Η επιστροφή μιας εικόνας, ένα τηλεοπτικό σήριαλ και μία μεγάλη υπόθεση ιεροσυλίας χαμένη στα βάθη του παρελθόντος…

Επέστρεψε πριν από λίγο καιρό στη Μονεμβάσια, ύστερα από 32 ολόκληρα χρόνια, η εικόνα του Χριστού που είχε κλαπεί στις αρχές Ιανουαρίου 1979 από την εκκλησία του Ελκομένου στο κάστρο.

Η εικόνα που είχε μετά από περιπέτειες ανεβρεθεί το 1980 και φυλασσόταν έκτοτε στο Βυζαντινό Μουσείο, γύρισε στον τόπο της ύστερα από πολυετείς προσπάθειες του Μητροπολίτη Μονεμβασίας και Σπάρτης Ευστάθιου και αφού δόθηκαν οι αναγκαίες εγγυήσεις για την ασφάλεια της.

Ηδη έχει τοποθετηθεί μέσα στο παρεκκλήσι του Αγ. Ιωάννου, που βρίσκεται στο εσωτερικό του ναού του Ελκόμενου Χριστού. Τα μέτρα ασφάλειας που έχουν ληφθεί για την κατασκευή του κουβούκλιου φύλαξης της εικόνας ξεπέρασαν τις 200.000 ευρώ.

Εχει δημιουργηθεί μια ειδικά σχεδιασμένη προθήκη με διπλό τζάμι και ένα ειδικό σύστημα εποπτείας με κάμερες, όπου η εικόνα «σαρώνεται» κάθε δύο δευτερόλεπτα για να μην μπορεί να αντικατασταθεί με αντίγραφό της.


Η περιπέτεια της κλοπής

Ελάχιστοι, ωστόσο, γνωρίζουν το πολύμηνο θρίλερ που διαδραματίστηκε μεταξύ 1979 και 1980 για τον εντοπισμό της εικόνας, αλλά και το ότι στην συγκεκριμένη αρπαγή είχε βασισθεί το επιτυχημένο σίριαλ της κρατικής τηλεόρασης «Ιερόσυλοι» με τον Θάνο Λειβαδίτη, σε σκηνοθεσία του Κώστα Λυχναρά.

Ελάχιστοι ίσως γνωρίζουν επίσης, πως όταν βρέθηκε η εικόνα γονάτισε μπροστά της ο τότε υπουργός Πολιτισμού Δημήτρης Νιάνιας και αναφώνησε «βρέθηκε ο σύγχρονος Παρθενώνας»!

Η αρπαγή της εικόνας σημειώθηκε τη νύκτα της 10ης Ιανουαρίου 1979 από έναν 47χρονο πρώην στρατιωτικό, ο οποίος εκδιώχθηκε το 1962 από τις Ενοπλες Δυνάμεις με την κατηγορία της «συνωμοσίας κατά του πολιτεύματος».

Στην συνέχεια εργάστηκε ως τοπογράφος και είχε φυλακισθεί για υπόθεση υπεξαιρέσεων και παραβάσεις του νόμου περί επιταγών.

Στις φυλακές Κορυδαλλού ο 47χρονος συναντήθηκε με έναν 37χρονο σεσημασμένο αρχαιοκάπηλο, ο οποίος φέρεται να τον παρακίνησε να κλέψει την εικόνα της «Σταύρωσης του Χριστού» από τον ναό του Ελκόμενου Χριστού.

Ο 37χρονος αρχαιοκάπηλος ζήτησε μάλιστα από τον πρώην στρατιωτικό 500.000 δρχ. (περίπου 1.500 ευρώ σήμερα) για τις σχετικές πληροφορίες που του έδωσε.

Ο 47χρονος είχε μεταμφιεστεί σε γέροντα, έβαλε ψεύτικη γενειάδα, μπήκε στον ναό της Μονεμβάσιας, έκοψε το λουκέτο της πόρτας και άρπαξε συνολικά περίπου 35 εικόνες, ανάμεσα σε αυτές και τη «Σταύρωση», της οποίας η αξία τότε υπολογιζόταν σε 100.000.000 δρχ (περίπου 300.000 ευρώ).

Ο ιερόσυλος έκοψε την εικόνα σε τρία κομμάτια. Μετά την κλοπή, ο 47χρονος φόρεσε την παλιά στολή του υπολοχαγού που είχε, φόρτωσε τις εικόνες στο αυτοκίνητο του και τις μετέφερε σε δύο διαμερίσματα στο κέντρο της Αθήνας.

Λίγο αργότερα άρχισε μόνος του τις διαπραγματεύσεις για να τις πουλήσει. Ομως, οι κινήσεις του έγιναν αντιληπτές από τους αξιωματικούς της Ασφάλειας Αθηνών, οι οποίοι ετοίμασαν την μεγάλη παγίδα. Ανθρωπος της Ασφάλειας εμφανίσθηκε ως γερμανός επιχειρηματίας που ενδιαφερόταν για την αγορά των εικόνων και προσέγγισε τον 47χρονο.

Ετσι, μετά από λίγες ημέρες ο πρώην στρατιωτικός συνελήφθη και η εικόνα της «Σταύρωσης του Χριστού» βρέθηκε στις 25 Φεβρουαρίου 1980 σε ένα πατάρι γκαρσονιέρας στην οδό Δελαπόρτα 53 στου Γκύζη.

Μάλιστα, τότε ο σπουδαίος Φώτης Κόντογλου, μοναδικός αγιογράφος ο ίδιος, είχε χαρακτηρίσει τη συγκεκριμένη εικόνα αριστούργημα. Πρόκειται «ίσως για τη σπουδαιότερη Σταύρωση σε φορητή εικόνα».

Ο τότε αξιωματικός της ΕΛΑΣ Σωτήρης Ηλιόπουλος – υπηρετούσε στο Τμήμα Εγκλημάτων κατά Ζωής και Ιδιοκτησίας το 1980 – που είχε πραγματοποιήσει την σχετική έρευνα αναφέρει: «Θυμάμαι τον τότε υπουργό Πολιτισμού, ο οποίος όταν έμαθε ότι βρήκαμε την εικόνα ήλθε στη γκαρσονιέρα, γονάτισε στο πάτωμα, έκανε το σταυρό του και μας είπε «βρέθηκε ο σύγχρονος Παρθενώνας που είχε χαθεί»».

Από την άλλη πλευρά ο Κώστας Λυχναράς, σκηνοθέτης των «Ιερόσυλων», θυμάται: «Ο Θάνος Λειβαδίτης έγραφε αυτός τα σενάρια των σειρών που έπαιζε, και μάλιστα ερευνούσε πάρα πολύ στο αστυνομικό δελτίο και έπαιρνε στοιχεία από πραγματικές υποθέσεις, όπως ήταν η κλοπή της συγκεκριμένης εικόνας από τη Μονεμβασιά».