Η αρχαία ιστορία γράφτηκε σε διάρκεια αιώνων, η αναζήτηση όµως των τεκµηρίων της δεν είναι κάτι που ακολουθεί χρονολογική σειρά ούτε κατευθύνεται από τις βουλές των επιστηµόνων, που άλλοτε µπορεί να πασχίζουν επί χρόνια για ένα εύρηµα χωρίς επιτυχία, άλλοτε – τύχη αγαθή – να το ανακαλύπτουν και άλλοτε να είναι ένα απρόσµενο αλλά σπουδαίο γεγονός.
Σε κάθε περίπτωση, βέβαια, η οικονοµική δυσπραγία στενεύει τα περιθώρια της αρχαιολογικής έρευνας, άρα και των αποτελεσµάτων, κάτι που δεν είναι κρυφό ότι συµβαίνει τα τελευταία χρόνια. Αλλά παρά τους περιορισµούς αυτούς σηµαντικές αρχαιολογικές ανακαλύψεις υπήρξαν σε όλη τη χώρα µε ευρήµατα που θα µπορούσαν να στηρίξουν ολόκληρα µουσεία. Ενα έργο τεράστιο σε πλούτο και σηµασία, που διευρύνει τη γνώση του παρελθόντος αλλάζοντας σε κάποιες περιπτώσεις και τα ως τώρα ισχύοντα. Η Ελλάδα είναι πρώτη στον τοµέα αυτόν και η απόδειξη ακολουθεί.
Η επιλογή των δέκα σηµαντικών ανακαλύψεων που παρουσιάζει «Το Βήµα» θα µπορούσε κάλλιστα να διευρυνθεί σε 20 ή και περισσότερα, γι’ αυτό και η κατάταξη δεν έχει γίνει µε σειρά σπουδαιότητας. Αυτό θα το κάνει η µελέτη τους και ο χρόνος.
Ειδώλιο γυναίκας που κατασκευάστηκε από ξύλο πριν από 2.500 χρόνια αλλά έφθασε ατόφιο ως σήµερα έφεραν στο φως οι αρχαιολόγοι στο ιερό της Αρτέµιδος στη Βραυρώνα. Το εύρηµα είναι εντυπωσιακό, δεδοµένου ότι το ξύλο σπανιότατα διατηρείται µέσα στον χρόνο, αν και η περιοχή της Βραυρώνας λόγω του υγρού εδάφους της συντελεί σε αυτό. Η ανακάλυψη έγινε κατά τις εργασίες κατασκευής αποστραγγιστικού φρέατος στον αρχαιολογικό χώρο, όπου εντοπίστηκε άγνωστος αποθέτης του ιερού. Μαζί µε την πεπλοφόρο µορφή µε την περίτεχνη, βοστρυχωτή κόµµωση αποκαλύφθηκαν δύο ξύλινες σόλες υποδηµάτων µε τη διακόσµησή τους από εγχάρακτα µοτίβα, ξύλινα τµήµατα αγγείων, όπως επίσης δύο χάλκινα κάτοπτρα και άλλα αντικείµενα, όλα του 5ου αιώνα π.Χ.
Μια τετράπλευρη σφραγίδα από βαθυκόκκινο ίασπη που φέρει χαραγµένα επάνω της σηµεία της µινωικής ιερογλυφικής γραφής αποτελεί το µοναδικό ως τώρα εύρηµα της αρχαιότερης γραφής των Μινωιτών στη ∆υτική Κρήτη. Η σφραγίδα βρέθηκε σε µινωικό «ιερό κορυφής» του όρους Βρύσινα σε υψόµετρο 858 µέτρων και µαζί της περισσότερα από 800 ανθρωπόµορφα ειδώλια και πολλά άλλα αναθήµατα που χρονολογούνται στην Παλαιοανακτορική περίοδο (1900-1700 π.Χ.) ως την αρχή της Νεοανακτορικής (1700-1500 π.Χ.).
Η ανασκαφή συνεχίζεται, ήδη όµως οι αρχαιολόγοι κυρία Ιρις Τζαχίλη και Ελένη Παπαδοπούλου θεωρούν ότι ο Βρύσινας είναι το σηµαντικότερο ιερό κορυφής για τη ∆υτική Κρήτη.
Ανθρωποι που τάφηκαν µε τα ζώα τους ολόγυρά τους! Το εύρηµα προήλθε από τη Μαυροπηγή της Εορδαίας, όπου αποκαλύφθηκε µικρό νεκροταφείο του 6ου αιώνα π.Χ. µε ενταφιασµούς 11 ανθρώπων και 16 ζώων – άλογα, σκύλοι, βοοειδή και ένας χοίρος – τα οποία είχαν τοποθετηθεί περιµετρικά των ανθρώπινων ταφών. Η ιδιαιτερότητα του νεκροταφείου, όπως είπε η ανασκαφέας δρ Γεωργία Καραµήτρου-Μεντεσίδη, συνίσταται στο γεγονός ότι είναι η πρώτη φορά που εντοπίζεται στην περιοχή της Κοζάνης και των Γρεβενών αυτό το έθιµο.
Οι άνδρες είχαν ταφεί µε τα σιδερένια τους µαχαίρια και αιχµές δοράτων, ενώ τρεις γυναίκες έφεραν χάλκινα σκουλαρίκια, καθώς και χάλκινα βραχιόλια στους βραχίονες αλλά και στα κάτω άκρα.
Μαρµάρινο, σε µέγεθος λίγο µεγαλύτερο από το φυσικό, το άγαλµα που αποκαλύφθηκε στο Μικρό Θέατρο της Αρχαίας Επιδαύρου ενώ γίνονταν εργασίες στον περιβάλλοντα χώρο του µνηµείου έρχεται από τους αυτοκρατορικούς ρωµαϊκούς χρόνους για να επιβεβαιώσει την ισχύ και την αξία της κλασικής πλαστικής παράδοσης µέσα στους αιώνες. Πρόκειται για ένα εξαιρετικής ποιότητας αντίγραφο έργου του4ου αιώνα π.Χ. από το εργαστήρι του µεγάλου αργείου γλύπτη Πολύκλειτου το οποίο παρίστανε τον θεό Ερµή και αγαπήθηκε τόσο που να επαναληφθεί αργότερα από πολλούς καλλιτέχνες. Εικάζεται µάλιστα ότι φιλοτεχνήθηκε πιθανόν τον 2ο αιώνα µ.Χ. , όταν ο αυτοκράτορας Αδριανός επισκέφθηκε την Επίδαυρο
Είναι η αρχαιότερη επιγραφή που έχει βρεθεί σε ευρωπαϊκό έδαφος και είναι ελληνική. Πρόκειται για την επιγραφή µιας πήλινης πινακίδας σε Γραµµική Β που γράφηκε πριν από 3.500 χρόνια και βρέθηκε στην Ικλαινα της Μεσσηνίας από τον αρχαιολόγο κ. Μιχάλη Κοσµόπουλο, ο οποίος ανασκάπτει ένα µυκηναϊκό µέγαρο µε πελώριους αναληµµατικούς τοίχους, τοιχογραφίες και αποχετευτικό σύστηµα. Η χρονολόγηση της πινακίδας πολύ πριν από τις ως τώρα γνωστές αλλάζει πολλά δεδοµένα στη γνώση µας για τη χρήση της Γραµµικής Β αλλά και για την εξάπλωση της γραφής.
Ενα µικρό, χρυσό αντικείµενο που αναπαριστά ένα ανθρώπινο µάτι πανοµοιότυπο µε αυτό της χρυσής, νεκρικής µάσκας του Τουταγχαµών βρέθηκε µέσα σε ταφικό πίθο στη νεκρόπολη της Αρχαίας Ελεύθερνας στην Κρήτη. Σε φυσικό µέγεθος και µε το χαρακτηριστικό «αιγυπτιακό µπλε» ολόγυρά του, φοριόταν ως επιστήθιο κόσµηµα από µία εκ των τριών γυναικών του οικογενειακού τάφου του 8ου-7ου αιώνα π.Χ., όπως είπε ο ανασκαφέας, καθηγητής κ. Νίκος Σταµπολί δης. Αλλά και το ένδυµα της γυναίκας ήταν καταστόλιστο από χρυσά ελάσµατα, ενώ στον ίδιο πίθο υπήρχε µαζί µε άλλα αντικείµενα και µια µεγάλη χάντρα από ορεία κρύσταλλο µε χαραγµένο πλοίο µε τετράγωνο πανί σαν αυτά που ταξίδευαν στον Νείλο.
Θολωτοί, οικογενειακοί τάφοι που χρησιµοποιήθηκαν για πολλές γενιές (από τον 10ο ως τον 8ο αιώνα π.Χ.) ήρθαν στο φως στην περιοχή της Χλόης Βελεστίνου µε πλούσια κτερίσµατα αλλά ακόµη και ορισµένους από τους νεκρούς στη θέση τους. Κοσµή µατα και άλλα αντικείµενα, όπως τριχολαβίδες και τσιµπιδάκια για καλλωπισµό, όπλα (σιδερένια ξίφη µε λαβές από αλάβαστρο, µαχαιρίδια και εγχειρίδια), χάλκινες φιάλες, που χρησίµευαν ως αγγεία πόσης, συνόδευαν τους νεκρούς, όπως είπε η αρχαιολόγος κυρία Αργυρούλα ∆ουλγέρη-Ιντζεσίλογλου. Αυτοί οι κυκλικοί τάφοι αποτελούν τµήµα του µεγάλου νεκροταφείου των αρχαίων Φερρών και, καθώς σήµερα πλέον βρίσκονται δίπλα στη νέα Εθνική oδό, έξι από αυτούς θα γίνουν επισκέψιµοι.
Χάλκινο ειδώλιο στην τελετουργική «στάση του αποσκοπείν», που χρονολογείται στο 1600 π.Χ., σφραγίδες, κοσµήµατα, τελετουργικά αγγεία, όπλα, χρυσό έλασµα (1700 π.Χ.) µε χαραγµένο επάνω του µινωικό πλοίο βρίσκονται µεταξύ των ευρηµάτων της ανασκαφής στη Ζώµινθο του Ψηλορείτη. Αυτό το ιδιότυπο µινωικό κέντρο πάνω στα βουνά, που δεν ήταν απλώς ένας σταθµός προς το Ιδαίο Αντρο ούτε µόνον ο προµηθευτής της Κνωσού σε µαλλί και άλλα ζωικά προϊόντα και που όµοιό του δεν έχει ανασκαφεί ως τώρα στην Κρήτη, ανοίγει νέους δρόµους για την έρευνα και τη µελέτη της διάρθρωσης του µινωικού κόσµου, όπως λέει η αρχαιολόγος κυρία Εφη Σαπουνά-Σακελλαράκη .
Κούροι σµιλεµένοι σε παριανό µάρµαρο έρχονται στο φως κατά τµήµατα – κυριολεκτικώς – στο ιερό του Απόλλωνα που βρίσκεται στην έρηµη σήµερα νησίδα ∆εσποτικό κοντά στην Αντίπαρο. Κατεστραµµένοι (άγνωστο για ποιον λόγο) ή τεµαχισµένοι επίτηδες προκειµένου να χρησιµοποιηθούν ως δοµικά στοιχεία σε εποχές µεταγενέστερες της Αρχαϊκής, οπότε φιλοτεχνήθηκαν, βρέθηκαν από τον αρχαιολόγο κ. Γιάννο Κουράγιο άλλοτε στο κατώφλι θύρας, άλλοτε εντοιχισµένοι σε τοίχο κτιρίου του ιερού και άλλοτε «χτισµένοι» στον περίβολο ενός σύγχρονου µαντριού! Περί τα 60 τµήµατα γλυπτών έχουν εντοπισθεί ως τώρα και µεταξύ τους πέντε κεφαλές Κούρων, µία Κόρης, περισσότεροι από δέκα κορµοί και περί τις 30 βάσεις για γλυπτά.
Ο µεγαλύτερος ίσως σε µέγεθος αρχαίος ναός στην Κρήτη εντοπίστηκε στην κορυφή του λόφου Κεφάλα στην περιοχή των Γουρνών. Σύµφωνα µε τον αρχαιολόγο κ. Νίκο Παναγιωτάκη, ο ναός ήταν αφιερωµένος στην Αρτέµιδα Σκοπελίτιδα και είχε διαστάσεις 52Χ19,60 µέτρα. Σήµερα σώζονται ελάχιστα κατάλοιπα, κατά τον ίδιο όµως υποδεικνύουν την ύπαρξη σπουδαίου λατρευτικού κέντρου που ήταν άγνωστο ως τώρα από τις αρχαίες πηγές (αν και ο Παυσανίας αναφέρει κάποιο ιερό αφιερωµένο στην Αρτεµη). Το ιερό ανήκε πιθανώς στη Χερσόνησο, που η στενή σχέση της µε τη θεά Αρτεµη µαρτυρείται από διάφορες πηγές.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ