Την πρόβλεψη ότι από τα μέσα του επόμενου έτους, θα υπάρξει επάνοδος της οικονομίας σε τροχιά ανάπτυξης και ενίσχυση της απασχόλησης, με ευεργετικές επιπτώσεις για τα ασφαλιστικά ταμεία, έκανε στην Βουλή ο πρωθυπουργός κ. Λ. Παπαδήμος, απαντώντας σε επίκαιρες ερωτήσεις του προέδρου του ΛΑΟΣ κ. Γ. Καρατζαφέρη και του προέδρου της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ κ. Αλ. Τσίπρα.
Παράλληλα παρέπεμψε στην επόμενη κυβέρνηση σχετικά με την μη περαιτέρω επιβάρυνση μισθών και συντάξεων στο δημόσιο, ενώ επισήμανε ότι κάτι τέτοιο είναι επιδίωξη, αλλά δεν μπορεί να υπάρχει δέσμευση.
Ο κ. Παπαδήμος τόνισε ότι «η επιδίωξη της κυβέρνησης είναι ότι με την εφαρμογή του οικονομικού προγράμματος και την εισαγωγή των μεταρρυθμίσεων και την υλοποίηση των μέτρων, η οικονομία σταδιακά θα σταθεροποιηθεί και θα επανέλθει σε τροχιά ανάκαμψης».
«Είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς το μέλλον με ακρίβεια, αλλά οι εκτιμήσεις οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ενώ στο τρέχον έτος και στις αρχές του 2013 θα συνεχιστεί η ύφεση και πιθανόν να αυξηθεί η ανεργία περαιτέρω, με τα μέτρα που έχουν ληφθεί και με συγκεκριμένες παρεμβάσεις θα διαμορφωθούν συνθήκες σταθερότητας και ανάκαμψης», πρόσθεσε.
Αναγκαία η εφαρμογή των μέτρων
Ως προϋπόθεση, πάντως, έθεσε την υλοποίηση των μέτρων. Όπως τόνισε «αυτό που έχει σημασία είναι οι πολιτικές που ενσωματώθηκαν, να εφαρμοστούν με αποφασιστικότητα και εγκαίρως». Και συμπλήρωσε: «Η διαδικασία προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας για να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του χρέους ακόμη και μετά το PSI και για να τονωθεί η ανταγωνιστικότητα, συνεπάγεται βραχυπρόθεσμη μείωση των εισοδημάτων και αύξηση της ανεργίας».
Όπως μάλιστα παραδέχθηκε -κάτι που εξελήφθη και ως αιχμή για τις προβλέψεις της τρόικα- «η ύφεση και η μείωση απασχόλησης είναι όντως μεγαλύτερα από αυτή που είχε προβλεφθεί πριν δυο – τρία χρόνια, όχι μόνο λόγω των βραχυπρόθεσμων συνεπειών», αλλά όπως εκτίμησε «θα είναι προσωρινές».
«Εχουμε κάνει μεγάλη πρόοδο αν και η φετινή χρονιά δεν θα είναι εύκολη και η αρχή της επομένης δεν θα είναι εύκολη, αλλά από τα μέσα του επόμενου έτους, θα υπάρξει επάνοδος της οικονομίας σε τροχιά ανάπτυξης και ενίσχυση της απασχόλησης», υπογράμμισε ο πρωθυπουργός ζητώντας «να συνεχίσουμε την προσπάθεια με ενότητα και αλληλεγγύη για να μην πάνε οι θυσίες χαμένες».
Αναφορικά με την περαιτέρω μείωση των δαπανών ύψους 12 δισ. ευρώ, ο κ. Παπαδήμος ανέφερε ότι «δεν είναι εύκολες οι αποφάσεις αυτές, αλλά είναι ευθύνη της κυβέρνησης και υποχρέωσή της να προετοιμάσει το έδαφος για να λάβει τις αποφάσεις η επόμενη κυβέρνηση».
Οπως, μάλιστα, είπε το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, το ΚΕΠΕ και τα υπουργεία καταγράφουν και κατηγοριοποιούν όλες τις δαπάνες που μπορεί να περισταλούν.
«Γίνεται κατηγοριοποίηση των δαπανών που μπορούν να περισταλούν πριν το τέλος της θητείας αυτής της κυβέρνησης. Χωρίς να έχει προηγηθεί η επεξεργασία δεν μπορεί κανείς να κάνει προτάσεις για την μείωση των δαπανών», ανέφερε χαρακτηριστικά, αλλά παρέπεμψε για τις τελικές αποφάσεις στην επόμενη κυβέρνηση, λέγοντας μάλιστα ότι είναι επιδίωξη να μην υπάρχει νέα επιβάρυνση σε μισθούς και συντάξεις, διευκρινίζοντας ωστόσο ότι για κάτι τέτοιο δεν μπορεί να υπάρξει δέσμευση.
«Πρέπει να καταβληθεί κάθε προσπάθεια για να περιοριστεί η σπατάλη και να μην επιβαρυνθούν τα εισοδήματα των υπαλλήλων στο δημόσιο. Ωστόσο, δεν μπορούν να υπάρξουν δεσμεύσεις, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η γενικότερη πορεία της οικονομίας», είπε χαρακτηριστικά.
Σχολιάζοντας δε τις επισημάνσεις των ερωτώντων για τις αρνητικές τοποθετήσεις του εκπροσώπου του ΔΝΤ κ. Πόουλ Τόμσεν, ο πρωθυπουργός σημείωσε: «Οι αναφορές αυτές δεν αντιστοιχούν στο κεντρικό σενάριο, εφόσον υλοποιηθεί το πρόγραμμα. Δεν είναι αυτό που προβλέπεται να συμβεί, αλλά υπογραμμίζονται οι αρνητικοί κίνδυνοι, προκειμένου να επισημανθεί η ανάγκη αποτελεσματικής εφαρμογής της πολιτικής. Δεν αποτελούν εναλλακτικές προβλέψεις».
41 δισ. ευρώ την επόμενη τριετία για ενίσχυση του ασφαλιστικού
Οσον αφορά τις καταγγελίες του κ. Τσίπρα για «λεηλασία» των αποθεματικών των ΝΠΔΔ (πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, νοσοκομείων κλπ.) και «κλοπή» τους από την Τράπεζα της Ελλάδος στο πλαίσιο του PSI, ο κ. Παπαδήμος είπε ότι οι καταγγελίες αυτές «στηρίζονται σε ορισμένες εσφαλμένες παραδοχές και πληροφορίες όσον αφορά την φύση των λογαριασμών και την διαχείρισή τους». Οπως εξήγησε «η ΤτΕ δεν «κούρεψε» η ίδια τα ομόλογα αλλά δεν απέκτησε εντός του 2012 νέα ομόλογα από τα διαθέσιμα των φορέων που εντάχθηκαν στο κοινό κεφάλαιο».
«Τα ομόλογα αυτά αποκτήθηκαν πολύ πριν τον χρόνο που έγινε γνωστό το πρόγραμμα ανταλλαγής. (Μάιος 2011)», είπε, ενώ αναφερθείς στις απώλειες που υπέστησαν τα ασφαλιστικά ταμεία, είπε ότι «δεν είναι νομικά εφικτό να αποκατασταθούν οι απώλειες που υπέστησαν από το κούρεμα», αλλά διαβεβαίωσε ότι «η Πολιτεία θα στηρίξει και στηρίζει τα ασφαλιστικά ταμεία προκειμένου να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους».
Όπως είπε, το ασφαλιστικό σύστημα θα ενισχυθεί την επόμενη τριετία με 41 δισ. ευρώ, αλλά η σταδιακή μείωση των ελλειμμάτων του θα ολοκληρωθεί την επόμενη δεκαετία.
Νωρίτερα, ο κ. Καρατζαφέρης είχε χαρακτηρίσει «βραδυφλεγή βόμβα» την κατάσταση στο ασφαλιστικό σύστημα, ενώ πρότεινε να θεσπιστεί ειδικό τέλος επί της κατανάλωσης, υπέρ του ασφαλιστικού συστήματος.
Από την πλευρά του ο κ. Τσίπρας κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι και με το PSI «θα έχουμε περισσότερο χρέος απ’ όσο όταν μπήκαμε στην κρίση». «Βρισκόμαστε για πέμπτη χρονιά στην ύφεση για πρώτη φορά από την Κατοχή και εδώ μας λέτε ότι θα είναι βραχυπρόθεσμες οι συνέπειες και μετά θα βγούμε στην ανάπτυξη. Ποια ανάπτυξη με μισθούς πείνας;», διερωτήθηκε ο επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ κατηγορώντας την κυβέρνηση ότι: «Υιοθετήσατε ως εθνικό ένα πρόγραμμα καταστροφής που μας υπαγόρευσαν η Μέρκελ και ο Σόιμπλε και οδηγούμαστε στα βράχια και μας λέτε ότι είναι επιτυχία. Δεν είναι επιτυχία. Ο κόσμος δεν αντέχει πια».
Ο κ. Παπαδήμος απάντησε ότι «δεν συμμερίζομαι την άποψή σας ότι η υιοθέτηση του προγράμματος θα οδηγήσει σε καταστροφή». Και του εξήγησε ότι «αν δεν είχαμε αυτή την συμφωνία για τα 136 δισ. ευρώ και δεν είχαμε πετύχει το «κούρεμα» η χώρα θα είχε οδηγηθεί σε αδιέξοδο και στην καταστροφή».
Σημείωσε δε, ότι μπορεί να υπολογίζεται πως στα τέλη του 2020 το χρέος θα είναι κοντά στο 120% του ΑΕΠ, αλλά οι εκτιμήσεις λένε ότι θα είναι «αρκετά χαμηλότερο από το 120% εάν εφαρμοστούν τα μέτρα».