Καθώς πλησιάζει η 22η επέτειος της πτώσης του Τείχους του Βερολίνου, η Γερμανία βρίσκεται αντιμέτωπη με τη μεγαλύτερη εξωτερική πρόκληση από την εποχή της εκπληκτικά ειρηνικής απελευθέρωσης και επανένωσής της. Το πώς θα χειριστεί την κρίση στην ευρωζώνη θα διαμορφώσει την ετυμηγορία των μελλοντικών γενεών για τον τρόπο με τον οποίο η κεντρική δύναμη της Ευρώπης χρησιμοποίησε αυτό που ο ιστορικός Φριτς Στερν (γενν. 1926) αποκάλεσε «δεύτερη ευκαιρία της Γερμανίας». Στις αρχές του 20ού αιώνα η Γερμανία έχασε με τρόπο θεαματικό την πρώτη ευκαιρία της να γίνει μία δυναμική, καινοτόμος ανερχόμενη οικονομική και πολιτισμική δύναμη. Θα τα καταφέρει καλύτερα αυτή τη φορά, στις αρχές του 21ου; Η πρόκληση δεν είναι απλώς αυτή που βλέπει ο κάθε εξοργισμένος γερμανός ψηφοφόρος: να σωθεί η ευρωζώνη χωρίς να εγκαταλείψει τις λατρεμένες αρχές οικονομικής πειθαρχίας της ίδιας της Γερμανίας. Πέραν αυτού, υπάρχει μία ακόμη μεγαλύτερη και πιο δύσκολη δουλειά. Αν σωθεί η ευρωζώνη, θα σωθεί ως μια δημοσιονομική ένωση με ως επί το πλείστον γερμανικούς όρους. Ανώτερο πολιτικό στέλεχος στο Βερολίνο μου εξήγησε ότι η Γερμανία είναι «ο ηγεμών της σταθερότητας». Οχι μόνον η Ελλάδα και η Πορτογαλία, αλλά και η Ιταλία και η Γαλλία πρέπει να «κάνουν τα μαθήματά τους στο σπίτι» για να ανταποκριθούν σε αυτές τις απαιτητικές προδιαγραφές δημοσιονομικής πειθαρχίας. Για όποιον θυμάται την παλαιά γαλλογερμανική σχέση, όταν ο Χέλμουτ Κολ έλεγε ότι «πρέπει πάντα να υποκλινόμαστε τρεις φορές μπροστά στη γαλλική σημαία», η γλώσσα με την οποία μιλάνε τώρα οι Γερμανοί για τον πάλαι ποτέ εταίρο τους προκαλεί μεγάλη έκπληξη. «Η Γαλλία πρέπει να αποφασίσει αν θέλει να είναι στην περιφέρεια ή στον πυρήνα» μου λέει ένας γερμανός πολιτικός. Δεν υπάρχει αμφιβολία για το ποιος φοράει τα παντελόνια τώρα, και δεν είναι αυτός ο εκνευριστικός ανθρωπάκος στο Παρίσι. Τα περισσότερα, αν όχι όλα, από τα 17 μέλη της ευρωζώνης, συμπεριλαμβανομένης της μετά τον Μπερλουσκόνι Ιταλίας, μάλλον θα κατορθώσουν να μείνουν εντός με αυτούς τους απαιτητικούς όρους, αν και η πράξη στο εσωτερικό τους θα έχει μια χρονική υστέρηση σε σχέση με τη θεωρία. Αν η Ελλάδα παραμείνει μέλος μιας τέτοιας ευρωζώνης το 2015, θα εκπλαγώ. Αν η ευρωζώνη σωθεί – και αυτό ακόμη είναι ένα μεγάλο «αν» –, χώρες όπως η Πολωνία θα εργαστούν σκληρά για να γίνουν μέρος αυτού που θεωρούν σκληρό πυρήνα της ΕΕ, όχι μόνο με οικονομικούς αλλά και με πολιτικούς όρους. Υπάρχουν και λίγα κράτη-μέλη της ΕΕ που είτε θα μπορούσαν να ενταχθούν σε μια τέτοια νομισματική και δημοσιονομική ένωση αλλά δεν θέλουν (βορειοευρωπαϊκά όπως η Δανία και η Βρετανία), είτε θα ήθελαν να είναι εντός αλλά δεν μπορούν να αντέξουν το οδυνηρό κόστος (νοτιοευρωπαϊκά όπως η Ελλάδα). Επομένως το ερώτημα είναι το πώς θα συνδέσουμε μια πιο σφιχτή ευρωζώνη με δημοσιονομική ένωση με μια ευρύτερη αρχιτεκτονική της ΕΕ και ολόκληρης της Ευρώπης; Πώς θα εξασφαλίσουμε ότι η ενοποίηση της ευρωζώνης δεν θα οδηγήσει στη διάλυση της ΕΕ; Γερμανοί πολιτικοί έχουν μια άμεση απάντηση: Στο επόμενο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, τον Δεκέμβριο, θέλουν και τα 27 μέλη της ΕΕ να αρχίσουν τη διαδικασία των διαπραγματεύσεων για την αλλαγή της Συνθήκης σε όλη την ΕΕ. Θα ήθελαν να έχουν τελειώσει οι διαπραγματεύσεις ως το 2013, όταν θα γίνουν γενικές εκλογές στη Γερμανία. Με αυτό τον τρόπο, η επιτήρηση του προϋπολογισμού των κρατών-μελών της ευρωζώνης θα μπορούσε να γίνει, τουλάχιστον εν μέρει, από υπάρχοντες θεσμούς της ΕΕ. Και με αυτόν τον τρόπο, τα άλλα κράτη-μέλη, τόσο αυτά που λένε ότι προτίθενται να ενταχθούν στην ευρωζώνη κάποια ημέρα όσο και τα δύο που δεν έχουν τέτοια σχέδια, θα είχαν τουλάχιστον κάποιον λόγο στον σχεδιασμό μιας δομής που θα επηρεάσει αναπόφευκτα ολόκληρη την κοινή αγορά. Η Γερμανία από την πλευρά της πρέπει να αναρωτηθεί πόσο ρεαλιστικό είναι να προσδοκά ότι στην πλειονότητά τους οι Ευρωπαίοι θα συμπεριφερθούν σαν Γερμανοί. Και αν το έκαναν όλοι, αν γίνονταν πρωταθλητές στην αποταμίευση και στις εξαγωγές, ποιος θα αγόραζε τις γερμανικές εξαγωγές; Θα πρέπει επίσης να στοχαστεί επάνω στο γεγονός ότι μια τέτοιου είδους, πιο βαθιά, ευρωζώνη θα θεωρηθεί σαν μια γερμανική Ευρώπη. Πριν από 20 χρόνια, οι Γερμανοί επαναλάμβαναν συνέχεια την ευχή που έκανε μετά το 1945 ο Τόμας Μαν να δει «όχι μια γερμανική Ευρώπη αλλά μια ευρωπαϊκή Γερμανία». Σήμερα, μια ενδιαφέρουσα παραλλαγή κυκλοφορεί στο Βερολίνο: «Μια ευρωπαϊκή Γερμανία μέσα σε μια γερμανική Ευρώπη». Για να εξασφαλίσουμε το μέλλον της Ευρώπης σε έναν εξαιρετικά ανταγωνιστικό κόσμο θα μπορούσαμε να δούμε πολύ χειρότερα πράγματα από το να έχουμε μια κάπως πιο «γερμανική» Ευρώπη, με την οικονομική έννοια. Θα μπορούσαμε να έχουμε μια ελληνική Ευρώπη, για παράδειγμα. Αυτές τις ημέρες, το γεγονός ότι η Γερμανία είναι τόσο απαιτητική βρίσκει επίσης θετική ανταπόκριση στο εσωτερικό της χώρας, στη γερμανική κοινή γνώμη. Το συμπέρασμα είναι σαφές. Η δουλειά για τη γερμανική, τη βρετανική και την ευρωπαϊκή τέχνη της πολιτικής τις επόμενες εβδομάδες είναι να βρει έναν δρόμο προς τα εμπρός, ο οποίος και θα επιτρέψει μια εμβάθυνση της ευρωζώνης και θα διατηρήσει την ουσιώδη ενότητα της ΕΕ. Ομως πιο εύκολα το λέει κάποιος παρά το κάνει.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ
Η νέα ευκαιρία της Γερμανίας να ηγηθεί της Γηραιάς Ηπείρου
Καθώς πλησιάζει η 22η επέτειος της πτώσης του Τείχους του Βερολίνου, η Γερμανία βρίσκεται αντιμέτωπη με τη μεγαλύτερη εξωτερική πρόκληση από την εποχή της εκπληκτικά ειρηνικής απελευθέρωσης και επανένωσής της. Το πώς θα χειριστεί την κρίση στην ευρωζώνη θα διαμορφώσει την ετυμηγορία των μελλοντικών γενεών για τον τρόπο με τον οποίο η κεντρική δύναμη της Ευρώπης χρησιμοποίησε αυτό που ο ιστορικός Φριτς Στερν (γενν. 1926) αποκάλεσε «δεύτερη ευκαιρία της Γερμανίας». Στις αρχές του 20ού αιώνα η Γερμανία έχασε με τρόπο θεαματικό την πρώτη ευκαιρία της να γίνει μία δυναμική, καινοτόμος ανερχόμενη οικονομική και πολιτισμική δύναμη.
Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.