«Ο Βορράς είναι αποφασισμένος να αποτρέψει τη χρεοκοπία της Ελλάδας για να προστατεύσει το δικό του χρηματοπιστωτικό σύστημα» εκτιμά, μιλώντας αποκλειστικά στο «Βήμα», ο Βόλφγκανγκ Στρέεκ (στη φωτογραφία δεξιά), διακεκριμένος καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Κολωνίας και διευθυντής του Ινστιτούτου Μαξ Πλανκ για τη Μελέτη των Κοινωνιών στη Γερμανία. Δηλώνει σίγουρος ότι «όλοι ήξεραν» τι συνέβαινε με τον ευρωπαϊκό νότο: κυβερνήσεις, ΔΝΤ και, κυρίως, η Golman Sachs. Και τονίζει ότι «μόνον η ανάπτυξη, η διαγραφή χρεών ή η χρεοκοπία μπορούν να επιλύσουν το υπερβολικό δημόσιο χρέος, όχι η λιτότητα».

Πιστεύετε ότι η ευθύνη για την κατάσταση της νομισματικής ένωσης στην ΕΕ βαραίνει τον «οκνηρό και διεφθαρμένο» Νότο που «παραβίασε τους κανόνες»;
«Δεν συμφωνώ ότι ο Νότος δεν ακολούθησε τους κανόνες. Όλοι ήξεραν τί συνέβαινε, η Ευρωπαϊκή Ένωση, το ΔΝΤ και κυρίως η Goldman Sachs, που βοήθησε την Ελλάδα να μπει στην ΟΝΕ και λίγο μετά προσέλαβε τον Μάριο Ντράγκι για CEO της Ευρώπης και αργότερα τον Μάριο Μόντι ως σύμβουλο. Η Πορτογαλία, η Ισπανία και η Ελλάδα κλήθηκαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση για πολιτικούς λόγους, για να σταθεροποιηθεί η περιοχή και να αποφευχθεί η επιστροφή μίας δεξιάς δικτατορίας ή μία κυβέρνηση της Αριστεράς».
»Ήλπιζαν ότι η κεντρώα δημοκρατία, ο καπιταλισμός, η πρόσβαση στην αγορά της Ευρώπης και τα διαρθρωτικά ταμεία θα επέφεραν μία βιώσιμη ευημερία. Όμως στα τέλη της δεκαετίας του 1990 αυτή η ελπίδα μπορούσε να κρατηθεί ζωντανή μόνο μέσω μίας τεράστιας εισαγωγής δανείων που υποκαθιστούσαν την ευημερία. Για να έχουν τα δάνεια προσιτά επιτόκια για την Ελλάδα και τους υπόλοιπους οφειλέτες, έπρεπε να γίνουν μέλη της νομισματικής ένωσης. Όσα συνέβησαν έκτοτε ήταν γνωστά και εμφανή σε όλους».

Θεωρείτε πιθανή την ολοκληρωτική διάλυση της ευρωζώνης;
«Δεν το πιστεύω. Ο Βορράς είναι αποφασισμένος να αποτρέψει τη χρεοκοπία της Ελλάδας, ώστε να προστατεύσει τη δική του χρηματοπιστωτική βιομηχανία. Θέλει επίσης να κρατήσει τις ελλειμματικές χώρες μέσα στην ευρωζώνη, για να προστατεύσει τις εξαγωγές του από τις ανταγωνιστικές νομισματικές υποτιμήσεις και να κρατήσει τη συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ σε τεχνητά χαμηλά επίπεδα. Η Γερμανία, συγκεκριμένα, είναι πρόθυμη να πληρώσει για αυτό, με τη μορφή βοήθειας, φθάνει να είναι υποφερτή και με κάποιο τρόπο κρυφή από τους ψηφοφόρους. Οι ελίτ του Νότου, από την πλευρά τους, θέλουν να παραμείνουν στην ΟΝΕ, γνωρίζοντας ότι το πολιτικό τους μέλλον είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τη συμμετοχή στην «Ευρώπη» και ελπίζοντας για συνεχή οικονομική ενίσχυση. Οι μεσαίες τάξεις του Νότου επίσης θέλουν να παραμείνουν αφού αφενός φοβούνται την πολιτική ριζοσπαστικοποίηση και αφετέρου πιστεύουν ότι η Ευρώπη είναι η γη της επαγγελίας. Φυσικά, κανείς δεν γνωρίζει αν ένα ανεξάρτητο νόμισμα τελικά θα ήταν προτιμότερο από την οικονομική ενίσχυση που οι Βρυξέλλες ή το Βερολίνο θα διατίθενται να προσφέρουν στο μέλλον».

Πιστεύετε ότι η κρίση χρέους στην ευρωζώνη μπορεί να επιλυθεί μέσω σκληρών μέτρων λιτότητας, όπως επιμένουν οι ηγέτες της;
«Το υπερβολικό δημόσιο χρέος επιλύεται μόνο μέσω της οικονομικής ανάπτυξης, της διαγραφής χρεών ή της χρεοκοπίας, ποτέ μέσω της λιτότητας. Η λιτότητα που επιβάλλεται από το εξωτερικό μπορεί να διογκώσει το πρόβλημα. Αλλά θεωρείται απαραίτητη για τον βραχυπρόθεσμο εφησυχασμό των αγορών, βάζοντας ως προτεραιότητα τις διεκδικήσεις των δανειστών και όχι των πολιτών. Είναι επίσης απαραίτητη για τον κατευνασμό των ψηφοφόρων της Βόρειας Ευρώπης, που καλούνται να εγκρίνουν τη «διάσωση» των κρατών – οφειλετών του Νότου, ή καλύτερα των τραπεζών που τα έχουν δανείσει, σε μία περίοδο που και οι βορειοευρωπαίοι υφίστανται μεγάλες περικοπές στις δημόσιες δαπάνες».

Τι τίμημα θα πλήρωνε η Ελλάδα σε περίπτωση που δεν ακολουθούσε τις πολιτικές του ΔΝΤ και της ΕΕ;
«Δεν γνωρίζω. Είναι ένα ρίσκο. Ένα ραντεβού με τη τύχη. Μπορεί να φοβίσετε τόσο την ΕΕ με την πιθανότητα της χρεοκοπίας και οι δανειστές σας να γίνουν πιο φιλικοί. Μπορεί και όχι. Είναι ένα παιχνίδι θάρρους: ποιος θα ανοιγοκλείσει πρώτος τα μάτια του;»

Ποια είναι η γνώμη σας για τις νέες τεχνοκρατικές κυβερνήσεις σε Ελλάδα και Ιταλία, αναφορικά με τους δημοκρατικούς θεσμούς και διαδικασίες;

«Ο τρόπος με τον οποίο τοποθετήθηκαν οι κυβερνήσεις στην Ελλάδα και την Ιταλία δεν έχουν προηγούμενο: οι ειδικοί στα χρήματα αντικαθιστούν τους ειδικούς στους ανθρώπους, κάτω από ισχυρές πιέσεις ξένων κυβερνήσεων και διεθνών οργανισμών, προκειμένου να εξασφαλιστεί η εξόφληση του χρέους στους ξένους πιστωτές. Θυμάμαι πόσο σοκαρισμένη ήταν η Μέρκελ και οι άλλοι όταν ο Παπανδρέου προσπάθησε να διενεργήσει δημοψήφισμα. Αμέσως τον ανάγκασαν να παραιτηθεί. Φυσικά αυτό ήταν μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Σκεφτείτε τους περιορισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις εθνικές νομισματικές, οικονομικές και κοινωνικές πολιτικές και τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, που τον Δεκέμβριο οδήγησαν στη συμφωνία για αναθεώρηση των Συνθηκών της ΕΕ.. Όλες οι χώρες, όχι μόνο η Ελλάδα και η Ιταλία, είναι τώρα υποτελείς σε μία ευρωπαϊκή «οικονομική κυβέρνηση» που είναι σχεδιασμένη να καθιστά αδύνατο στη δημοκρατική πολιτική να διορθώνει τις πράξεις των αγορών».

= Είναι δυνατή μία δομική αναπροσαρμογή και μία πραγματική δημοσιονομική ένωση στην Ευρώπη ελλείψει μίας κοινής ευρωπαϊκής ταυτότητας;
«Η ευρωπαϊκή ενοποίηση ήταν εξ αρχής σχεδιασμένη έτσι ώστε να προχωράει χωρίς την «ευρωπαϊκή ταυτότητα». Η μετάβαση από τη νομισματική στη δημοσιονομική ένωση και από εκεί σε μία ένωση μεταφοράς πόρων, θα οδηγείται όχι από μία νέα «ευρωπαϊκή συνείδηση» των πολιτών αλλά από τις αγορές, που αξιώνουν το τέλος της οικονομικής εθνικής κυριαρχίας. Αλλά το τίμημα θα είναι οι πολίτες του Βορρά να αγανακτήσουν με τον «φόρο ανταγωνιστικότητας» που θα πρέπει να πληρώνουν στον Νότο ως αποζημίωση για τις ανταγωνιστικές υποτιμήσεις, ενώ οι πολίτες του Νότου θα αγανακτήσουν με τη λιτότητα που θα τους επιβάλει ο Βορράς. Ο Βορράς θα αντιμετωπίζει τον Νότο ως βάρος και ο Νότος τον Βορρά, και κυρίως τη Γερμανία, ως ιμπεριαλιστές. Καθώς η Ευρώπη θα μεγαλώνει υπό την ηγεσία των αγορών, οι λαοί της θα απεχθάνονται ο ένας τον άλλον».

ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο Βόλφγκανγκ Στρέεκ

Καθηγητής Κοινωνιολογίας στη σχολή Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών του πανεπιστημίου της Κολονίας, ο Βόλφγκανγκ Στρέεκ, εστιάζει το ερευνητικό του ενδιαφέρον στον συσχετισμό της πολιτικής επιστήμης και της πολιτικής οικονομίας με την οικονομική κοινωνιολογία. Ασχολείται κυρίως με τη σύγκρουση των δημοκρατικών οντοτήτων και της καπιταλιστικής οικονομίας, όπως αυτή αντανακλάται στη σύνθεση του σύγχρονου κράτους πρόνοιας και των εργασιακών σχέσεων. Αρθρογραφεί συχνά σε επιστημονικές επιθεωρήσεις, ενώ το τελευταίο του βιβλίο κυκλοφόρησε το 2009 από τις εκδόσεις Oxford University Press με τον τίτλο «Re – Forming Capitalism: Institutional Change in the German Political Economy» (Μετά – Ρυθμίζοντας τον Καπιταλισμό: Θεσμική Αλλαγή στη Γερμανική Πολιτική Οικονομία). Από το 1995 διευθύνει το Ινστιτούτο Μαξ Πλανκ για τη Μελέτη των Κοινωνιών στην Κολονία.