Η ζωή της τα είχε όλα: ταξίδια, περιπέτειες, διακρίσεις, μια παντοτινή αγάπη, μα πάνω απ’ όλα πάθος για δημιουργία. Μια ζωή που αξίζει να ζήσει κανείς… Κλείνοντας τα μάτια της στα 92 της χρόνια στην αγαπημένη της Κέρκυρα, η Μάρτζορι Χολμς, εκτός από δύο γιους και ένα ιδιαίτερα σημαντικό έργο ως βοτανική ζωγράφος, άφησε πίσω της και έναν από τους γοητευτικότερους κήπους της Μεσογείου. Τον υπέροχο κήπο της περιοχής Σαν Λούκα του ελληνικού νησιού, όπου η ίδια έζησε από το 1974 ως το 2012 συγκεντρώνοντας επισκέπτες από κάθε γωνιά του πλανήτη.
Γεννημένη στο Χονγκ Κονγκ το 1920, η Σαρλότ Μάρτζορι Φίσερ ήταν μοναχοκόρη του Φρανκ Χέιστινγκς Φίσερ, ενός αποφασισμένου να πετύχει Λονδρέζου, ο οποίος ταξίδεψε ανατολικά, έγινε σχεδιαστής κοσμημάτων και στη συνέχεια μάνατζερ της εταιρείας British American Tobacco στην Ιαπωνία. Μετά την εισβολή των Ιαπώνων στο Χονγκ Κονγκ η Μάρτζορι βρέθηκε στην Αυστραλία, όπου σπούδασε σε σχολή Καλών Τεχνών του Σίδνεϊ αναπτύσσοντας και εξελίσσοντας τις μεγάλες της ικανότητές της στη βοτανική ζωγραφική.
Το 1944 συνάντησε τον Ρόναλντ Χολμς και τον επόμενο χρόνο παντρεύτηκαν σε ένα προάστιο της Μελβούρνης. Εχοντας υπηρετήσει στο Χονγκ Κονγκ, ο Χολμς μιλούσε με ευχέρεια την κινεζική γλώσσα, ενώ είχε συμμετάσχει σε μια βρετανική στρατιωτική ομάδα βοηθείας με δράση αντάρτικου στην Απω Ανατολή και βασικό στόχο την απελευθέρωση αιχμαλώτων από ιαπωνικά στρατόπεδα κράτησης. Μετά τον πόλεμο έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ανοικοδόμηση του Χονγκ Κονγκ αναλαμβάνοντας κομβικά πόστα ως ανώτατος αξιωματούχος του Δημοσίου. Μάλιστα, για τις υπηρεσίες του στη βρετανική αποικία τού απονεμήθηκε ο τίτλος του Σερ.
Ξεχορταριασμένο ησυχαστήριο
Φανατική υποστηρίκτρια του έργου του συζύγου της, η Μάρτζορι Χολμς εξέλισσε ταυτόχρονα τα βοτανικά και καλλιτεχνικά της ενδιαφέροντα διοργανώνοντας πολλές εκθέσεις. Και όπως μαρτυρούν τα έργα της, είχε ταξιδέψει πολύ – από το Αφγανιστάν ως τη Ρωσία. Παρ’ όλα τα ταξίδια της όμως, τα νησιά του Ιονίου Πελάγους παρέμεναν η μεγάλη αδυναμία της: το όνειρο της ζωής της ήταν να ζήσει στην Κέρκυρα. Τελικά κατάφερε να το πραγματοποιήσει τη χρονιά της ελληνικής μεταπολίτευσης (1974). Με τη βοήθεια του αρχιτέκτονα Τζον Κόλλας δημιούργησε στην περιοχή Σαν Λούκα το ησυχαστήριό της. Μαζί με τον Ρόναλντ Χολμς έζησαν εκεί, για επτά χρόνια, μια ήσυχη ζωή – η οποία διακόπηκε το 1981 από τον θάνατο του συζύγου της ύστερα από σύντομη ασθένεια.
Πού οφείλεται όμως η ιδιαιτερότητα του κήπου τον οποίο η Μάρτζορι Χολμς έφτιαξε μέτρο προς μέτρο με βάση την προσωπική της αισθητική και κόντρα στις τοπικές αντιξοότητες; Στο γεγονός ότι η ίδια αρνιόταν κατηγορηματικά τον χημικό ψεκασμό, καθώς και στο… αλύπητο ξεχορτάριασμα, το οποίο σύμφωνα με τους «Times» η ακούραστη Χολμς περιέγραφε ως «ένα ευχάριστο ελαφρύ κούρεμα».
Εξαφανιζόταν με τις ώρες για να κάνει αυτή τη δουλειά, ενώ συχνά απολογούνταν για την απουσία της λέγοντας «με ξεμυάλισε το ξεχορτάριασμα» – φράση την οποία είχε σκεφθεί ως τίτλο για την αυτοβιογραφία της. Ο κήπος προσέλκυε ομάδες περιβαλλοντολόγων και ειδημόνων της κηπουρικής από ολόκληρο τον κόσμο. Ηταν άνθρωποι με τους οποίους η Μάρτζορι Χολμς επιθυμούσε να μοιράζεται γνώσεις και εμπειρίες. Το 1984 έκανε μια περιγραφή του κήπου της στο «Garden Journal».
«Μικρόσωμη και γεμάτη ζωή»
Το αξιοθαύμαστο ταλέντο της ως βοτανικής ζωγράφου συγκέντρωσε επίσης τη διεθνή προσοχή. Ενας επισκέπτης του ατελιέ της στην Κέρκυρα, όπου εργαζόταν κάτω από το δυνατό φως του Ιονίου, την είχε περιγράψει ως «μια από τις μεγαλύτερες βοτανικές ζωγράφους που βρίσκονται εν ζωή». Η διαφανής ευαισθησία των πετάλων, η ανταύγεια και η υφή των φυτών και των λαχανικών έχουν αιχμαλωτιστεί από τη Χολμς σε εικόνες μεγάλης απλότητας και ομορφιάς. Τα έργα της με νερομπογιά με θέμα τα αγριολούλουδα της Κέρκυρας τής χάρισαν δύο διακρίσεις: ένα μετάλλιο από το Royal Horticultural Society του Λονδίνου και την αναγόρευσή της σε «Fellow» της Linnean Society.
«Ο κόσμος της Μάρτζορι Χολμς είχε ευλογηθεί από το μεγαλείο του Θεού» έλεγαν όσοι μοιράζονταν τις θρησκευτικές ανησυχίες της, καθώς η ζωγράφος ήταν ένα από τα πλέον δραστήρια μέλη της Αγγλικανικής Εκκλησίας της Κέρκυρας. «Η Μάρτζορι Χολμς ήταν μικρόσωμη και γεμάτη ζωή. Είχε ένα θαυμάσιο χιούμορ και διασκέδαζε αυθόρμητα» έγραψαν οι «Times» για τη βοτανική ζωγράφο που πέθανε στις 14 Ιανουαρίου 2012.
«Το Μποσκέτο ήταν μια χαμένη μάχη»
Παρ’ ότι η Μάρτζορι Χολμς ήταν μια γυναίκα με μεγάλη εμπειρία στην αρχιτεκτονική, στη δημιουργία, στην ανανέωση και στη διατήρηση κήπων, η εμπειρία της από τη συνεργασία με τις τοπικές αρχές για την επίλυση των προβλημάτων του Δημοτικού Κήπου Κερκύρας (Μποσκέτο) υπήρξε το λιγότερο τραυματική. «Απ’ ό,τι φαίνεται όλες οι επισκέψεις μου, οι συστάσεις, οι ερωτήσεις και η συμβουλές στους εργαζόμενους που συνάντησα στο Μποσκέτο ήταν χάσιμο χρόνου» έγραφε στο προσωπικό της blog τον Μάρτιο του 2010. «Είχα λάβει προειδοποιήσεις, αλλά τώρα βλέπω ότι οι άνθρωποι είχαν δίκιο: ήταν μια χαμένη μάχη από την αρχή. Καμία συνεργασία, κανένα ενδιαφέρον και οπωσδήποτε καμία βοήθεια. Εφερα φυτά όλων των μεγεθών από τον δικό μου κήπο τα οποία θα κόστιζαν πολύ στον δήμο να τα αγοράσει» συνέχιζε. «Συνέστησα επίσης αρκετές λύσεις για να κερδηθεί χρόνος και κόπος, οι οποίες «έπεσαν» σε κωφούς. Προτού φύγω τοποθέτησα ένα μεγάλο Phormium (σ.σ.: είδος αγκαθωτού φυτού που ευδοκιμεί στη Νέα Ζηλανδία). Θα επιστρέψω για να το φυτέψω μόνη μου και μετά απ’ αυτό θα σκεφτώ προσεκτικά αν θα ξαναπατήσω το πόδι μου στο Μποσκέτο».
Παρ’ ότι η Μάρτζορι Χολμς ήταν μια γυναίκα με μεγάλη εμπειρία στην αρχιτεκτονική, στη δημιουργία, στην ανανέωση και στη διατήρηση κήπων, η εμπειρία της από τη συνεργασία με τις τοπικές αρχές για την επίλυση των προβλημάτων του Δημοτικού Κήπου Κερκύρας (Μποσκέτο) υπήρξε το λιγότερο τραυματική. «Απ’ ό,τι φαίνεται όλες οι επισκέψεις μου, οι συστάσεις, οι ερωτήσεις και η συμβουλές στους εργαζόμενους που συνάντησα στο Μποσκέτο ήταν χάσιμο χρόνου» έγραφε στο προσωπικό της blog τον Μάρτιο του 2010. «Είχα λάβει προειδοποιήσεις, αλλά τώρα βλέπω ότι οι άνθρωποι είχαν δίκιο: ήταν μια χαμένη μάχη από την αρχή. Καμία συνεργασία, κανένα ενδιαφέρον και οπωσδήποτε καμία βοήθεια. Εφερα φυτά όλων των μεγεθών από τον δικό μου κήπο τα οποία θα κόστιζαν πολύ στον δήμο να τα αγοράσει» συνέχιζε. «Συνέστησα επίσης αρκετές λύσεις για να κερδηθεί χρόνος και κόπος, οι οποίες «έπεσαν» σε κωφούς. Προτού φύγω τοποθέτησα ένα μεγάλο Phormium (σ.σ.: είδος αγκαθωτού φυτού που ευδοκιμεί στη Νέα Ζηλανδία). Θα επιστρέψω για να το φυτέψω μόνη μου και μετά απ’ αυτό θα σκεφτώ προσεκτικά αν θα ξαναπατήσω το πόδι μου στο Μποσκέτο».