Ο δρόµος ενώνει τις γειτονιές του νερού και τα χωριά ανάµεσά τους, το Λιµνοχώρι, το Σκλήθρο, τον Αετό, το Ξινό Νερό, τον Αγιο Παντελεήµονα, και ξεστρατίζει προς το «µυθικό» Νυµφαίο. Κάθε γωνιά αυτού του τόπου, στο νερό ή στη στεριά, έχει να κεράσει τον περιηγητή ξεχωριστές εµπειρίες.
Σε μια επίσκεψη-«αστραπή» στο «τοπ μόντελ» των ευρωπαϊκών χωριών, το Νυμφαίο, έβλεπα ψηλά πάνω από το Βίτσι, κάτω στον κάμπο, να αχνοσχεδιάζονται δύο λίμνες. Φανταζόμουν ότι ήταν η Χειμαδίτιδα και η Ζάζαρη, αλλά δεν ήξερα ποια είναι ποια. Ούτε φανταζόμουν ότι αυτές οι μακρινές κηλίδες νερού ήταν η άκρη ενός υπέροχου κόσμου, που την άλλη πλευρά του οριοθετούσαν άλλες δύο λίμνες, εκείνη των Πετρών και η Βεγορίτιδα.
Ανάμεσά τους και άλλα δυνατά σημεία αυτού του υπέροχου κόσμου, τα χωριά Λιμνοχώρι, Σκλήθρο, Αετός, Ξινό Νερό, Αμύνταιο, Άγιος Παντελεήμων. Όλα, μαζί και το διάσημο Νυμφαίο, εμπλουτίζουν τη γοητεία μιας ανεξερεύνητης περιοχής, γεμάτης ηθικά – φυσικά και ανθρώπινα – τοπία.
Κωπηλατώντας μέσα σε ένα διπλό κανό στη Χειμαδίτιδα, δεν μπορείς να διαλέξεις αν είναι πιο ωραίο το φυσικό τοπίο με τους καλαμιώνες και τα πουλιά που τους έχουν σπίτι τους ή το χαμόγελο του Τάκη που με τόσο καλή αύρα σε ξεναγεί, ή καλύτερα σε μυεί στα μυστήρια του τόπου του.
Ούτε μπορείς να ξεχωρίσεις αν είναι πιο νόστιμες οι υπέροχες γεύσεις που απλώνουν στο τραπέζι σου ο Βαγγέλης, ο Θωμάς, ο Νίκος. Ηθικό για εμάς είναι να μαγειρεύεις και να σερβίρεις ένα φαγητό για να το γευθεί ο επισκέπτης και όχι για να τον εντυπωσιάσεις.
Αυτός είναι ο χαρακτήρας των ανθρώπων και των τοπίων γενικά, αν και η παραλίμνια διαδρομή στη Βεγορίτιδα, η ανάβαση στο Νυμφαίο, η βόλτα με άλογα με φόντο το Λιμνοχώρι, το χειμωνιάτικο Σκλήθρο το ξημέρωμα, είναι εκπληκτικά…
Καλησπέρα σας. Μου αρέσει πολύ η «ξενάγηση» που μας κάνετε στον Νομό Φλώρινας. Έχω ζήσει τέσσερα απίστευτα χρόνια εκεί και πραγματικά είναι σαν να ακούω τον εαυτό μου να περιγράφει. Για τη Φλώρινα λένε το εξής: «όποιος πηγαίνει κλαίει και όποιος φεύγει κλαίει». Και είναι αλήθεια!
Στην αρχή τρομάζεις με τις δύσκολες καιρικές συνθήκες.
Στη συνέχεια όμως σε κερδίζει η φιλοξενία του κόσμου, η οργάνωσή τους, η καλλιτεχνική τους φλέβα, η καταπληκτική τους κουζίνα και φυσικά η φύση. Ζεις την κάθε εποχή με τα χρώματα και τις μυρωδιές της. Θα ήθελα πολύ σύντομα να ξαναπάω και να ακούσω τους φίλους μου να με ρωτάνε: «Τι κάνεις, πουλάκι;». Χαρακτηριστική τους έκφραση. Ευχαριστώ πολύ.
Είναι προχωρηµένο απόγευµα στη Χειµαδίτιδα και το κουπί που χειρίζεται ο κάθε επιβάτης του διπλού κανό µοιάζει να βυθίζεται σε ρευστό ασήµι. Εδώ ταιριάζουν οι λέξεις του Γιάννη Ρούσκα από το λεύκωµα «Λίµνες, πολιτείες του νερού» των εκδόσεων Τοπίο: «Ευτυχισµένοι όσοι είδαν το πρόσωπό τους να κινείται στον γαλάζιο τους καθρέφτη, όταν ταράζεται η ηρεµία των νερών τους. Φιλιά οι αχτίνες του ήλιου. Ανείπωτη η οµορφιά τους, όταν το χλωµό φως του φεγγαριού χύνει τη γλύκα του στη γαλήνη των νερών τους. Όλοι οι καθρέφτες του κόσµου, ασηµένιοι και χρυσοί, έχουν κουβαληθεί στα νερά τους»…
Πίσω στην ακρολιµνιά, οι ακίνητες φιγούρες των ψαράδων τονίζουν την ηρεµία που απλώνει πάνω στη λίµνη η στιγµή. Ακίνητες οι πλάβες, οι παραδοσιακές βάρκες συρµένες στην άκρη, ακίνητοι και οι καλαµιώνες στο κέντρο της λίµνης, οι πελεκάνοι, το µεγάλο, µαύρο, υδρόβιο πουλί που δεν καταλήξαµε ακριβώς στην ταυτότητά του.
Παράξενο, αφού δίπλα µας κωπηλατεί ο Τάκης, χαρισµατικός τύπος ανθρώπου που σεµνά και ταπεινά είναι ανοιχτό, πολυσέλιδο, βιβλίο για τον τόπο του. Λίγες µόνο σελίδες – από τις πολλές που κατέγραψε λιώνοντας πλήθος ορειβατικά µποτάκια στο Βίτσι και τον κάµπο, µας εµπιστεύτηκε δίπλα στο τζάκι, στην «καλύβα» του, στο κτήµα όπου έχει τα άλογα που προσφέρουν στους επισκέπτες µια διαφορετική και ειδυλλιακή εικόνα του τόπου, του βουνού, του κάµπου, των λιµνών.
Στο µεταξύ, στη Χειµαδίτιδα, κινούνται µόνο το κανό και οι γιγάντιοι ίσκιοι των γύρω βουνών που κρύβουν τον ήλιο. Είναι πολύ όµορφη η λίµνη αυτή την ώρα.
Από τη Χειµαδίτιδα ο βατός χωµατόδροµος που µας έφερε από τη Ζάζαρη συνεχίζει δίπλα στη λίµνη για το Βαρικό (4 χλµ.) και το Λέχοβο (8 χλµ.), περνώντας από το Χειµαδιό µε τα παράξενα µαντριά που µοιάζουν µε µικρά κάστρα. Αλλιώς, επιστρέφει στη Ζάζαρη (2 χλµ.). Είναι µικρότερη και µοιάζει πιο κουκλίστικη. Φανταστείτε ότι µπορείτε να κάνετε τον γύρο της µε ποδήλατο βουνού.
Επιπλέον, έχει και το Λιµνοχώρι στην όχθη της, που προσθέτει στη γοητεία. Το χωριό φαίνεται πολύ ωραίο από την απέναντι όχθη, από τα λιβάδια που διασχίζουν τα άλογα του Τάκη. Από τη Ζάζαρη ο δρόµος βγαίνει στον κεντρικό στο ύψος του Αετού (4 χλµ.) που πάει αριστερά για Σκλήθρο (6 χλµ.) και δεξιά για Αµύνταιο (8,5 χλµ.).
∆εν βγαίνει από τον νου µου ότι ο Κυριάκος στήθηκε για να τον φωτογραφίσω. Αυτό έδειχναν οι κινήσεις του, που τον έκαναν τόσο συµπαθητικό όσο να θέλεις να περάσεις το ισχυρό συρµατόπλεγµα της περίφραξης και τα ηλεκτροφόρα καλώδια και να τον αγγίξεις. Όμως ο Κυριάκος δεν είναι εξηµερωµένη αρκούδα χορεύτρια – όπως ο γηραιότερος αρκούδος στον κόσµο σε αιχµαλωσία που διάγει το 45 ο έτος της ζωής του εδώ στο καταφύγιο στην άκρη του Νυµφαίου, ενώ οι αρκούδες ζουν στη φύση το πολύ 20 χρόνια –, ούτε καν αρκούδα που µεγάλωσε σε ζωολογικό κήπο όπως εκείνη από το Βελιγράδι που έχει αποκτήσει ένα είδος στρες συνηθισµένου στα ζώα σε αιχµαλωσία και βηµατίζει νευρικά όσο ήταν το µήκος του κλουβιού της.
Ο Κυριάκος ήταν άγριο αρκουδάκι στην περιοχή της Καστοριάς, που έµεινε ορφανός µαζί µε τον αδελφό του, όταν τα µεγαλόσωµα τσοπανόσκυλα κυνήγησαν µακριά τη µητέρα τους. Το ζευγάρι των τσοπάνηδων πήραν στο σπίτι τους τα δυο αρκουδάκια χωρίς να πουν τίποτε σε κανέναν. Τα µεγάλωναν ως εκεί που δεν µπορούσαν να τα κάνουν καλά και ειδοποίησαν τον «Αρκτούρο». Ο Κυριάκος και ο αδελφός του είχαν µάθει πια µε τους ανθρώπους και δεν µπορούσαν να επιστρέψουν στη φύση. Έτσι έµειναν εδώ στο καταφύγιο στο Νυµφαίο και αισίως έφτασαν εννέα ετών.
∆υο άλλα ορφανά αρκουδάκια που ο «Αρκτούρος» περιέλαβε από την αρχή προτού έλθουν σε επαφή µε τους ανθρώπους φιλοξενούνται σε αποµόνωση στο καταφύγιο του λύκου, στην Αγραπιδιά, δίπλα στον Αετό, για να επιστρέψουν την κατάλληλη ώρα στη µητέρα φύση.
Στον Αετό λειτουργεί το κέντρο ενηµέρωσης του «Αρκτούρου» και από εδώ ξεκινά ο δρόµος για το Νυµφαίο (9 χλµ.). Οι ιστορίες µε τις αρκούδες πλανώνται πάνω από την περιοχή. Στον κεντρικό δρόµο, µεταξύ Αετού και Σκλήθρου, υπάρχει προειδοποιητική πινακίδα ότι είναι πέρασµα αρκούδων.
Είναι λοιπόν αλήθεια ότι κατεβαίνουν τώρα πια και µέσα στις αυλές στο Σκλήθρο και τρώνε µούρα. Και εδώ σε αυτόν τον υπέροχο δρόµο ανάµεσα στις «φλογισµένες» οξιές που ανηφορίζει στο Βίτσι για το Νυµφαίο µπορεί να δούµε κάποια µε τα µικρά της να περνά απέναντι. Έχει συµβεί πολλές φορές. Οπωσδήποτε θα δούµε όµως αρκούδες στο καταφύγιο – φιλοξενούνται 13 – προτού πέσουν φυσικά για ύπνο από το νέο έτος ως τις αρχές της άνοιξης.
Προς το παρόν όµως ξεχνάµε τις αρκούδες και απολαµβάνουµε το Νυµφαίο γύρω από τον κεντρικό δρόµο, µε τα πέτρινα αρχοντικά του και τις µεγάλες εξώπορτες. Αλλά τις θυµόµαστε ξανά έντονα, µόλις φτάσουµε στο εντυπωσιακό κτίριο της Νικίου Σχολής, µε τον επιβλητικό πύργο του ρολογιού, όπου στεγάζεται ένα ακόµη κέντρο ενηµέρωσης του «Αρκτούρου».
Από εδώ ξεκινά το ονειρεµένο καλντερίµι, κοντά 1 χλµ., κάτω από τον θόλο των δέντρων για το καταφύγιο των αρκούδων λίγο πιο έξω από το χωριό.
Οι αρκούδες πλανώνται σαν ξωτικά πάνω από την περιοχή, αλλά δεν είναι ποτέ κακή η παρουσία των ξωτικών. Εδώ, σύµφωνα µε τον µύθο, ήταν αιτία να δηµιουργηθεί αυτή η καλλονή που ακούει στο όνοµα Βεγορίτιδα. Ανάµεσα, λέει, στην Άρνισσα και την Περαία υπήρχε ένα βαθύ πηγάδι που δεν έπρεπε να το ξεχάσουν ανοιχτό, γιατί το πολύ νερό που έβγαζε θα πληµµύριζε τον κάµπο. Μια φεγγαρόλουστη βραδιά όµως τα ξωτικά του νερού τρόµαξαν το µικρό κορίτσι που πήγε να πάρει νερό, άφησε ανοιχτό το πηγάδι και νερό έτρεξε και δηµιούργησε τη Βεγορίτιδα.
Η λίµνη τροφοδοτείται µε νερό από την Πετρών, που και αυτή µε τη σειρά της παίρνει νερό από τη Χειµαδίτιδα, που και εκείνη συνδέεται µε τη Ζάζαρη. Τα νερά µοιάζουν µε αρτηρίες του τόπου που το νερό κυλά µέσα τους, κάτω από το «δέρµα» του κάµπου ανάµεσα στα ψηλά βουνά Βίτσι, Βέρνο και Βόρας.
Πάνω στην επιφάνεια του κάµπου ο δρόµος τρέχει από τον Αετό για το Αµύνταιο, και πριν, 7 χλµ. από τον Αετό, διακλαδώνεται αριστερά για το φηµισµένο για τις πηγές του Ξινό Νερό (3 χλµ.). Μετά τη διακλάδωση (2 χλµ.) ο δρόµος πηγαίνει αριστερά, κάτω από τον κεντρικό για Κοζάνη, Φλώρινα, Πρέσπες, για το Αµύνταιο (3 χλµ.) και µέσα από την κωµόπολη συνεχίζει για τον Αγιο Παντελεήµονα (8 χλµ.) στην άκρη της Βεγορίτιδας.
Μέσα από το παραλίµνιο χωριό, ο δρόµος, ένα ποίηµα, πιάνει την ακρολιµνιά και φτάνει ως την άλλη άκρη της λίµνης σε 10 χλµ. απίθανης διαδροµής. Το κόκκινα και χρυσά, ακόµη, χρώµατα των δένδρων κατρακυλούν από τις απότοµες πλαγιές, περνούν τον δρόµο και σταµατούν ακριβώς στο «φρύδι» της όχθης για να προβληθούν σαν πίνακας µαέστρου ζωγράφου στο γαλάζιο του νερού.
Οι άνθρωποι εδώ είναι δηµιουργικοί όσο και η φύση. Τα τέσσερα αδέλφια Ναουµίδη δουλεύουν ο καθένας για το εστιατόριό τους στον Αγιο Παντελεήµονα, τα µποστάνια που το τροφοδοτούν µε λαχανικά, µε τον βιολογικό αµπελώνα που βγάζουν το κρασί τους και τη µονάδα βιολογικής καλλιέργειας, επεξεργασίας και τυποποίησης της αυθεντικής πιπεριάς Φλωρίνης. Η µονάδα είναι επισκέψιµη και σας δίνει δωρεάν το δικαίωµα γευσιγνωσίας στους επισκέπτες.
Υπεύθυνος είναι ο Κώστας (τηλ. 6947020454). Εδώ στη σκιά του Καϊµακτσαλάν (Βόρα) οι πιπεριές από γνήσιο σπόρο ωριµάζουν χωρίς χηµική και φαρµακευτική βοήθεια, για να δώσουν όλα τα αρώµατά τους και την ιδιαίτερη γεύση τους.
Λένε ότι τον ζωντανό τόπο τον αισθάνεσαι να κυλά στις αρτηρίες σου όταν τον περιδιαβάζεις. Και αυτό συµβαίνει εδώ µε το κρασί, καθώς την οινική περιοχή την ορίζουν τα πιο χαρακτηριστικά στοιχεία του τόπου, οι λίµνες, ο κάµπος, τα γύρω βουνά. Αυτά φτιάχνουν το µικροκλίµα µέσα στο οποίο ανθίζουν τα αµπέλια και ωριµάζουν τα σταφύλια σε ιδιαίτερες συνθήκες, µε τη σφραγίδα του τοπίου.
Η αµπελουργική ζώνη Αµυνταίου είναι η µικρότερη Προστατευόµενη Ονοµασία Προέλευσης στην Ελλάδα και τα σχετικά λίγα οινοποιεία βασίζονται στη ψυχή των ανθρώπων. Αυτό χαρακτηρίζει το Κτήµα Αλφα και τα κρασιά του, το ξινόµαυρο από κλίµατα άνω των 90 ετών που «βλέπουν» τον Βόρα, το ερυθρό από syrah (60%), merlot (20%), ξινόµαυρο (20%), το λευκό sauvignon blanc, το ροζέ από ξινόµαυρο και syrah και τις άλλες εννέα ετικέτες του Κτήµατος.
Στο 2ο χλµ. του δρόµου Αµύνταιο – Άγιος Παντελεήµονας η πινακίδα δεξιά δείχνει την πινακίδα για το Κτήµα Αλφα που έχει ανοιχτές τις πόρτες του οινοποιείου και του ενιαίου αµπελώνα των 700 στρεµµάτων γύρω του, όπου ο επισκέπτης µπορεί να ξεναγηθεί και να δοκιµάσει τα προϊόντα χωρίς να είναι υποχρεωµένος να αγοράσει.
Ο Κωνσταντίνος Αρβανιτάκης, υπεύθυνος εξαγωγών, τονίζει ότι οι κλιµατολογικές συνθήκες και η γεωµορφολογία δηµιουργούν ιδανικές συνθήκες για την αµπελοκαλλιέργεια, συν τα οράµατα του αµπελουργού Μάκη Μαυρίδη και του οινοποιού Άγγελου Ιατρίδη. Έτσι δηµιουργούνται πολύ υψηλής ποιότητας κρασιά που καθρεφτίζεται µέσα τους ο εξαιρετικός χαρακτήρας της περιοχής.
Ηθικές γεύσεις είναι αυτές που μαγειρεύονται για να τις απολαύσει ο επισκέπτης με το στόμα του και όχι με τα μάτια του. Αντιθέτως, ηθικό τοπίο είναι αυτό που αναστατώνει την όραση και άλλες αισθήσεις του περιηγητή. Αυτό το τοπίο όμως, ανάμεσα και πάνω από τις τέσσερις «χαμηλές» λίμνες της Φλώρινας γύρω από το Αμύνταιο – τη Χειμαδίτιδα, τη Ζάζαρη, των Πετρών και τη Βεγορίτιδα –, προκαλεί με τις γεύσεις του – τα μανιτάρια του, τα άγρια φρούτα του και τα αφεψήματά του, όπως το σαλέπι που είναι ένα ολόκληρο μυστήριο αν καθίσει ο Τάκης και σου το ξεδιαλύνει – και τη γεύση, ακριβώς λόγω της αυθεντικότητάς του. Και πάλι η αυθεντικότητα είναι αλήθεια, άρα καταλήγουμε και πάλι στην ηθική.
Το βραβευμένο εστιατόριο «Θωμάς», πάνω στον δρόμο που περνά δίπλα από το Σκλήθρο για να πάει στην Καστοριά, είναι ένα από τα δύο ξενοδοχεία φαγητού που μπορούν να βάλουν την περιοχή στην ταξιδιωτική ατζέντα του κάθε περιηγητή.
Υπάρχει εκεί εδώ και πολλά χρόνια, αλλά ο Βαγγέλης και ο Θωμάς Πασπάλης έχουν καταφέρει να κάνουν γκουρμέ τα παραδοσιακά πιάτα, χωρίς να ξεχνούν ότι όλα αυτά είναι κυρίως τροφή και τα παραγγέλνουμε για να τα φάμε.
Έτσι, άπλωσαν στο στρογγυλό τραπέζι, μπροστά στο τζάκι, χωριάτικο ψωμί με προζύμι, μανούρι Βλάστης με ντομάτα, κρέμα βαλσάμικου και βασιλικό, πιπεριές Φλωρίνης γεμιστές με τουρσί, κότσι χοιρινό στη γάστρα με πατάτα Σκλήθρου, αγριογούρουνο κρασάτο με σπιτικές χυλοπίτες, μάγουλα μοσχαρίσια κοκκινιστά με παπαρδέλες (για όσους το επιθυμούσαν υπήρχε τριμμένη ντόπια φέτα), το καλύτερο νομίζουμε πιάτο.
Το κρασί ήταν Φιλάμπελος (syrah, ξινόμαυρο, merlot), ειδική εμφιάλωση του εστιατορίου από τον Αμπελώνα Αμυνταίου. Για το τέλος υπήρχε ποικιλία γλυκών, σοκολατόπιτα, καρυδόπιτα, κολοκύθα και ντοματάκι του κουταλιού, καθώς και γράπα, το τοπικό τσίπουρο χωρίς γλυκάνισο.
Το επίσης βραβευμένο εστιατόριο του Νίκου Κοντοσώρου «Kontosoros» στο Ξινό Νερό πειράζει ίσως περισσότερο τις τοπικές παραδοσιακές συνταγές, αλλά όχι την αλήθεια τους. Πριν, κατεβήκαμε στην κάβα με τις 150 ελληνικές ετικέτες και τις 50 από την αλλοδαπή, πήραμε μια φιάλη Πετραία Γη λευκός ξηρός του ΕΑΣ Αμυνταίου και μια Πετραία Γη ερυθρός ξηρός 2007 και τα βάλαμε στο τραπέζι, στο οποίο άρχισαν να έρχονται: πατέ πιπεριάς και φέτα Φλωρίνης τσιγαρισμένη στο τηγάνι με ελαιόλαδο, σουτ μακάλο, κεφτεδάκι σε άσπρη σάλτα από αλεύρι και ζωμό κότας, άρτυμα από κόκκινο πιπέρι, ελαιόλαδο και ξίδι, καθώς και σαφράν. Χοιρινό με τραχανά, μαλακό τυρί και αρωματισμένο με τσουμπρίκα (μυρωδικό σαν τη ρίγανη). Ρυζότο μανιταριών με εγχώρια τρούφα. Μπάτζο (σκληρό, αποβουτυρωμένο τυρί) στα κάρβουνα και για το τέλος ραβανί.
Το σουτ μακάλο είναι ένα από τα αντιπροσωπευτικά τοπικά φαγητά και την πρωτότυπη συνταγή του μας αποκάλυψε η Φωτεινή Ιωαννίδου, γέννημα-θρέμμα της περιοχής, που μένει στο Σκλήθρο: Ζυμώνουν τα κεφτεδάκια με κιμά και ψωμί μισό-μισό, αβγό, ρίγανη, αλάτι, πιπέρι, πολύ λίγο σκόρδο, και τα τηγανίζουν. Το λάδι το κρατούν αφού το σουρώσουν, και σε αυτό τσιγαρίζουν το αλεύρι (υπολογίζουν μια κουταλιά αλεύρι για κάθε πιάτο) και προσθέτουν πιπέρι, αλάτι, ίσως τριμμένη ντομάτα ή σάλτσα, και ζεστό νερό ώσπου να δέσει.
Η κουβέντα για τα τσίπουρα άρχισε μπροστά σε ένα τραπέζι με τσιπουρομεζέδες στο καφενείο στο Σκλήθρο. O λόγος περί γλυκάνισου, αφού εδώ στη Βόρεια Ελλάδα το τσίπουρο με γλυκάνισο είναι εκ των ων ουκ άνευ, αν και, όπως θα μας πει τη μεθεπόμενη ημέρα ο Γιώργος Μαλάμος, η παράδοση αρχίζει να αμφισβητείται γιατί εκτός από όλα τα άλλα, το γλυκάνισο «καθαρίζει» και την αυθεντική μυρωδιά του σταφυλιού.
Έτσι, τα μισά ποτήρια γέμισαν με τσίπουρο χωρίς γλυκάνισο, τη «γράπα» όπως τη λένε εδώ, και τα άλλα μισά με γλυκάνισο. Ομως όλοι ομονοούσαν για τη νοστιμιά ενός πιάτου στη μέση του πλούσιου τραπεζιού: καλογεράκια στο τηγάνι με ντομάτα και πιπεριά.
Τα μανιτάρια μάζεψε στο Βίτσι ο Τάκης και τα αποξήρανε και τα μαγείρεψε η σύζυγός του Φωτεινή, ιδού πώς:
Μουλιάζει στο νερό τα ξερά μανιτάρια και αφού τα στραγγίξει, τα σοτάρει στο λάδι με κρεμμύδι και πιπεριά (εμβληματικό συστατικό του τραπεζιού στη Φλώρινα) και τα σβήνει με ένα ποτηράκι κρασί. Προσθέτει και μια κουταλιά σπιτική σάλτσα ντομάτα, αλάτι και πιπέρι.
Η περιοχή των τεσσάρων λιμνών γύρω από το Αμύνταιο είναι ένας γευστικός παράδεισος. Τα καζάνια του τσίπουρου αρχίζουν μόλις τώρα να γουργουρίζουν, ενώ πιο νότια, στην Πιερία, σχεδόν ολοκληρώνουν το τραγούδι της χαράς, καθώς τα σταφύλια ωριμάζουν και πάνε για τρύγο γρηγορότερα.
Αποφασίσαμε να εγκαταλείψουμε το Σκλήθρο και να κινηθούμε προς τα εκεί, από μια «ανορθόδοξη» διαδρομή. Ξέρετε, ο δρόμος του πηγαιμού σε έναν τόπο και ο δρόμος της επιστροφής είναι κομμάτια της γοητείας του τόπου. Και ο δρόμος της αποχώρησης που ακολουθήσαμε εμείς προσθέτει όντως γοητεία στη γη των τεσσάρων λιμνών.
Εμοιαζε σαν μελωδία της ευτυχίας η διαδρομή Σκλήθρο, Λέχοβο (8 χλμ.), Βαρικό (10 χλμ. από το Λέχοβο), Πτολεμαΐδα, Κοζάνη, γέφυρα λίμνης Αλιάκμονα. Από εδώ ανοίγονται δυο δρόμοι μπροστά σας. ‘Η περνάτε τη γέφυρα για Σέρβια, Ελασσόνα, Λάρισα, ή πιάνετε αριστερά την άκρη της λίμνης του Αλιάκμονα και το υπέροχο τοπίο της, και μετά το φράγμα του Πολυφύτου περνάτε απέναντι στα Πιέρια, για Ριζώματα (16 χλμ. μετά το χωριό Πολύφυτο), Ελατοχώρι (9 χλμ.) και Κατερίνη (23 χλμ. από το Ελατοχώρι). Αυτή η διαδρομή μέσα στο βουνό είναι εκπληκτική. Εμείς, κατεβαίνοντας από το Ελατοχώρι ως τον κεντρικό δρόμο Κατερίνης – Ελασσόνας, βρεθήκαμε μπροστά στο σταυροδρόμι: Αριστερά για Κατερίνη, Περίσταση, Λιβαδάκια για το καζάνι του Γιάννη Παντούλη, και δεξιά για Μηλιά για το ρακαριό του Γιώργου Μαλάμου.
Ο Γιάννης Παντούλης σπούδασε και έκανε μεταπτυχιακά στην οικονομία και υπηρετούσε την επιστήμη του ώσπου ερωτεύτηκε το αμπέλι. «Πάει, ρίζωσα εδώ» μας είπε και μπλέχτηκαν οι ρίζες οι δικές του και της οικογένειάς του με τις ρίζες του αμπελιού. Φτιάχνει βιολογικά τσίπουρα, κρασιά, λικέρ και άλλα αποστάγματα με φράουλα και λεμόνι. Και το έχει φιλοσοφήσει το πράγμα: «Το τσίπουρο σου δείχνει πώς να ζεις. Από όλα αυτά που μαζεύεις, κρατάς το απόσταγμα, το καλύτερο, και αυτό το φιλτράρεις δυο φορές. Μπαίνουν όλα μαζί στο καζάνι και βγαίνει το πνεύμα. Το πνεύμα υγροποιείται και γίνεται τσίπουρο, που ανοίγει τις μικρές, κλειστές πόρτες μέσα σου, ειδικά σε αυτά τα νυχτέρια δίπλα στο καζάνι». Το τσίπουρο είναι συνδεδεμένο με τη χαρά και μαζί με τα παστά και τα τουρσιά που είναι οι καλύτεροι μεζέδες, κατά τον Γιάννη, ανοίγει την πόρτα του κρασιού…
Η επίσκεψη στο ρακαριό του Γιώργου Μαλάμου μαζί με τον Τάκη Σφήκα είναι για εμάς κάτι σαν έθιμο. Το τσίπουρο είναι το πνεύμα της παρέας και στο τραπέζι ανάμεσα στα δυο καζάνια, Κυριακή μεσημέρι, κάθεται πάντα μια παρέα. Όλοι είναι μες στην καλή χαρά, εκτός από αυτόν που βράζει τα δικά του τσίπουρα και βρίσκεται σε εγρήγορση για να γίνει το απόσταγμα καλό. Ο Κώστας Τζίκας που κάθεται στην παρέα λέει θυμοσοφικά ότι το καλύτερο τσίπουρο είναι αυτό που σου αρέσει. Ο Γιώργος Μαλάμος το λέει πιο τεχνοκρατικά: το δικό μας τσίπουρο εδώ στα βόρεια δεν μοιάζει με καμιάς άλλης περιοχής, γιατί κάνουμε τριπλή απόσταξη.
Κάθε φορά που μας αγγίζει το «πνεύμα» του τσίπουρου αισθανόμαστε την αύρα της παρέας να μας τυλίγει. Και παρέα σημαίνει ομάδα, αλληλεγγύη, μια αρχέγονη, παραδοσιακή αξία που μόνο ένα παραδοσιακό ποτό μπορεί να τονίσει. Νομίζουμε ότι το τσίπουρο δεν υπάρχει για να διασκεδάζει τα προβλήματά μας, ούτε να παίζει τον ρόλο της παρέας. Αντίθετα, έχουμε την εντύπωση ότι ρέει – και θα συνεχίζει να ρέει – από τα παραδοσιακά καζάνια για να δένει παρέες απέναντι στη μοναξιά των προβλημάτων, για να φτιάχνουν ιστορία αυτές οι παρέες…
Πρόσβαση:
Οδικώς, από την Αθήνα, είσοδος μετά την Κατερίνη από τον κόμβο Κλειδίου (490 χλμ.) στην Εγνατία οδό προς Βέροια και Κοζάνη, στον κόμβο Κοζάνης (80 χλμ.) πηγαίνουμε δεξιά προς Αμύνταιο (24 χλμ.).
Από τη Θεσσαλονίκη μπαίνουμε στην Εγνατία μετά τα διόδια των Μαλγάρων (80 χλμ.).
Διαμονή:
Στο Σκλήθρο, στον ωραίο ξενώνα «Αγκονάρι» (τηλ. 23860 31080, www.agonari.gr) και στο Ξινό Νερό, στον ξενώνα «Κοντοσώρος» (τηλ. 23860 81552, www.kontosoros.gr), και οι δύο μέλη του δικτύου www.guestinn.com.
Λειτουργούν επίσης στον Αγιο Παντελεήμονα, το ξενοδοχείο «Bella Toumpa» (τηλ. 23860 61270, www.bellatoumpa.gr), στο Αμύνταιο, στα ξενοδοχεία «Ateron Suites Hotel & Spa» (τηλ. 23860 20000-9, www.ateron.gr) και «Αίθριον Resort» (τηλ. 23860 20146-7, www.aithrion-hotel.gr).
Στον Αετό, στις επαύλεις «Αετόζι» (τηλ. 23860 41160, 6974-070232, www.aetozi.gr).
Φαγητό:
Στον Αγιο Παντελεήμονα, στο εστιατόριο «Ναουμίδης», για εξαιρετική πέστροφα από τα ρέματα του Βόρα, αγριογούρουνο με άγρια μανιτάρια της περιοχής, τηγανιά από ντόπιο χοιρινό, κεμπάπια με σάλτσα πιπεριάς, λιαστή πιπεριά γεμιστή με τυρί, μουστοπιπεριά γεμιστή με λάχανο, καρότο, σέλινο, σκόρδο, μύδια αχνιστά.
Στο Νυμφαίο, στο εστιατόριο «Νέβεσκα».
Δραστηριότητες:
Κέντρο περιβαλλοντικών περιηγήσεων και υπαίθριων δραστηριοτήτων «Αρτεμις», τηλ. 6974076527, www.artemisoe.gr
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ