Mετρό. Στάση Μέγαρο Μουσικής. Στην είσοδο-έξοδο προς το Πάρκο Ελευθερίας έχει πιάσει πόστο ένας ζητιάνος. Αθλια η εμφάνισή του: κουρελιασμένα και βρώμικα ρούχα, άπλυτα και αχτένιστα μαλλιά, στραβοπατημένα και τρύπια χοντροπάπουτσα. Κρατάει ένα κακοσχισμένο χαρτόνι επάνω στο οποίο γράφει: «Βοηθίστε με! Πεινάο!». Πλησιάζω και παρατηρώ ότι αν με το αριστερό χέρι κρατά την ταμπέλα, με το δεξί κρατά το κινητό τηλέφωνό του! Μιλάει και γελάει. Βάζω πίσω στο πορτοφόλι μου τα 50 λεπτά που θα του έδινα. Δεν θα πληρώσω εγώ τον λογαριασμό του στην Cosmote, στη Wind, στη Vodafone, αποφασίζω, και αρχίζω να κατεβαίνω στις σκάλες προς τις αποβάθρες. Με τη σκέψη στον απατεώνα (να ισχυρίζεσαι ότι πεινάς, αλλά να διατηρείς κινητό;), γεγονός που μου προκάλεσε ξαφνικό εκνευρισμό: Με όλους αυτούς, τους εκατοντάδες, που έχουν πάρει θέση στους δρόμους, δεν ξέρεις πού να δώσεις, ποιος έχει πραγματικά ανάγκη και ποιος σε δουλεύει. Εκείνη τη στιγμή μια κοπέλα που ερχόταν με ταχύτητα από την αντίθετη κατεύθυνση έβαλε κάτι στη χούφτα μου λέγοντάς μου «πάρε» (ή κάτι τέτοιο) και έφυγε. Ηταν ένα ακυρωμένο εισιτήριο. Στη σκέψη μου ήρθε πάλι ο πένης της εισόδου. Τόσο άθλια είναι και η δική μου εμφάνιση, που εμπνέει τους περαστικούς να με ελεήσουν; Ομως όχι, πονόψυχες κυρίες και πονόψυχοι κύριοι, που παίρνετε το μετρό, δεν θέλω την ελεημοσύνη σας. Ποτέ δεν τη ζήτησα. Και διαφωνώ κατακόρυφα, και οριζόντια, και πλαγιομετωπικά, και όπως θέλετε πείτε το, με αυτές τις μεταμοντέρνες και άκρως προχωρημένες τεχνικές συμπαράστασης στον δοκιμαζόμενο συνάνθρωπο: Αναφέρομαι (και) στη συνήθεια ορισμένων, βγαίνοντας από το μετρό, να εγχειρίζουν τα ακυρωμένα εισιτήριά τους (τα οποία, όμως, ισχύουν ακόμη για μερικά λεπτά) σε εκείνους που μπαίνουν, χαρίζοντάς τους μια δωρεάν μετακίνηση. Ο τζάμπας εξακολουθεί να ζει σε μια χώρα που πληρώνει ακριβά και τη δική του, επί σειρά ετών, νοοτροπία και ασυδοσία.
Εξηγούμαι για να μην παρεξηγούμαι: δεν αναφέρομαι σε περιπτώσεις που μοιάζουν να έχουν πραγματική ανάγκη, όπως η ηλικιωμένη κυρία που πλησίασε τις προάλλες τη φίλη μου τη Μάχη ζητώντας της «το εισιτήριό σου, κορίτσι μου, αν μπορείς, γιατί δεν έχω να πάω σπίτι μου». Σε αυτή, να αγοράσω ευχαρίστως, εφόσον μπορώ ακόμη, ολόκληρη δεκάδα. Θεωρώ, όμως, ανεπίτρεπτο να βλέπω τα ντυμένα με Diesel, Replay και American Vintage ρούχα παιδιά να ανταλλάσσουν εισιτήρια για να γλιτώσουν το 1,40 ευρώ. Ανθρωπο πολιτισμένο δεν σε κάνει μόνο η φροντισμένη εμφάνιση, αλλά και η συμπεριφορά. Πλήρωσε, λοιπόν, όπως πρέπει, έτσι ώστε να είσαι συνεπής στις υποχρεώσεις σου, και πήγαινε σπίτι σου. Αν δεν έχεις λεφτά για το μετρό, πάρε το λεωφορείο, το οποίο είναι κατά τι φθηνότερο. Που, δεν πέφτω έξω, οι περισσότεροι από όσους επιδίδονται σε τέτοια «κολπάκια» μπορούν και με το παραπάνω να καταβάλουν το αντίτιμο για ένα… υπόγειο (αλλά αξιοπρεπές) Αιγάλεω – Σύνταγμα. Ομως, η λαμογιά (ακόμη και αν κάποιοι, στην προσπάθειά τους να την απενοχοποιήσουν, τη βαφτίζουν επανάσταση ή αντίδραση) είναι αναξιοπρέπεια. Και επιμένω να θεωρώ αυτή την τακτική λαμογιά, σε καμία περίπτωση έμπρακτο ενδιαφέρον προς τον δοκιμαζόμενο συνάνθρωπο.
Δεν έχω μετοχές στο μετρό, ώστε να αγωνιώ για τα έσοδά του (τα οποία, όμως, διασφαλίζουν τη σωστή λειτουργία του) και τις χασούρες του, απλώς θεωρώ ότι, αν έχουμε διάθεση να συνεχίσουμε να υπάρχουμε, θα πρέπει εκτός από τα δανεικά του παρελθόντος να αφήσουμε πίσω τις επιβλαβείς και αξιοκατάκριτες συμπεριφορές. Ακόμη και εκείνες που τις θεωρούμε ανάξιες λόγου, οι οποίες όμως τελικά μπορεί και να είναι καθοριστικές για το ποιοι είμαστε στην πραγματικότητα. Ακούγομαι, ίσως, εξαιρετικά αυστηρός, ειδικά απέναντι σε όσους, παρασυρόμενοι από τη συγκυρία και υιοθετώντας μια πιο συναισθηματική θεώρηση των πραγμάτων, αισθάνονται ότι δίνοντας το εισιτήριό τους σε έναν άλλον, ο οποίος πιθανώς θα το δώσει και σε τρίτο (φαντάζεστε πόσοι άνθρωποι μπορούν να εξυπηρετηθούν στη λούφα με 1,40 ευρώ;), τον απαλλάσσουν από ένα επιπλέον έξοδο. Μαθαίνοντάς του την ίδια στιγμή ότι σε αυτή την κοινωνία υπάρχουν εκείνοι που πληρώνουν και οι τυχεροί – έξυπνοι που πάντα θα επιβιώνουν εις βάρος των πρώτων. Πρέπει επιτέλους και οι μεν και οι δε, και τα κορόιδα και οι έξυπνοι, να ξεχάσουμε αυτά που ξέραμε, να γίνουμε όλοι πολίτες με συνείδηση, με δικαιώματα, αλλά και υποχρεώσεις. Επιμένω στο θέμα των υποχρεώσεων, γιατί η κοπέλα με το Desigual παλτό και τα Sergio Rossi παπούτσια (κόβει το μάτι μου), η οποία καταδέχεται να πάρει το ακυρωμένο εισιτήριο και να μετακινηθεί τζάμπα, δεν έχει θέση σε αυτή τη νέα Ελλάδα, τη χώρα που δεν επιτρέπει σε κανέναν να τη λοιδορεί και να αμφισβητεί την αξιοπρέπειά της. Και αν ως ανήσυχο (εκτός από καλοντυμένο) νιάτο που είναι, ισχυρίζεται ότι «δεν χρωστάμε σε κανέναν» (που, δυστυχώς, χρωστάμε), ούτε εγώ χρωστάω ούτε εγώ οφείλω να πληρώνω τις μετακινήσεις της. (Ηθελα εδώ και καιρό να αναφερθώ σε αυτό το θέμα, ομολογώ, όμως, ότι σκεφτόμουν τις αντιδράσεις. Γνωρίζω ότι είναι πολλοί εκείνοι που επιδίδονται στο σπορ. Εγώ, όμως, το «σε βοηθάω να μην πληρώσεις το νόμιμο αντίτιμο για τις υπηρεσίες που σου προσφέρονται» δεν το θεωρώ επ’ ουδενί… επωφελές σπορ. Μετά συγχωρήσεως.)
* Δημοσιεύθηκε στο BHMagazino στις 4 Μαρτίου 2012