Ο κ. Χρυσοχοΐδης είπε χθες μιλώντας στον ΣΚΑΪ ότι σε μια εποχή που τέσσερα εκατομμύρια Ελληνες ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας και τα υπόλοιπα επτά τρέμουν το αύριο, δεν μπορεί κανείς να λέει ωραία λόγια. Ότι πρέπει οι διατυπώσεις να είναι σκληρές όπως σκληρή είναι και η εποχή. Και έχει απόλυτο δίκιο. Ετσι ακριβώς είναι. Γι’ αυτό και το μόνο που μπορεί κανείς να παρατηρήσει για τα όσα ο ίδιος είπε αμέσως μετά, είναι ένα: ότι οι λοιπές δηλώσεις του στην ίδια εκπομπή του Αλέξη Παπαχελά, συγκροτούν την πιο απαράδεκτη, κυνική, φαρισαϊκή και εξοργιστική πολιτική τοποθέτηση που έχει ακουστεί σε αυτό τον τόπο εδώ και πάρα πολύ καιρό…
Τι είπε λοιπόν χθες ο κ. υπουργός;
Είπε ότι κακώς η Ελλάδα μπήκε στο μνημόνιο. Ότι δεν έπρεπε να μπει. Και όχι μόνον ότι κακώς μπήκε, αλλά, αφού μπήκε, εξίσου κακώς έκτοτε κυβερνήθηκε και πορεύθηκε εντός του μνημονίου.
Είπε ακόμα ότι δεν έγινε καμία διαπραγμάτευση με την τρόικα, ενώ θα έπρεπε να είχε γίνει. Είπε επίσης ότι ήταν τεράστιο λάθος ότι πάγωσε το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων και αυτό ήταν καταστροφικό, ότι έτσι πήγε η κυβέρνηση στην εύκολη λύση που οδήγησε στη φοβερή ύφεση. Και για όλα αυτά τα τερατώδη και καθοριστικά για την πορεία της χώρας, ο ίδιος «καθάρισε» λέγοντας ότι, ε, έκανε κι εκείνος λάθη που τώρα τα παραδέχεται από τηλεοράσεως… Είπε μέχρι και για το δημοψήφισμα, που ο ίδιος πρώτος είχε στηρίξει, ότι επίσης ήταν μοιραίο. Η δικαιολογία για τη στάση του σ’ αυτό; Δεν ήξερε τους όρους: πίστευε ότι είχαμε πάρει τη δόση…
Δηλαδή, κυριολεκτικώς έκανε κιμά τον πρώην πρωθυπουργό του και την κυβέρνηση του ΠαΣοΚ που όλο αυτό το διάστημα ο ίδιος από πρωταγωνιστική θέση υπηρέτησε.
Σε οποιαδήποτε άλλη χώρα του δυτικού κόσμου, ο κ. Χρυσοχοΐδης θα έπρεπε όχι να τολμά να είναι υποψήφιος, αλλά να είχε εγκαταλείψει μετά από αυτές τις δηλώσεις οριστικά και αμετάκλητα το δημόσιο βίο σε βαθιά απαξίωση.
Κι αυτό, επειδή σε οποιαδήποτε άλλη δυτικού τύπου δημοκρατία θα εκλαμβανόταν ως αδιανόητη πρόκληση κατά της κοινής γνώμης να μιλά έτσι ένας άνθρωπος που υπήρξε κορυφαίο στέλεχος των κυβερνήσεων τις οποίες σήμερα καταγγέλλει με τον πιο οξύ τρόπο.
Που ήταν λοιπόν ο κ. Χρυσοχοΐδης όλο αυτό τον καιρό; Από που κυβερνούσε αυτή την έρημη χώρα; Από τον πλανήτη Δία; Τι έκανε ο ίδιος δύο χρόνια τώρα; Διαφώνησε; Αντιπρότεινε; Αντιστάθηκε; Συγκρούστηκε; Παραιτήθηκε;
Και, εκτός όλων αυτών, αφού έμεινε στην κυβέρνηση που σήμερα καταγγέλλει, τι προσέφερε ο ίδιος όλο αυτό το διάστημα; Εχει κάτι να δείξει; Ποιο υπήρξε το έργο του;
Μήπως ότι με την γνωστή του μεγαλομανή αυταρέσκεια, πριν από ένα χρόνο πάλι έκανε βόλτες στα κανάλια και δήλωνε τότε ότι θα ρίξει τις τιμές στα σουπερμάρκετ; Είχε, έλεγε, τον τρόπο να το κάνει και θα το έκανε. Αλλά δεν το έκανε. Ή μήπως έφερε επενδύσεις; Ποιες είναι; Που έγιναν;
Τίποτα από αυτά.
Αντιθέτως, επί όλον αυτό τον καιρό, κουνούσε το δάκτυλο στον χειμαζόμενο ελληνικό λαό και του έκανε υποδείξεις αφ’ υψηλού.
Ποιος; Ενας επαγγελματίας πολιτικός, που ούτε θυμάται πόσα χρόνια πέρασαν από τότε που εργάστηκε για τελευταία φορά στη ζωή του…
Όμως, ο δια μακρόν «νούμερο ένα» μνημονιακός υπουργός, έρχεται τώρα, δύο χρόνια μετά, και καταγγέλλει με στόμφο και πάθος ότι ο ίδιος όλο αυτό τον καιρό, με ζήλο υπηρέτησε. Όπως καταγγέλλει και το «σύστημα» του οποίου υπήρξε και παραμένει προνομιακό τέκνο.
Αλλα οι καιροί αλλάζουν. Και με το βλέμμα στραμμένο στις δημοσκοπήσεις και την κούρσα της διαδοχής στο ΠαΣοΚ, ο κ. Χρυσοχοΐδης βγαίνει τώρα όψιμα στο κλαρί της αντίστασης. Αν αυτό δεν είναι ο απόλυτος λαϊκισμός, τότε, τι είναι;
Τελικά, υπάρχουν όρια στην πρόκληση;
Ο κ. Χρυσοχοΐδης απέδειξε χθες ότι, προφανώς, δεν υπάρχουν.
Όμως, σε ένα έχει δίκιο: η εποχή δεν σηκώνει τίποτε άλλο, από σκληρά λόγια…