Η σχέση οικονομίας και ηθικής έχει τονισθεί ουσιαστικά από τη δημιουργία της οικονομικής επιστήμης ως ανεξάρτητης επιστήμης το 1776 από τον Ανταμ Σμιθ, που ο ίδιος ήταν καθηγητής « Ηθικής» . Στην σύγχρονη επιστήμη αναλύεται όλο και πιο συχνά στα πλαίσια της θεσμικής προσέγγισης. Η ηθική είναι πολύ σημαντική για την καλή λειτουργία της οικονομίας γιατί δημιουργεί εμπιστοσύνη μεταξύ των συναλλασσόμενων που με την σειρά της μειώνει το «κόστος συναλλαγής» (transaction cost) όπως το όρισε ο νομπελίστας R.Coase, που όσο μικρότερο τόσο καλύτερη είναι η κατανομή των πόρων και βέλτιστη «απόδοση» τους, άρα αυξάνεται και η συνολική ευημερία της οικονομίας. Κόστη συναλλαγής είναι πχ τα κόστη πληροφόρησης, εξασφάλισης των όρων της κλπ.
Ένα παράδειγμα το κάνει κατανοητό: αν δυο άτομα έχουν απόλυτη εμπιστοσύνη ο ένας στον άλλο, ο πρώτος μπορεί να συνδιαλλαγεί με τον δεύτερο (πχ σύναψη εμπορικής πράξης, δανείου κλπ) μόνο με προφορική συμφωνία ή ένα γραπτό ιδιόχειρο σημείωμα ( όπως γινόταν συχνά στον Μεσαίωνα μεταξύ μελών εμπορικών συντεχνιών (guilds) ). Αν δεν υπάρχει εμπιστοσύνη, τότε πρέπει αν γραφούν συμβόλαια από συμβολαιογράφους, δικηγόρους κλπ που συνεπάγεται κόστος συναλλαγής για τους συμβαλλόμενους.
Ο Μιλ (το 1848) και ο Σέντορ (το 1936) θεωρούν πως η εμπιστοσύνη απορρέει ως ηθική υποχρέωση, ενώ ο νομπελίστας Αρροου την ονομάζει το « γράσο» (lubricant) των κοινωνικών επιστημών.
Ιδιαίτερα σημαντική είναι η ηθική ως δημιουργία εμπιστοσύνης στις σχέσεις κράτους πολίτη. Κι εδώ η φορολογική πολιτική έχει τον πρώτο ρόλο. Σύγχρονοι οικονομολόγοι, όπως ο νομπελίστας Τζέιμς Μπουκάναν (σε άρθρο του το 1986 «Τα ηθικά όρια της φορολογίας» ) έχουν επιχειρηματολογήσει πως υπάρχουν σαφή ηθικά όρια στην φορολόγηση, που αν το κράτος τα υπερβεί, κατακρημνίζεται η εμπιστοσύνη με καταστροφικές συνέπειες για την λειτουργία της οικονομίας.
Τα πρόσφατα φορολογικά μέτρα στην Ελλάδα υπερβαίνουν αυτά τα όρια. Η πρώτη στάθμιση της ηθικής της φορολογίας έχει ως μέτρο την ανταποδοτικότητα. Κάθε φορολογία που δεν είναι πλήρως ανταποδοτική, δεν είναι «ηθική» και η ανταποδοτικότητα της φορολογίας στην Ελλάδα είναι μικρή. Το κράτος δήθεν προσφέρει αγαθά στους πολίτες του «δωρεάν υπηρεσίες» (δηλαδή που έχουν πληρωθεί από τη φορολογία) αλλά στην πραγματικότητα όχι, πχ: δωρεάν παιδεία με πληρωμή για φροντιστήρια, δωρεάν περίθαλψη με φακελάκια για τους γιατρούς, δωρεάν πολεοδομικές άδειες με μίζες κλπ.
Πρόσφατο παράδειγμα «ανήθικης» συμπεριφοράς του κράτους είναι το τέλος ακίνητης περιουσίας, γιατί φορολογεί αντικείμενα που έχουν ήδη φορολογηθεί (πχ μέσω κληρονομιάς, δημοτικών τελών κλπ), υπερβαίνει σε ορισμένες περιπτώσεις την αρχή της αναλογικότητας (κάθε φορολογούμενος πληρώνει φόρους ανάλογα με την φορολογική του ικανότητα, δηλαδή το εισόδημα, ενώ αν έχει κάποια περιουσιακά στοιχεία που δεν αποδίδουν εισόδημα, πχ. λόγω ιδιοκατοίκησης, φορολογείται μέσω του τέλους πάνω από την φορολογική του ικανότητα κλπ)
Αυτό όμως που κάνει το τέλος τελείως ανήθικο, είναι πως μετακυλύει το βάρος της προσαρμογής από τον υπαίτιο (το κράτος) στον μη υπαίτιο (ένα μεγάλο αριθμό πολιτών που δεν ευθύνονται για το πρόβλημα) ή ακόμα πιο έντονα από τον ένοχο (το κράτος που δημιούργησε το πρόβλημα του δημόσιου χρέους)στους αθώους (πολίτες πχ του ιδιωτικού τομέα που δεν ευθύνονται).
Ήδη από το μνημόνιο του Μάιου του 2010, είχαμε αναλάβει την υποχρέωση ιδιωτικοποιήσεων ύψους 50 δις. μέχρι τώρα έχουμε εισπράξει 1,2δις. ο υπουργός Τουρισμού κος Γερουλάνος πχ διαθέτοντας την τεράστια περιουσία του ΕΟΤ (35 Ξενία, ιαματικές πηγές, γκολφ, εκτάσεις όπως το Πρασονήσι της Ρόδου κλπ) δεν κατόρθωσε επί 26 μήνες να εισπράξει ούτε ένα ευρώ από την εκμετάλλευση της περιουσίας. Για την ανικανότητα αυτή, όπως και την ανικανότητα του δημοσίου να μειώσει τις σπατάλες του (πχ με τις συγχωνεύσεις – καταργήσεις οργανισμών κλπ που δεν παράγουν τίποτα) καλούνται οι πολίτες να πληρώσουν από τη δική τους περιουσία. Αν υπολογίσουμε ως μέσο επιτόκιο για το υπάρχων δημόσιο χρέος το 5%, μία μείωση του κατά 50δις αποκρατικοποιήσεων θα σήμαινε εξοικονόμηση τόκων και χρεολυσίων 2,5δις το έτος, δηλαδή πολύ περισσότερο από τα 1,8δις που ευελπιστεί να εισπράξει το δημόσιο από την συνολική φορολόγηση της περιουσίας (και που μάλλον δεν θα πετύχει). Κι αυτό χωρίς τις εξοικονομήσεις δαπανών από τις συγχωνεύσεις. Πολύ απλά, αν το δημόσιο είχε κάνει στοιχειωδώς καλά την δουλειά του, δεν θα χρειαζόταν η φορολόγηση της περιουσίας.
Τα παραδείγματα είναι πολλά: ποια πχ είναι η ευθύνη των πολιτών που το κράτος έχει δημιουργήσει ένα τόσο άθλιο πλαίσιο για την προσέλκυση ξένων και ελληνικών επενδύσεων, ώστε η χώρα να κατατάσσεται το 2010 στην θέση 109 ως προς την ελκυστικότητα σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα; (πολύ κάτω πχ από την Παπούα- Νέα Γουινέα όπου μέχρι το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου κατοικούσαν φυλές κανίβαλων). Ή γιατί είναι πιο ένοχος ένας επιχειρηματίας που χρωστά πχ 50.000€ στην εφορία από τον πρώην υπουργό κο Χατζηγάκη, ο οποίος σύμφωνα με τις καταγγελίες της βουλευτού κας Φ.Πιπιλή στις 19/11, χάρισε σε αγρότες χρέη 500 εκ. δηλαδή στέρησε, « έκλεψε» τα χρήματα αυτά από το κράτος;
Τέλος, αν το δημόσιο λειτουργούσε στοιχειωδώς σωστά, δεν θα χρειαζόταν η φορολογική αφαίμαξη των πολιτών: το κόστος λειτουργίας του ελληνικού κράτους ανέρχεται στο 6,6% του ΑΕΠ, πάνω από διπλό! από το τον μέσο όρο 3% της ΕΕ.
Η ανηθικότητα αυτή έχει γίνει αντιληπτή από τους πολίτες, που οι αντιδράσεις τους φτάνουν τα όρια της πολιτικής ανυπακοής, πέρα από τις προσφυγές στα δικαστήρια κλπ. Η καταρράκωση όμως της εμπιστοσύνης δημιουργεί μακροπρόθεσμο πλήγμα στην λειτουργία της ελληνικής οικονομίας με πολύ προβλέψιμες αρνητικές συνέπειες, όπως πχ φυγή καταθέσεων στο εξωτερικό, απόκρυψη πλούτου, ορατό κίνδυνο κλεισίματος επιχειρήσεων (πχ ξενοδοχείων που από τη φύση της εργασίας τους έχουν μεγάλη ακίνητη περιουσία, άρα επιβαρύνονται υπέρμετρα από το τέλος) κλπ.
Στις σχέσεις του με τους πολίτες, το δημόσιο το ακολουθεί διπρόσωπη ηθική που παραβιάζει τις αρχές της γενικής αναλογικότητας και οικονομίας. Ποινικοποιεί και συλλαμβάνει τους οφειλέτες φόρων (και καλά κάνει) αλλά παρέχει ατιμωρησία και ασυλία στους πολιτικούς προϊσταμένους που χρωστούν δισεκατομμύρια σε πολίτες (πως θα το έκριναν οι πολίτες αν ένας ΥΠΕΘΟ συλλαμβανόταν για τα χρέη του δημοσίου προς αυτούς;)
Για να δημιουργηθεί σχέση εμπιστοσύνης πολίτη-κράτους, πρέπει η ηγεσία του ΥΠΕΘΟ να πάρει να έχει ως πρότυπο τους Οθωμανούς πασάδες (ως προς την επιβολή απρόβλεπτης, υψηλής, αυθαίρετης φορολογίας που καταπατούν περιουσιακά δικαιώματα) και τον μαρκήσιο ντε Σαντ (να βασανίζουν δηλαδή τους πολίτες για να πληρώσουν τους φόρους με ατελείωτες ουρές στην ΔΕΗ, στις εφορίες για τον έκτακτο φόρο εισοδήματος κλπ)
Αν ο κος Βενιζέλος ή όποιος τον διαδεχθεί στο ΥΠΕΘΟ δεν αναθεωρήσει τάχιστα αυτά τα μέτρα, θα έχει βαρύτατες ευθύνες για την μακροχρόνια ζημιά που προκαλεί στην ελληνική οικονομία.
Ο κ. Νίκος Κ. Κυριαζής είναι καθηγητής Οικονομικού Τμήματος Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, συγγραφέας