«Παράθυρο» στους ιδιοκτήτες των ιδιωτικών διαγνωστικών κέντρων, των λοιπών εργαστηρίων και των ιδιωτικών κλινικών ανοίγει η κυβέρνηση για τη διενέργεια διαγνωστικών εξετάσεων. Μέσω του κανονισµού του Ενιαίου Οργανισµού Παροχών Υπηρεσιών Υγείας (ΕΟΠΥΥ) οι γιατροί µπορούν χωρίς έλεγχο να γράφουν στο… χέρι παραπεµπτικά για εξετάσεις οι οποίες δεν θα κοστίζουν πάνω από 100 ευρώ. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, τους δίδεται η δυνατότητα να γράφουν, στο ίδιο παραπεµπτικό, δύο φορές την ίδια εξέταση, αρκεί το συνολικό κόστος να µην υπερβαίνει το παραπάνω ποσό!
Στο άρθρο 8 του κανονισµού του Ενιαίου Οργανισµού Παροχής Υπηρεσιών Υγείας αναφέρεται ότι « στους δικαιούχους παρέχονται παρακλινικές εξετάσεις πάσης φύσεως, που εκτελούνται από συµβεβληµένους εργαστηριακούς γιατρούς όλων των ειδικοτήτων, διαγνωστικά εργαστήρια (ΠΔ 84/2000), πολυϊατρεία και γενικότερα φορείς Πρωτοβάθµιας Φροντίδας Υγείας (ΠΦΥ), καθώς και στα εξωτερικά εργαστήρια των συµβεβληµένων ιδιωτικών κλινικών ύστερα από έγκριση του φορέα, από του ποσού των εκατό (100) ευρώ και άνω επί χειρόγραφων παραπεµπτικών ».
Κι όλα αυτά όταν γίνονται προσπάθειες για την καθιέρωση της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης και των ηλεκτρονικών παραποµπών για εξετάσεις. Τη στιγµή µάλιστα που η Ελλάδα έχει τον δεύτερο µεγαλύτερο αριθµό, αµέσως µετά την Κύπρο, αξονικών τοµογράφων στην Ευρώπη.
Σύµφωνα µε στοιχεία του ΟΟΣΑ του 2010, η Ελλάδα έχει 33,9 αξονικούς τοµογράφους ανά εκατοµµύριο πληθυσµού (την πρώτη θέση έχει η Κύπρος µε 35,5 µηχανήµατα), όταν ο ευρωπαϊκός µέσος όρος είναι 19,2 αξονικοί. Ωστόσο, µεταξύ εννέα ευρωπαϊκών κρατών, στον αριθµό των εξετάσεων η Ελλάδα κατέχει την πρώτη θέση µε 320,9 εξετάσεις ανά 1.000 κατοίκους, όταν ο µέσος όρος είναι 139,8 εξετάσεις. Σύµφωνα µε τον καθηγητή, στον Τοµέα Οικονοµικών της Υγείας, της Εθνικής Σχολής ∆ηµόσιας Υγείας (ΕΣ∆Υ) κ. Ι. Κυριόπουλο , η υψηλή βιοϊατρική τεχνολογία ενοχοποιείται για το µεγάλο κόστος των υπηρεσιών υγείας. Ειδικότερα, η ιατρική των απεικονίσεων (αξονικές, µαγνητικές κτλ.) εξαιτίας των υψηλών τιµών προκαλεί µεγάλη κινητικότητα για επενδύσεις στον τοµέα αυτόν. Το αποτέλεσµα – σηµειώνει – είναι να έχει η Ελλάδα τη µεγαλύτερη πυκνότητα αξονικών και µαγνητικών τοµογράφων στην Ευρώπη και τη δεύτερη και τρίτη θέση αντίστοιχα στον κόσµο. « Στην Ελλάδα », προσθέτει ο καθηγητής, « πραγµατοποιούνται κατ’ έτος 2.200.000 αξονικές τοµογραφίες, και περίπου 1.100.000 µαγνητικές τοµογραφίες, επίδοση η οποία κατέχει την πρώτη θέση στον κόσµο. Αντιθέτως, στην τεχνολογία υπερήχων (µια κατάλληλη και ήπια τεχνολογία) λόγω των χαµηλών τιµών κατέχει µία από τις κατώτερες θέσεις χρησιµοποίησης σε ευρωπαϊκή κλίµακα. Το συµπέρασµα είναι ότι η ασφαλιστική πολιτική και η πολιτική τιµών στην Υγεία παράγουν ή αποτρέπουν ανάλογα φαινόµενα ».
Ο κ. Κυριόπουλος υπολογίζει ότι αν η «κατανάλωση» αξονικών και µαγνητικών εξετάσεων ήταν στην Ελλάδα, από το 1990, τόση όση στη Γαλλία και στη Γερµανία και µε τις αντίστοιχες τιµές, η χώρα θα είχε όφελος 10 δισ. ευρώ.
Αντίθετοι µε τη συγκεκριµένη δι άταξη του κανονισµού του ΕΟΠΥΥείναι και οι γιατροί. Οπως αναφέρει ο πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών (ΙΣΑ) κ. Γ. Πατούλης, η διάταξη µπορεί να έχει δύο αναγνώσεις. « Από τη µία µπορεί κάποιος να πει ότι το κάνουν αυτό για να µην ταλαιπωρείται ο κόσµος που θέλει να υποβληθεί σε διαγνωστικές εξετάσεις. Πίσω απ’ αυτό όµως, µπορεί να κρύβονται άλλου είδους συµφέροντα για να µπορέσουν κάποιοι να διατηρήσουν τα µεγάλα µαγαζιά τους » τονίζει και προσθέτει: « Είναι σαφές ότι µια τέτοια ενέργεια θα δηµιουργήσει προκλητή ζήτηση υπηρεσιών Υγείας και αδυναµία του ασφαλιστικού φορέα να χρηµατοδοτήσει τους γιατρούς για τις θεραπείες που εφαρµόζουν, αφού θα διαθέτει σηµαντικά χρηµατικά ποσά σε µεγάλες ιατρικές εταιρείες ».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ