«Ελίτ» για κλάµατα

Στους διαδρόµους των Βρυξελλών όταν έσκασε η βόµβα του δηµοψηφίσµατος από τον Γ. Παπανδρέου «ευρωκράτες» – ο µάλλον υποτιµητικός όρος που έχει επικρατήσει για τους γραφειοκράτες της Κοινότητας – σηµείωναν µε έµφαση ότι αν η δηµιουργία της Ευρωπαϊκής Ενωσης είχε µπει σε δηµοψήφισµα το πιθανότερο είναι ότι δεν θα είχε δηµιουργηθεί ποτέ.

Στους διαδρόµους των Βρυξελλών όταν έσκασε η βόµβα του δηµοψηφίσµατος από τον Γ. Παπανδρέου «ευρωκράτες» – ο µάλλον υποτιµητικός όρος που έχει επικρατήσει για τους γραφειοκράτες της Κοινότητας – σηµείωναν µε έµφαση ότι αν η δηµιουργία της Ευρωπαϊκής Ενωσης είχε µπει σε δηµοψήφισµα το πιθανότερο είναι ότι δεν θα είχε δηµιουργηθεί ποτέ.

Και είναι αλήθεια ότι όλο το ευρωπαϊκό εγχείρηµα σε πολύ µεγάλο βαθµό είναι δηµιούργηµα των «ελίτ». Από την ίδρυση της ΕΟΚ και σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας της, βασικές συνθήκες δεν µπήκαν σχεδόν ποτέ σε διαδικασίες έγκρισης από τους πολίτες. Ακόµα και όταν, σπάνια, το αποτόλµησαν και είχαν αρνητικό αποτέλεσµα, τα δηµοψηφίσµατα απλώς… επαναλήφθηκαν έως ότου προκύψει το επιθυµητό. Μία από τις βασικές κριτικές στην Ενωση είναι ακριβώς ότι έχει αποµακρυνθεί από τις επιθυµίες των λαών και αντιµετωπίζει σοβαρό πρόβληµα δηµοκρατικής νο µιµοποίησης. Αυτό φυσικά δεν θα πρέπει να µας παραξενεύει. Στις αντιπροσωπευτικές δηµοκρατίες έχουµε εκχωρήσει στην πολιτική εξουσία τέτοια δικαιώµατα και συχνά οι αποφάσεις της είναι αντίθετες µε την επιθυµία της πλειονότητας. Κλασικό παράδειγµα η θανατική ποινή: σε όλες τις δηµοσκοπήσεις οι πολίτες τάσσονται υπέρ της επαναφοράς της, κανένας όµως δεν θέτει το ζήτηµα στη Βουλή. Αντιθέτως έχουµε επικυρώσει και διεθνείς συνθήκες για την κατάργησή της.

Ανάλογα παραδείγµατα µπορούµε να βρούµε πολλά στην Ιστορία – από τα πιο γνωστά ήταν ίσως η συµµετοχή των ΗΠΑ στον Β’ Παγκόσµιο Πόλεµο. Αλλωστε γνωρίζουµε ήδη από τη σφαγή της Μήλου πως το γεγονός ότι µία απόφαση είναι αποτέλεσµα «αµεσοδηµοκρατικών» διαδικασιών δεν την κάνει ούτε ηθικά ούτε πολιτικά σωστή. Ολα αυτά βέβαια µπορεί να γίνουν δεκτά µόνο κάτω από προϋποθέσεις. Μία πρώτη είναι ότι οι «ελίτ» θα πρέπει να είναι στοιχειωδώς ανοικτές και αξιοκρατικές. Στην Ελλάδα είναι φανερό πως αυτό πια δεν ισχύει. Στη δεκαετία του 1980 το ΠΑΣΟΚ επιτέλεσε αυτόν τον ρόλο ανανεώνοντας την πολιτική τάξη, σήµερα ωστόσο τα κόµµατα τείνουν να γίνουν όλο και περισσότερο αυτο-αναπαραγόµενοι µηχανισµοί εξουσίας. Το ίδιο ισχύει για την οικονοµική «ελίτ» που όλο και πιο πολύ αποκτά παρασιτικό χαρακτήρα, αλλά και για τις πνευµατικές «ελίτ» που µάχονται µόνο για τη συντήρηση των προνοµίων τους. Η δεύτερη προϋπόθεση και ίσως η πιο σηµαντική είναι ότι το πολιτικό σύστηµα θα µπορεί να φέρνει αποτελέσµατα: σας εκχωρούµε ανά τετραετία τη διακυβέρνηση µε τον όρο ότι θα διασφαλίζετε τη βελτίωση της ζωής µας. Λίγο πολύ αυτό ίσχυσε από τη Μεταπολίτευση ως χθες. Η κρίση ωστόσο αποκάλυψε ότι στηριζόµασταν σε πήλινα πόδια. Το σοκ ήταν τόσο ισχυρό που για πρώτη φορά µοιάζει να αµφισβητείται το ίδιο το µεταπολιτευτικό πολιτικό µοντέλο.

Τα γεγονότα των τελευταίων ηµερών υπήρξε κίνδυνος να αποτελέσουν τη χαριστική βολή. Στην πραγµατικότητα οι κοµµατικές ηγεσίες αποδείχθηκαν ανίκανες να χειριστούν ακόµα και τα στοιχειώδη, µε αποκορύφωµα την πολιτική οπερέτα της Τετάρτης. Παραδόξως το αποτέλεσµα ήταν το καλύτερο δυνατό – µια υγιής υπενθύµιση ότι στις δηµοκρατίες η πίεση της κοινής γνώµης ως ένα σηµείο µπορεί να αγνοηθεί, µετά οδηγεί στην πολιτική αυτοκτονία.

Κανείς φυσικά δεν µπορεί να προβλέψει πώς θα τα πάει η κυβέρνηση Παπαδήµου. Το γεγονός ότι έχει φορτωθεί µε τόσο µεγάλες προσδοκίες µέσα σε ασφυκτικές οικονοµικές συνθήκες είναι αρνητικό. Από την άλλη πλευρά µοιάζει να είναι η τελευταία µας ευκαιρία πριν ανοίξουµε την πόρτα στο άγνωστο. Γιατί βέβαια είναι µια κουβέντα να τελειώνουµε µε το µεταπολιτευτικό σκηνικό. Για να έρθει µετά τι; Σ’ αυτές τις περιπτώσεις γνωρίζουµε ότι πριν από την κάθαρση προηγείται η τραγωδία. Και αυτή τη φορά θα είναι στ’ αλήθεια, όχι στα ψέµατα!


Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.