Τοµ Γουέιτς:  Τραγούδια που ζουν στον αέρα

Θα πρέπει να νιώθει πολύ όµορφα ο Τοµ Γουέιτς µε το να είναι... αυτός που είναι. Πρέπει να νιώθει πολύ όµορφα κάποιος που αποτελεί από µόνος του µια µουσική κατηγορία. Πολλοί προσπάθησαν να µοιάσουν λίγο σε αυτή την αλλόκοτη προσωπικότητα, ωστόσο ο Αµερικανός παραµένει µοναδικός και ως τέτοιος πρέπει να αντιµετωπίζεται. Στο νέο στούντιο άλµπουµ του,το «Bad as me», παρουσιάζει µε την άνεση τουconnaisseur ούτε λίγο ούτε πολύ ένα«best of» – όσον αφορά τα γούστα του, αφού τα τραγούδια είναι καινούργια.

Θα πρέπει να νιώθει πολύ όµορφα ο Τοµ Γουέιτς µε το να είναι… αυτός που είναι.

Πρέπει να νιώθει πολύ όµορφα κάποιος που αποτελεί από µόνος του µια µουσική κατηγορία. Πολλοί προσπάθησαν να µοιάσουν λίγο σε αυτή την αλλόκοτη προσωπικότητα, ωστόσο ο Αµερικανός παραµένει µοναδικός και ως τέτοιος πρέπει να αντιµετωπίζεται.

Στο νέο στούντιο άλµπουµ του,το «Bad as me», παρουσιάζει µε την άνεση τουconnaisseur ούτε λίγο ούτε πολύ ένα«best of» – όσον αφορά τα γούστα του, αφού τα τραγούδια είναι καινούργια. Και τι τραγούδια! Στίχοι που µιλούν για αναχώρηση, για αλλαγή, για το σηµείο καµπής στη ζωή ενός ανθρώπου… Αλλά και για τον πόλεµο – τον νέο, τον οικονοµικό –, για την απέχθειά του προς το τραπεζικό σύστηµα που κατευθύνει τις ζωές µας.

Ισως να είναι το πιο «πολιτικό» άλµπουµ της 40χρονης καριέρας του Γουέιτς, χωρίς όµως να γίνεται ούτε για µία στιγµή µίζερο, χωρίς ποτέ να χάνει το χιούµορ που πάντα τον χαρακτηρίζει.

Ο Τοµ Γουέιτς καταφέρνει εδώ µε εξαιρετική δεξιοτεχνία να περνάει όλα τα στοιχεία που δόµησαν την καριέρα του: το ρεπερτόριο του Tin Pan Alley, οι πιανιστικές µπαλάντες και τα barfly µπλουζ της πρώτης περιόδου – επιρροές που αναδείχθηκαν σε άλµπουµ όπως τα «The Heart of Saturday Night», «ForeignAffairs» και κυρίως το«Blue Valentine». Ακούγοντας το «Pay me» θυµάται κανείς µε νοσταλγία εκείνες τις ηχογραφήσεις της δεκαετίας του 1970.

Το άλµπουµ ανοί γει µε το «Chicago», ένα κοµµάτι τολµηρό, πειραµατικό, µε έξυπνα πνευστά, που θυµίζει τον ήχο τουτρένου και φέρνει στο µυαλό τους πειραµατισµούς του σπουδαίου Harry Partch. «All aboard» µας καλεί µε µία από τις νέες φωνές που υιοθετεί ο Γουέιτς εδώ – ίσως τις περισσότερες από ποτέ άλλοτε – και µας κρύβει κάτω από την ανατρεπτική µπέρτα που φόρεσε στις αρχές της δεκαετίας του 1980, τότε που µεταπήδησε από την εταιρεία Asylum στην Island και παντρεύτηκε τη γυναίκα της ζωής του, τη σεναριογράφο Κάθλιν Μπρέναν την οποία γνώρισε στα γυρίσµατα της ταινίας του φίλου του Φράνσις Φορντ Κόπολα «Μία µέρα, ένας έρωτας».

Μαζί µε την Μπρέναν άλλαξε και ο ήχος του. Οι «µεθυσµένες» µπαλάντες έδωσαν µεµιάς τη θέση τους στα πρώιµα µπλουζ, στις µεταµοντέρνες ρούµπες, στο καµπαρέ και στην α λα Κουρτ Βάιλ τραγουδιστική δοµή, στο τανγκό, στο ευρωπαϊκό φολκλόρ, αλλά και στην άναρχη τζαζ καλλιτεχνών όπως ο σαξοφωνίστας Τζον Ζορν.

Οι ιστορίες του όµως, µε ήρωες περιθωριακούς, πόρνες και losers, εξακολούθησαν να είναι εντελώς δικές του, όπως και η βραχνή φωνή σαν ουρλιαχτό – το οποίο αποτυπώθηκε σε δίσκους-αριστουργήµατα: «Swordfishtrombones», «Rain Dogs», «Franks Wild Years».

Ο Νικ Κέιβ, ο Κιθ Ρίτσαρντς και η έμπνευση

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον στο νέο άλµπουµ παρουσιάζει το τραγούδι «Raised RightMen».

Εκτός του ότι ως τίτλος ηχεί παρόµοια µε το «Red Right Hand» του Νικ Κέιβ, ο Τοµ Γουέιτς κάνει τα πάντα για να µοιάσει και στη φωνή µε τον αρχηγό των Bad Seeds. Πρόκειται για µια εκρηκτική σύνθεση στην οποία η σχεδόν υστερική ερµηνεία του Γουέιτς προσδίδει µιαν απόκοσµη αίσθηση.

Εκτός των άλλων θαυµαστών, στο «Bad as me» ο Γουέιτς «παίζει» έξυπνα µε το ροκαµπίλι στο τραγούδι «Get Lost» χαρίζοντας µια υπέροχα λαχανιασµένη φαλσέτο ερµηνεία, ενώ στο «Satisfied» κοροϊδεύει τον φίλο του Κιθ Ρίτσαρντς – ο οποίος παίζει κιθάρα στο άλµπουµ –για τηνοµότιτλη επιτυχία των Ρόλινγκ Στόουνς: «Οποτε ακούω αυτό το τραγούδι σκέφτοµαι πάντα το ίδιο πράγµα: αν δεν µπορούν να βρουν αυτοί την ευτυχία, τότε ποιος µπορεί;».

Τέλος, τα δεκαέξι αυτά τραγούδια είναι αντιπροσωπευτικά των κατευθύνσεων που υιοθέτησε ο Τοµ Γουέιτς στο πρόσφατο κοµµάτι της πορείας του, από τότε δηλαδή που αποφάσισε να µετακινηθεί στην ανεξάρτητη εταιρεία Anti προκειµένου να έχει απόλυτη ελευθερία κινήσεων, κυκλοφορώντας εξαιρετικές δουλειές όπως τα «Alice» και «Real Gone».

Σε πρόσφατη συνέντευξή του ο Γουέιτς ρωτήθηκε για την έµπνευσή του: Αν θέλει να βρίσκεται σε κάποιον ειδικό χώρο ή στούντιο ή αν απλώς χρειάζεται να έρθει σε επαφή µε τη µούσα του: «Πηγαίνεις όπου χρειάζεται προκειµένου να καταφέρεις να αρπάξεις, να παγιδεύσεις την έµπνευση. Η θεωρία µου είναι ότι τα τραγούδια δεν “ευχαριστιούνται” πραγµατικά τη διαδικασία της ηχογράφησης. Πάντα πίστευα ότι ζουν στον αέρα. Φαντάσου να ανοίγεις ένα παράθυρο από όπου µπορούν να µπουν, να περάσουν από το ένα αφτί στο άλλο και να καταλήξουν στο ραδιόφωνο».


ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.