Οι κίνδυνοι που προέρχονται από τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει η ευρωπαϊκή αγορά κεφαλαίων θα επιδράσουν αρνητικά στα κέρδη των εταιρειών με δραστηριότητα στη Γηραιά Ήπειρο.

Στο επενδυτικό φόρουμ που διοργάνωσε η Citibank στην Αθήνα για 1.000 πελάτες του Citigold Personal Banking, ο κ. Tobias M. Levkovich, Managing Director, Strategist, της Citi Investment Research and Analysis, αναφέρθηκε στο «πιστωτικό περιβάλλον των ΗΠΑ, το οποίο υποστηρίζει μια μετριοπαθή οικονομική ανάπτυξη για το 2012 που θα επιτρέψει μία αύξηση κερδών κατά 4% για τις εταιρίες του S&P500 και κάπως παρόμοια κέρδη για τον χρηματιστηριακό δείκτη στις 1375 μονάδες μέχρι το τέλος του 2012».

Σύμφωνα με τον ίδιο, «το πιστωτικό περιβάλλον της Ευρώπης, σε αντιδιαστολή με το αντίστοιχο των ΗΠΑ, είναι περιορισμένο εξαιτίας του αυξημένου κόστους της κρατικής χρηματοδότησης και της ανάγκης διακράτησης κεφαλαίου από τις τράπεζες, που υπονοούν μία βαθύτερη ύφεση από αυτή που προβλέπεται από πολλούς για τον επόμενο χρόνο».

Κατά συνέπεια, τόνισε ότι «στη Citi μας ανησυχούν κλάδοι των αγορών των ΗΠΑ που έχουν μεγάλη έκθεση σε ευρωπαϊκές κυκλικές πωλήσεις όπως τα κεφαλαιουχικά αγαθά και τα αυτοκίνητα».

Άλλοι παράγοντες που υποστηρίζουν μία εποικοδομητική άποψη για την αγορά μετοχών των ΗΠΑ είναι μεταξύ άλλων η πεσμένη επενδυτική ψυχολογία, οι ελκυστικές εταιρικές αποτιμήσεις και οι μετριοπαθείς προσδοκίες για κέρδη.

«Στη Citi προτιμούμε τις μετοχές από το χρυσό, δεδομένης μιας έρευνας με χρονικό ορίζοντα 125 έτη, η οποία έδειξε ότι μόνο σε 6 περιπτώσεις σε όλο αυτό το χρονικό διάστημα θα έπρεπε κανείς να προτιμήσει τη μια κατηγορία επενδύσεων από την άλλη» υπογράμμισε ο κ. Levkovich.

Ο ίδιος σημείωσε ότι «αυτή η άποψη ενέχει ρίσκο σε ένα περιβάλλον μιας ευρύτερης παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και σε συνθήκες εμπορικού προστατευτισμού. Η άποψη μας για την αμερικανική βιομηχανία είναι overweight σε τεχνολογικό hardware, ημιαγωγούς, ασφάλειες, εταιρίες παροχής χρηματο-οικονομικών υπηρεσιών, υπηρεσίες τηλεπικοινωνιών, τρόφιμα, ποτά και καπνό».

Ο Rhett Baughan, Manager of European Strategic Distributors, Invesco Continental Europe, παρουσίασε «ένα επενδυτικό προϊόν που εστιάζει στον αποτελεσματικό έλεγχο του κινδύνου, μέσω ενός μηχανισμού που κατανέμει τα διαθέσιμα κεφάλαια του επενδυτή σε τρεις κατηγορίες επένδυσης: μετοχές, ομόλογα και εμπορεύματα, κατά τέτοιον τρόπο ώστε κάθε κατηγορία επένδυσης να συνεισφέρει το ίδιο στο συνολικό κίνδυνο του χαρτοφυλακίου».

Η Olivia Mayell, managing director, Ηead of Client Portfolio Management Team, Global Multi-Asset Group, JPMorgan Asset Management ανέδειξε «τα πλεονεκτήματα ενός επενδυτικού προϊόντος που στοχεύει στην διατήρηση του κεφαλαίου του επενδυτή μακροπρόθεσμα, μέσω της εφαρμογής μιας πειθαρχημένης προσέγγισης στον έλεγχο του επενδυτικού κινδύνου».

Η Elsa Goldberg, Vice President & Senior Product Manager, Global Fixed Income Strategies, Franklin Templeton Investments αναφέρθηκε «στις ευκαιρίες επένδυσης στις παγκόσμιες αγορές ομολόγων, που προκύπτουν από την απόκλιση ρυθμών ανάπτυξης μεταξύ ανεπτυγμένων και αναδυόμενων αγορών. Κατά την άποψη του οίκου οι επενδύσεις σε ομόλογα προσφέρουν ιστορικά ικανοποιητικές αποδόσεις με χαμηλή μεταβλητότητα».

Ο Alessandro Giuli Rosselmini Gualandi, Sales Manager, Distribution Wholesales, Pioneer Investments, παρουσίασε την επενδυτική τους πρόταση στο χώρο των μετοχικών επενδύσεων στην Ευρώπη, αναφέροντας ότι «παρά την αρνητική ειδησεογραφία και την άσχημη ψυχολογία των επενδυτών, η επένδυση σε ποιοτικές ευρωπαϊκές εταιρίες με καλά θεμελιώδη και παγκόσμια έκθεση στις αναδυόμενες αγορές, είναι πιθανόν να υπεραποδώσει το επόμενο διάστημα, δεδομένης και της χαμηλής αποτίμησης των μετοχών αυτών».

Ο Nick Nefouse, Director & Product Specialist, member of the Global Equity team, Fundamental Equity division, BlackRock Portfolio Management Group, εστίασε σε στρατηγικές μετοχικού εισοδήματος, αναφέροντας ότι «το τρέχον οικονομικό περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από χαμηλά επιτόκια, χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και πληθωρισμού ευνοεί στρατηγικές που εστιάζουν σε μετοχές με υψηλή μερισματική απόδοση».

Η Λυδία Μαλάκη, Director for Central Eastern Europe and the Mediterranean (CEEMED), Schroders, εστίασε «σε μια πρωτοποριακή στρατηγική προσομοίωσης επενδυτικών κεφαλαίων τύπου hedge funds, αλλά σε καθεστώς αυξημένης διαφάνειας, ελέγχου και εποπτείας, τύπου ευρωπαϊκής οδηγίας UCITS III που χαρακτηρίζει τις σύγχρονες συλλογικού τύπου επενδύσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση».

Ο Paolo Paschetta, Head of Retail Distribution for Italy & Greece, Pictet, παρουσίασε τη δική της επενδυτική πρόταση στο χώρο των ομολογιακών επενδύσεων αναδυόμενων οικονομιών σε τοπικό νόμισμα, θεωρώντας «ελκυστικές τέτοιου είδους τοποθετήσεις εξαιτίας των δυνατών ρυθμών ανάπτυξης των οικονομιών αυτών, των χαμηλών επιπέδων χρέους, και των αποτελεσματικών πολιτικών που ακολουθούν οι νομισματικές τους αρχές στην καταπολέμηση του πληθωρισμού».
Ο Anthony Catachanas, Head of Third Party Distribution Greece, Cyprus & UK, Goldman Sachs Asset Management, παρουσίασε την πρόταση της εταιρείας στο χώρο των ‘Επόμενων 11’ Αναδυόμενων Αγορών (Τουρκία, Αίγυπτος, Νιγηρία, Β. Κορέα, Μεξικό, κλπ) επισημαίνοντας τις επενδυτικές ευκαιρίες που παρουσιάζονται στις περιοχές αυτές λόγω της πληθυσμιακής αύξησης και της αυξανόμενης κατανάλωσης.