∆εν θέλω Facebook

Ηταν κάπου στα µέσα του 2006, όταν ένας φινλανδός φίλος µε ρώτησε: «Ξέρεις τι είναι το Facebook; Αν θες, µπορώ να σου µάθω, αλλά σε προειδοποιώ: Είναι πάρα πολύ εθιστικό!». Υστερα από λίγο κλείσαµε το τηλέφωνο και ύστερα από περίπου δύο χρόνια όλη η Ελλάδα άρχισε να µιλάει για αυτό που ο φίλος µου µου είχε περιγράψει. Και τελικά, κατάλαβα πόσο δίκιο είχε και πόσο εθιστικό ήταν και εξακολουθεί να είναι. Αν και προσωπικά, δεν το δοκίµασα ποτέ.

«Μα είναι απαραίτητο για τη δουλειά σου! Πώς µπορείς χωρίς αυτό;» είναι το µόνιµο επιχείρηµα των φίλων που θέλουν να γίνουν και φεϊσµπουκικοί φίλοι. Ισως τελικά να είναι στον άνθρωπο. Θέλω να λειτουργώ χωρίς εξαρτήσεις. ∆εν πίνω καφέ, επειδή πάντα απεχθανόµουν τη φράση «εγώ, άµα δεν πιω έναν καφέ, δεν µπορώ να λειτουργήσω, δεν ανοίγει το µάτι µου». ∆εν καπνίζω, επειδή δεν θέλω να νιώθω ότι µου είναι αδύνατον να παρακολουθήσω το δεύτερο µέρος της ταινίας, αν δεν κάνω έστω µια τζούρα στο διάλειµµα µε χέρι τρεµάµενο από το ψοφόκρυο. Και δεν γίνοµαι µέλος της µεγάλης διαδικτυακής τρελοπαρέας, επειδή έχω δει στο πολύ κοντινό περιβάλλον µου µια χαρά γυναίκες να µεταµορφώνονται σε πρώτης τάξεως Κατίνες, δειλά αγοράκια να το παίζουν φλογεροί επιβήτορες, αγράµµατους να παριστάνουν τους διανοούµενους κτλ., κτλ. ∆εν είναι ούτε ότι φοβάµαι πως θα µου κλέψει την ιδιωτική ζωή ούτε ότι θα ζηλεύω παράφορα, αν ο σύντροφός µου «µιλήσει» στην πρώην του και τσιληµπουρδίσουν στον τοίχο του – έτσι κι αλλιώς, ως γυναίκα, µπορώ να ζηλεύω και εκτός Internet, τίποτε δεν µε σταµατά. Το πρόβληµά µου είναι άλλο: ποτέ δεν µου άρεσε να πηγαίνω σε πολύ ανοιχτά πάρτι, να πέφτω διαρκώς πάνω σε ανεπιθύµητους που υπό κανονικές συνθήκες θα προτιµούσα να αποφύγω. Σε τελική ανάλυση, αν το Facebook είναι ένα τεράστιο κρεβάτι, προτιµώ να κοιµηθώ στον καναπέ.

Σίγουρα υπάρχουν άνθρωποι – έχω γνωρίσει αρκετούς – που βρήκαν τον έρωτα της ζωής τους δηλώνοντας διαθεσιµότητα µέσω της προσωπικής τους σελίδας ή που προώθησαν την επιχείρησή τους ή που ξαναβρήκαν φίλους από το δηµοτικό. Η διαστρέβλωση όλων των παραπάνω είναι το πρόβληµα. Να εµφανίζεις τον εαυτό σου σαν κελεπούρι που από τη µία αναζητά δέσµευση και συναισθηµατική κάλυψη και από την άλλη ποζάρει λες και στέλνει βιογραφικό για hardcore πορνό. Να κάνεις φριχτές δηµόσιες σχέσεις, διατυµπανίζοντας την κάθε τυχάρπαστη επαγγελµατική δραστηριότητά σου. Και φυσικά, να ψάχνεις το ταίρι σου µέσα σε σκοροφαγωµένες σχολικές επετηρίδες: πόσο αξιολύπητο είναι; Το να αναζητάς συµµαθητή από το δηµοτικό, άντε και από το γυµνάσιο, είναι σαν να παραδέχεσαι πικρά στον εαυτό σου ότι η ανεξάντλητη δεξαµενή από κελεπούρια µόλις εξαντλήθηκε, ότι οι πορτοκαλιές που έχει κι αλλού δεν είναι τελικά πουθενά. Και ξαφνικά θυµήθηκες τον Παναγιωτάκη ή τη Μαιρούλα επειδή σε ένα πάρτι είχατε χορέψει µπλουζ και πολύ σου άρεσε, από όσο µπορείς να θυµηθείς.

Πριν από έναν χρόνο, ένας φίλος από το πανεπιστήµιο µε κάλεσε για καφέ στο σπίτι. Και αντί να µιλήσουµε σαν άνθρωποι, παίρνει το λάπτοπ, το ακουµπά στα πόδια του και µου λέει: «Θέλεις να σου δείξω τη φάρµα µου στο FarmVille»; Απάντησα καταφατικά για να µην τον προσβάλω, αλλά βαριόµουν ήδη. Αρχισε να µου δείχνει κάτι στάβλους και κάτι κοτέτσια µε έπαρση τσιφλικά. «Ο Βενετόπουλος έχει και πάπιες…» µου είπε µε θαυµασµό και ζήλια για έναν πρώην συµφοιτητή µας, που έδειχνε να τα έχει καταφέρει καλύτερα στη φάρµα των ζώων. Τα χρόνια περνούν και οι φίλοι µου αρχίζουν να βάζουν στοίχηµα για το πότε επιτέλους θα αποκτήσω και εγώ ένα status για να γράφω ό,τι µου κατέβει και να σταµατήσω να παραπονιέµαι που δεν βρίσκω παρέα να βγαίνω τα Σάββατα, αφού θα µένω µέσα όπως όλοι και θα τσατάρουµε µε τις ώρες. «Ποτέ» τους απαντάω. Η αλήθεια είναι ότι όλο και περισσότεροι ξεχνούν τα γενέθλιά µου, αλλά και να µε καλέσουν σε κάτι που διοργανώνουν. Η δικαιολογία είναι πάντα η ίδια: «Α ναι, δεν είσαι στο Facebook».

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.