοίχο. Εμείς πιστεύουμε ότι η ανάπτυξη της οικονομίας είναι ο μόνος τρόπος για να περιοριστεί η ανεργία και ταυτόχρονα για να αρχίσουν να μειώνονται τα ελλείμματα και το χρέος υπό συνθήκες κοινωνικά και πολιτικά αποδεκτές», δήλωσε στους FT ο Σαπέν, ο οποίος προ 20ετίας υπήρξε υπουργός Οικονομικών του σοσιαλιστή πρωθυπουργού Πιερ Μπερεγκοβουά (επί προεδρίας Μιτεράν).
Ο Σαπέν ανέλυσε τις θέσεις του Ολάντ, με τις οποίες ο προεδρικός υποψήφιος που προβάλλει ως φαβορί για το Μέγαρο των Ηλυσίων έχει κατατρομοκρατήσει πολλούς πολιτικούς, τραπεζικούς και επιχειρηματικούς κύκλους ανατολικώς του Ρήνου. Χαρακτηριστικότερη διευκρίνιση που θεώρησε ότι έπρεπε να δώσει ο Σαπέν ήταν εκείνη που αφορούσε τοποθετήσεις του Ολάντ για τη μελλοντική λειτουργία και τον ρόλο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
«Η ΕΚΤ πρέπει να επαναπροσδιορίσει τη λειτουργία της προς όφελος της ανάπτυξης και της απασχόλησης», είχε δηλώσει προσφάτως ο Ολάντ προκαλώντας μίνι εγκεφαλικά σε επιτελείς της Φρανκφούρτης (του νεοτάτου προέδρου της Bundesbank Γενς Βάιντμαν συμπεριλαμβανομένου), που έχουν απόλυτες κι ακλόνητες εμμονές με τη διασφάλιση της ανεξαρτησίας της Ευρωτράπεζας και εν γένει των νομισματικών αρχών από επιρροές των πολιτικών κυβερνήσεων.
Πρόκειται για μια ανεξαρτησία επιλεκτική, βεβαίως, διότι δεν πέρασαν πολλοί μήνες από την περιβόητη δημοπρασία-φιάσκο γερμανικών ομολόγων που επιχείρησε η κυβέρνηση Μέρκελ, η οποία για να σώσει την κατάσταση και να ρίξει τα επιτόκια που απαιτούσε η αγορά έβαλε την Bundesbank να αγοράζει μετά μανίας τα ομόλογα που εκείνη εξέδιδε…
Εν πάση περιπτώσει, ο Μισέλ Σαπέν χαρακτήρισε «ντελικάτο» το ζήτημα, είπε (ως όφειλε) ότι δεν τίθεται εν αμφιβόλω η ανεξαρτησία της τράπεζας και η λειτουργία βάσει του καταστατικού της και των ευρωπαϊκών συνθηκών, αλλά δεν παρέλειψε να πει αυτό που ήθελε να πει: «Εκείνο που εννοούσε ο Φρανσουά Ολάντ είναι ότι η ΕΚΤ πρέπει να λάβει υπόψη της το ζήτημα της ανάπτυξης στην Ευρώπη – έχει κάνει ήδη πολλά για την ανάπτυξη και πρέπει να κάνει περισσότερα»!
Το ολλανδικό ναυάγιο
Στο δεύτερο άρθρο τους οι «Financial Times» κάνουν ένα ενδιαφέρον λογοπαίγνιο με τον Ιπτάμενο Ολλανδό, το μυθικό καράβι-φάντασμα που περιπλανιέται στοιχειωμένο στις θάλασσες καταδικασμένο να μην πιάσει ποτέ σε λιμάνι. Παρένθεση: Διάσημη είναι η όπερα Flying Dutchman που έχει συνθέσει ο Ρίχαρντ Βάγκνερ εμπνεόμενος από τον μύθο του καραβιού (έχει γράψει ο ίδιος και το λιμπρέτο), ενώ τον μύθο διαδίδει και στα παιδιά η σειρά κινουμένων σχεδίων του Μπομπ Σφουγγαράκη. Κλείνει η παρένθεση.
«Η πολιτική κρίση στη Χάγη δείχνει ότι άλλη μια χώρα του σκληρού πυρήνα της ευρωζώνης αποδεικνύεται ευάλωτη κι απροστάτευτη αμέσως μόλις επιλέγει να εφαρμόσει την καθολική στρατηγική της λιτότητας, με τους πολιτικούς της που στηρίζουν τη δημοσιονομική σταθερότητα και ευταξία να δέχονται ασφυκτικές πιέσεις από τα κόμματα και την κοινωνία», αναφέρει το άρθρο που είναι βεβαίως ανυπόγραφο και απηχεί τις απόψεις της εφημερίδας.
Το μήνυμα της πτώσης της κυβέρνησης Ρούτε από τον ακροδεξιό λαϊκιστή Γκέερτ Βίλντερς είναι σαφές, σημειώνουν οι FT: «Η Ολλανδία, η οποία έως προσφάτως ήταν ο σκληρός σύμμαχος της Γερμανίας που αρνούνταν σθεναρά τη χορήγηση κοινοτικής βοήθειας στις υπερχρεωμένες χώρες της περιφέρειας προτού αυτές θέσουν σε τάξη τα δημόσια οικονομικά της, έπρεπε να ψήσει και τα δικά της κοτόπουλα. Με δημοσιονομικό έλλειμμα 4,7%, που είχε πέρυσι, δεν μπορούσε να απαιτεί από τους άλλους να ρίξουν το δικό τους έλλειμμα στο 3%. Έπρεπε να κάνει κι αυτή θυσίες».
Το συμπέρασμα του κύριου άρθρου των «Financial Times» είναι διαυγές, ειλικρινές και τολμηρό: «Η χρεοκοπία της ιδέας της καθολικής λιτότητας είναι και πολιτική και οικονομική. Όσο περισσότερο φανερή γίνεται η αποτυχία της πολιτικής που προωθεί η ευρωζώνη, τόσο περισσότερες θα είναι οι απώλειες της αξιοπιστίας των πολιτικών – που ακόμη εμφανίζονται πολύ νομιμόφρονες στις απαιτήσεις της Γερμανίας για μείωση των ελλειμμάτων – έναντι των ψηφοφόρων τους. Αν οι πολιτικοί ηγέτες εξακολουθήσουν να αγνοούν την κοινή λογική, θα αφήσουν το πεδίο ανοικτό για τύπους σαν τον κ. Βίλντερς».