Πριν από τριάντα χρόνια είχα επισκεφθεί μία από τις λεγόμενες τίγρεις της Ασίας, την Ταϊβάν (Εθνικιστική Κίνα), και διαπίστωσα επί τόπου δύο από τα μυστικά του οικονομικού της θαύματος. Σε μια μικρή λωρίδα παραθαλάσσιας γης λειτουργούσε με εξαιρετική επιτυχία ένα σοφό στον σχεδιασμό του βιομηχανικό συγκρότημα. Σε κατάλληλα διαμορφωμένο λιμάνι ξεφορτωνόταν εισαγόμενο σιδηρομετάλλευμα, που με κυλιόμενες ταινίες διοχετευόταν σε παραπλεύρως λειτουργούσα υψικάμινο, η οποία το μετέτρεπε σε χάλυβα. Το ακριβώς δίπλα εγκατεστημένο ελασματουργείο παρήγε από τον χυτοσίδηρο λαμαρίνες, οι οποίες εχρησιμοποιούντο από το παραπλεύρως εγκατεστημένο ναυπηγείο για κατασκευή πλοίων. Από την παραγωγή στην κατανάλωση. Σε ελάχιστο χώρο, σε ελάχιστο χρόνο και με ελάχιστο κόστος. Η ιδανική σύλληψη υψηλής παραγωγικότητας που διασφαλίζει ιδανική ανταγωνιστικότητα. Ενώ διαπιστώναμε ένα υπόδειγμα ευφυούς επιχειρηματικότητας, γάλλος συνάδελφος ρώτησε έναν εργαζόμενο στο συγκρότημα αν διεκδικούν με απεργίες βελτίωση των αποδοχών τους από την εργοδότρια εταιρεία, για να λάβει την εξής απάντηση: «Αν έχει κέρδη, πιέζουμε με διάλογο για να επιτύχουμε υψηλότερα ημερομίσθια. Εφόσον τα οικονομικά στοιχεία δικαιολογούν τις διεκδικήσεις μας, βρίσκουμε ανταπόκριση. Αν όμως η εργοδοσία αρνηθεί, επειδή δεν έχει κέρδη ή – ακόμη χειρότερα – αν έχει ζημίες, τι θα κερδίσουμε κάνοντας απεργία; Θα είχε ακόμη χειρότερα οικονομικά αποτελέσματα κι έτσι θα αναγκαζόταν τελικά να απολύσει προσωπικό ή και να κλείσει». Η απάντηση χλευάστηκε ως στερουμένη του αγωνιστικού πνεύματος που χαρακτηρίζει το εργατικό κίνημα στη Δύση.
Τότε στη μικρή Ταϊβάν (το 1/5 σε έκταση σε σύγκριση με την Ελλάδα) αλλά με πληθυσμό 10 εκατομμυρίων το κατά κεφαλήν εισόδημα ήταν γύρω στα 1.000 δολάρια. Χάρη στις ήδη υψηλές εξαγωγές της είχε στο ισοζύγιό της πλεόνασμα κάποιων δισεκατομμυρίων δολαρίων. Σήμερα, ακόμη και με προϊόντα υψηλής τεχνολογίας, εξαγωγές σε όλον τον πλανήτη και με πληθυσμό 22 πια εκατομμυρίων, το κατά κεφαλήν εισόδημά της πλησιάζει τα 30.000 δολάρια (έναντι 27.000 της Ελλάδας πριν από την κρίση), το συναλλαγματικό πλεόνασμά της καλπάζει και τις επιδόσεις της στην εφαρμογή των κανόνων αγοράς μιμείται με εξαιρετική επιτυχία και η κομμουνιστική Κίνα. Ετσι μεταφέρεται βαθμιαία, με πολλή προσπάθεια αλλά και ευφυή επιχειρηματικά σχέδια, το κέντρο βάρους της παγκόσμιας οικονομίας από τη Δύση στην Ανατολή.
Ας μεταφερθούμε τώρα στην αφανή αλλά μόνιμη τίγρη της Ευρώπης, την Ελβετία. Ετος 1993 και περίοδος και πάλι κρίσεως. Διαπιστώνεται ότι μεταξύ 1985 και 1992 αυξήθηκε ο αριθμός των εργαζομένων στο ελβετικό Δημόσιο από 36.000 σε 41.000, οπότε το ομοσπονδιακό κοινοβούλιο της χώρας με συναίνεση όλων των κομμάτων αποφάσισε να απολυθούν 11.000. Η Συνομοσπονδία Δημοσίων Υπαλλήλων αντιδρώντας αντιπρότεινε να μειωθούν οι ώρες εργασίας των δημοσίων υπαλλήλων με αντίστοιχη μείωση των αποδοχών τους, ώστε να περικοπούν οι δαπάνες του Δημοσίου κατά το ποσό που αντιστοιχούσε στο μισθολογικό βάρος των υπό απόλυση. Ετσι και η αναγκαία περικοπή των δημοσίων δαπανών θα επιτυγχανόταν και κανείς δεν θα απολυόταν.
Αναφέρομαι στα παραπάνω, τα οποία θεωρούνται αδιανόητα για τη νοοτροπία που κυριαρχεί στη σε δεινή κρίση οικονομία και κοινωνία μας, υπενθυμίζοντας ότι ανάλογες συμπεριφορές διέσωσαν στο παρελθόν τις απειλούμενες με χρεοκοπία αυτοκινητοβιομηχανίες Κράισλερ στις ΗΠΑ και Φολκσβάγκεν στη Γερμανία, για να θυμίσω και στους εν Ελλάδι κοινωνικούς εταίρους ότι οι ακραίες αγωνιστικές κινητοποιήσεις και οι κόκκινες γραμμές οδηγούν σε χρεοκοπίες και διόγκωση της ανεργίας, δηλαδή ό,τι χειρότερο και για τα πιο αδύναμα κοινωνικά στρώματα, αλλά και για την υπό χρεοκοπία εθνική οικονομία.
Καθώς γράφονται αυτές οι γραμμές δεν γνωρίζω πού κατέληξαν οι διαπραγματεύσεις των κοινωνικών εταίρων. Ελπίζω να επιδειχθεί σύνεση για να προληφθεί νομοθετική παρέμβαση. Γιατί με την παράνοια και την τύφλωση που κυριαρχεί στα πολιτικά μας κόμματα φοβούμαι ότι οδηγούμαστε ταχέως στην ανεπανόρθωτη καταστροφή.
jmarinos@tovima.gr

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ