«Γραμμή» για τη μη συμμετοχή της «Σπίθας» στις εκλογές δίνει ο Μίκης Θεοδωράκης, επιχειρώντας να βάλει φρένο όχι μόνο σε δημοσιεύματα που εμπλέκουν τον ίδιο στο εκλογικό «παιχνίδι», αλλά και στην πίεση οργανώσεων και στελεχών του Κινήματος Ανεξάρτητων Πολιτών (ΚΑΠ) που προτείνουν την εκλογική κάθοδο.
Το τελευταίο διάστημα, πληθαίνουν οι φωνές στις «Σπίθες» -πυρήνες του ΚΑΠ- οι οποίες επιμένουν ότι πρέπει να γίνει το βήμα της διεκδίκησης της ψήφου στις εθνικές εκλογές, με όποιον τρόπο -άλλοι προτάσσοντας τη συμμετοχή σε αντιμνημονιακά μετωπικά σχήματα, και άλλοι επιλέγοντας την… αυτόνομη, αλλά υπό μορφή μετώπου με συνεκτικό κρίκο τον μεγάλο μουσικοσυνθέτη, εκλογική κάθοδο.
Ο Μίκης Θεοδωράκης επέλεξε να αποστασιοποιηθεί, στέλνοντας μήνυμα ουσιαστικά ότι δεν κατεβαίνει στις εκλογές και προτρέποντας και τη «Σπίθα» να κάνει το ίδιο. Μάλιστα, σε αυτή την επιλογή δίνει ιδεολογική διάσταση, με επίκεντρο τον προσανατολισμό που έχουν αυτές οι εκλογές. Είναι χαρακτηριστικό ότι μέσα σε δυο ημέρες ο μουσικοσυνθέτης έκανε δυο δημόσιες παρεμβάσεις, διαφορετικού τύπου, αλλά με ίδιο περιεχόμενο.
Πρώτα , έγραψε άρθρο με τίτλο «Για τις εκλογές (α)», το οποίο αναρτήθηκε την Τετάρτη (21.3.2012) στην ιστοσελίδα του ΚΑΠ λέγοντας μεταξύ άλλων ότι επειδή «δεν είναι δυνατόν να γίνουν ελεύθερες εκλογές μέσα σε συνθήκες απώλειας της Εθνικής μας Ανεξαρτησίας, η Σπίθα θα περιμένει -μονάχα αυτή- την επομένη μέρα των εκλογών, για να αντιμετωπίσει την πολλαπλασιασμένη οργή του Λαού, προκειμένου να πείσει όσο γίνεται περισσότερους πολίτες για την ορθότητα των ιδεών της».
Εκτιμά ότι η λαϊκή οργή θα είναι πολλαπλάσια , γιατί η ισορροπία δυνάμεων μέσα στη Βουλή «θα είναι η ίδια όπως σήμερα, δηλαδή με μια νέα κυριαρχία των μνημονιακών δυνάμεων». Μάλιστα, επιμένει ότι η Σπίθα θα πρέπει να υποστηρίξει με «όποιο τίμημα» την άποψη ότι η συμμετοχή στις εκλογές αποτελεί «πράξη συμβιβασμού».
Μόλις μια ημέρα αργότερα, την Πέμπτη (22.3.2012) ο μουσικοσυνθέτης κάνει δήλωση, τονίζοντας ότι «διαψεύδω κατηγορηματικά κάθε πληροφορία – είδηση που με αφορά σε σχέση με τις επικείμενες εκλογές».
Αφορμή αποτελεί, όπως σημειώνει, δημοσίευμα του περιοδικού «ΕΠΙΚΑΙΡΑ» που αφορά γκάλοπ για τις επικείμενες εκλογές και αναφέρει ότι «ΣΥΡΙΖΑ, Πανελλήνιο Άρμα Πολιτών, Μίκης Θεοδωράκης-Σπίθα, Ανταρσύα εξακολουθεί να αποτελεί δυνητική επιλογή του εκλογικού σώματος που θα έφτανε στα 18-20%».
Ο Μίκης Θεοδωράκης απαντά ότι έχει επανειλημμένα δηλώσει ότι η Σπίθα δεν αποτελεί κόμμα. Και επιχειρηματολογεί με τον ίδιο τρόπο, όπως στο άρθρο του, ότι υπό τις σημερινές συνθήκες οι εκλογές «δεν μπορεί να είναι τίποτα άλλο παρά ένα παιχνίδι εντυπώσεων, για να ξεγελάσουν το λαό δημιουργώντας ψεύτικες ελπίδες, να τον αποπροσανατολίσουν και να τον αποσυντονίσουν, ώστε μετά τις εκλογές να επιπέσουν επάνω του με νέα ορμή».
Επιμένει ότι για να ηττηθεί «το συμπαγές αντεθνικό και αντιλαϊκό Μέτωπο της εθνικής μειοδοσίας και της αντιλαϊκής λαίλαπας», θα έπρεπε να δημιουργηθεί ένα επίσης συμπαγές μέτωπο των κοινωνικών δυνάμεων που θίγονται από τις πολιτικές των Μνημονίων, υπεράνω ιδεολογικών και κομματικών συνόρων.
Για να καταλήξει: «Και γι’ αυτό ανέλαβα να δημιουργήσω το Κίνημα Ανεξάρτητων Πολιτών (ΚΑΠ), που το θεωρούσα και το θεωρώ ως ένα συνδετικό κρίκο γι’ αυτόν ακριβώς το σκοπό.
Δυστυχώς ομολογώ ότι απέτυχα, δεδομένου ότι αντιμετώπισα γενικώς άρνηση συνεργασίας και μάλιστα αναζωπύρωση του κομματικού πατριωτισμού, που καταδικάζει και πάλι τα κόμματα της Αριστεράς που επιδιώκουν την παρουσία τους στη Βουλή, σε ένα ρόλο παθητικού παρατηρητή, ανίκανα να εμποδίσουν ουσιαστικά, όπως έγινε έως τώρα, τις δραματικές εξελίξεις με θύμα τη χώρα και τον Ελληνικό Λαό».