Δει δη χρημάτων η Πειραματική Σκηνή της «Τέχνης» της Θεσσαλονίκης διακόπτει τη λειτουργία της, μετά από τριάντα δύο χρόνια. Χωρίς επιχορήγηση και μέσα στη δεδομένη οικονομική κρίση, τα πράγματα αποδείχθηκαν εξαιρετικά δύσκολα για ένα θέατρο που επιμένει στο ρεπερτόριο, το ελληνικό έργο και την ανάδειξη νέων καλλιτεχνών. Οπως επισημαίνει στην ανακοίνωσή του ο καλλιτεχνικός διευθυντής της, ο σκηνοθέτης Νικηφόρος Παπανδρέου, «είναι προφανές ότι το είδος του θεάτρου που υπηρετούμε, το ποιοτικό ρεπερτόριο, η ανάδειξη νέων συγγραφέων, σκηνοθετών, σκηνογράφων, το φυτώριο νέων ηθοποιών, το κόστος λειτουργίας μόνιμης στέγης, ο πολυμελής θίασος, η καλλιέργεια του πειραματισμού και της θεατρικής παιδείας, το χαμηλό εισιτήριο, όλα αυτά αποτελούν χαρακτηριστικά ενός θεάτρου που είναι μαθηματικώς αδύνατον να επιζήσει μόνο με τις εισπράξεις του, ακόμα και αν υπάρχει ικανοποιητική προσέλευση θεατών στις παραστάσεις του».
Παράλληλα, τονίζει ότι κατανοεί πλήρως της κρίσιμη οικονομική κατάσταση αλλά δεν παραλείπει να σημειώσει ότι «το να κλείνουν θέατρα αποτελεί σύμπτωμα παρακμής και επιδεινώνει τη γενικευμένη κρίση, οικονομική, κοινωνική, ηθική, που περνάει η χώρα», και σίγουρα έχει δίκιο.
Επέλεξε όμως να κατεβάσει την αυλαία και να αποχαιρετίσει το κοινό της στο θέατρο «Αμαλία» με τέσσερα έργα, τα οποία και παίζονται σε εναλλασσόμενο ρεπερτόριο – ως το τέλος Ιανουαρίου 2012. Το πρόγραμμα περιλαμβάνει την κωμωδία του Κεν Λούντβιχ «Πανικός στα παρασκήνια», το έργο για παιδιά «Το νερό της ζωής», που είναι μια σύνθεση στοιχείων από το ομότιτλο παραμύθι των αδελφών Γκριμ και από άλλα λαϊκά παραμύθια, ελληνικά και ξένα, τη μουσική παράσταση-αναλόγιο «Κάνε άλμα πιο γρήγορο από τη φθορά», μια συμπαραγωγή της Πειραματικής Σκηνής της «Τέχνης» και του Τμήματος Θεάτρου της Σχολής Καλών Τεχνών του ΑΠΘ και, τέλος, την «Ολεάννα» του Ντέιβιντ Μάμετ, μια παράσταση της θεατρικής ομάδας «Passatempo», σε συμπαραγωγή με την Πειραματική Σκηνή της «Τέχνης».
Ακολουθεί η επίσημη ανακοίνωση της Πειραματικής Σκηνής της Τέχνης της Θεσσαλονίκης, με την υπογραφή του Νικηφόρου Παπανδρέου:
«Επειτα από 32 χρόνια αδιάλειπτης συμμετοχής στη θεατρική ζωή της Θεσσαλονίκης, η Πειραματική Σκηνή της «Τέχνης» είναι αναγκασμένη να ανακοινώσει την αναστολή της λειτουργίας της.
Πράγματι, τα τελευταία χρόνια η οικονομική κατάσταση του θεάτρου μας επιδεινώνεται διαρκώς, για γνωστούς αντικειμενικούς λόγους, όπως συμβαίνει άλλωστε με όλες τις πολιτιστικές δραστηριότητες. Η κατάσταση όμως έφτασε σε οριακό σημείο έπειτα από την απόφαση του Υπουργείου Πολιτισμού να μη δοθούν καθόλου επιχορηγήσεις για την περσινή θεατρική περίοδο. Πέρσι το φθινόπωρο, παρά την αβεβαιότητα που επικρατούσε, δεν είχαμε κρίνει σωστό, σε εποχή οικονομικής κρίσης και γενικής απαισιοδοξίας, να συντελέσουμε (στο μέτρο που μας αναλογεί), στη συρρίκνωση της καλλιτεχνικής ζωής της πόλης και στη γενικότερη αποκαρδίωση. Ετσι, υλοποιήσαμε κανονικά τον προγραμματισμό μας, με εναλλασσόμενο ρεπερτόριο και τέσσερα νέα έργα, ελπίζοντας ότι θα υπάρξει, έστω αναδρομικά, κάποια κίνηση εκ μέρους του Υπουργείου (όχι ειδικά για μας, αλλά για το επιχορηγούμενο θέατρο στο σύνολό του). Δυστυχώς αυτό δεν έγινε, με αποτέλεσμα να βρισκόμαστε σήμερα σε αδιέξοδο, με πολλά χρέη, απλήρωτους συνεργάτες, δάνεια με επαχθές επιτόκιο, κλπ.
Παρ’ όλα αυτά, έπειτα από τη διαβεβαίωση ότι οι όποιες αποφάσεις για τη φετινή θεατρική περίοδο θα ανακοινωθούν εγκαίρως (πράγμα που δεν συνέβη), προχωρήσαμε στον σχεδιασμό της νέας σεζόν, με ένα πρόγραμμα που δίνει έμφαση στις συνεργασίες και τις συμπαραγωγές με άλλες θεατρικές δυνάμεις της πόλης, όπως επιβάλλουν οι δύσκολοι καιροί που περνάμε. Αρχίσαμε με μια φιλοξενία (το «Λιωμένο βούτυρο» από την ομάδα του Σίμου Κακάλα) και συνεχίζουμε δυναμικά με τέσσερις νέες παραστάσεις (δύο δικές μας και δύο συμπαραγωγές) μέσα στο δίμηνο Δεκεμβρίου-Ιανουαρίου. Ωστόσο, γίνεται κάθε μέρα σαφέστερο ότι η κατάσταση που έχει δημιουργηθεί δεν έχει διέξοδο, κάθε παράταση διογκώνει ακόμη περισσότερο τα χρέη.
Γιατί είναι προφανές ότι το είδος του θεάτρου που υπηρετούμε, το ποιοτικό ρεπερτόριο, η ανάδειξη νέων συγγραφέων, σκηνοθετών, σκηνογράφων, το φυτώριο νέων ηθοποιών, το κόστος λειτουργίας μόνιμης στέγης, ο πολυμελής θίασος, η καλλιέργεια του πειραματισμού και της θεατρικής παιδείας, το χαμηλό εισιτήριο, όλα αυτά αποτελούν χαρακτηριστικά ενός θεάτρου που είναι μαθηματικώς αδύνατον να επιζήσει μόνο με τις εισπράξεις του, ακόμα και αν υπάρχει ικανοποιητική προσέλευση θεατών στις παραστάσεις του.
Φυσικά, κατανοούμε απολύτως ότι η οξύτατη οικονομική κρίση που ταλανίζει τη χώρα έχει μειώσει δραστικά τις δυνατότητες της Πολιτείας να στηρίζει τον σύγχρονο πολιτισμό. Και δεν παραβλέπουμε το γεγονός ότι οι στερήσεις και οι θυσίες που ζητούνται από τον ελληνικό λαό κάνουν να φαίνεται σε πολλούς πολυτέλεια η καλλιτεχνική δημιουργία και πρόκληση το αίτημα για την ενίσχυσή της. Ωστόσο, έχουμε την πεποίθηση ότι, ακριβώς σε εποχές κρίσης και ψυχικής καθίζησης, η τέχνη (μιλούμε γενικά, όχι ειδικά για τη δική μας περίπτωση) αποκτά ζωτική σημασία, μας δίνει μια ανάσα, μας βοηθάει να μη βουλιάξουμε ψυχικά, μας παρακινεί να στοχαστούμε με νηφαλιότητα, ενώ παράλληλα ενισχύει την κοινωνική συνοχή – αυτό ισχύει για τον πολιτισμό γενικά, και ιδιαίτερα για το θέατρο, που είναι κατεξοχήν τέχνη συλλογική, τέχνη της κοινότητας.
Εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι, ιδιαίτερα στη σημερινή συγκυρία, το να κλείνουν θεάτρα αποτελεί σύμπτωμα παρακμής και επιδεινώνει τη γενικευμένη κρίση, οικονομική, κοινωνική, ηθική, που περνάει η χώρα. Αλλά δυστυχώς δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς. Ετσι, αφού παίξουμε τις νέες μας παραστάσεις για δύο μήνες, ώστε να κλείσει αυτός ο κύκλος δημιουργικά και ει δυνατόν χαρούμενα, θα διακόψουμε τη λειτουργία μας στο τέλος Ιανουαρίου.
Ευχαριστούμε το κοινό που μας στήριξε με την εμπιστοσύνη του όλα αυτά τα χρόνια, και τους συνεργάτες μας που τον τελευταίο καιρό μας επιχορηγούν με τη δουλειά τους».