Η σεναριολογία περί εξόδου της Ελλάδας από την ευρωζώνη φουντώνει πάλι στο Βερολίνο.
Η αφορμή γι αυτό είναι μια προδημοσίευση από το νέο τεύχος του περιοδικού «Der Spiegel» (θα κυκλοφορήσει τη Δευτέρα) σύμφωνα με την οποία η γερμανική κυβέρνηση προετοιμάζεται πλέον στα σοβαρά για το μέχρι πρότινος αδιανόητο: την εθελούσια έξοδο της Αθήνας από τη νομισματική ένωση.
Αυτό, προσθέτει το ρεπορτάζ, θα συνέβαινε, σε περίπτωση που η νέα κυβέρνηση του Λουκά Παπαδήμου δεν θα δεχόταν να συνεχίσει το συμπεφωνημένο πρόγραμμα λιτότητας.
Το λεγόμενο «βασικό σενάριο» εξόδου των εμπειρογνώμων του γερμανικού υπουργείου οικονομικών ξεκινά από την υπόθεση, ότι τα πράγματα δεν θα εξελιχθούν τόσο άσχημα. Σύμφωνα με αυτό, η αποχώρηση της Ελλάδας, ύστερα από τις αρχικές αναταράξεις, θα μπορούσε να συμβάλει μάλιστα μακροπρόθεσμα στην ενίσχυση της ευρωζώνης.
Χωρίς τον πλέον αδύναμο κρίκο της, η αλυσίδα θα γινόταν σταθερότερη. Περιφερειακά κράτη, σαν την Ισπανία και την Ιταλία, θα έπρεπε μεν να συνεχίζουν να αγωνίζονται, αλλά θα μπορούσαν – απαλλαγμένα από την κρίση της Ελλάδας – να ελέγξουν καλύτερα τις δυσκολίες τους. Οι χώρες αυτές, σύμφωνα με την εκτίμηση των ειδικών, έχουν μεν προς το παρόν πρόβλημα στην άντληση δανείων, αλλά – αντίθετα προς την Ελλάδα – δεν είναι χρεοκοπημένες.
Κατά το «χειρότερο δυνατό σενάριο» (worst case), συνεχίζει το περιοδικό, τα πράγματα στην Ευρώπη θα εξελιχθούν λιγότερο ευνοϊκά. Σε τέτοια περίπτωση, η Ιταλία και η Ισπανία θα έμπαιναν στο στόχαστρο των παγκόσμιων χρηματαγορών και το κόστος χρηματοδότησής τους θα αυξανόταν. Τότε, το ευρωπαϊκό ταμείο χρηματοπιστωτικής σταθερότητας EFSF θα έπρεπε να χορηγήσει στις δυο χώρες ζεστό χρήμα. Για μπορέσει να επιτευχθεί αυτό, το EFSF θα πρέπει να ενισχυθεί το ταχύτερο δυνατό, έτσι ώστε να διαθέτει πάνω από ένα τρισεκατομμύριο ευρώ.
Επιπλέον, οι εμπειρογνώμονες περιγράφουν ένα «χειρότερο-χειρότερο δυνατό σενάριο» (worst-worst-case). Σύμφωνα με αυτό, το ελληνικό νόμισμα θα υποτιμάτο δραματικά έναντι του ευρώ. Οι ελληνικές εξαγωγές θα γινόταν μεν δραματικά φτηνότερες, αλλά οι αρνητικές επιπτώσεις θα υπερτερούσαν. Παρά το κούρεμα, το δημόσιο χρέος θα αυξανόταν, επειδή οι οφειλές θα παρέμεναν σε ευρώ. Η πιστοληπτική ικανότητα της χώρας θα έπεφτε πάλι αμέσως, ενώ και η χρηματοδότηση της οικονομίας θα σκάλωνε, επειδή και οι τράπεζες θα αποκόπτονταν από τις διεθνείς χρηματαγορές.
Και σαν μην έφταναν όλα αυτά, οι επιχειρήσεις θα κήρυσσαν επίσης χρεοκοπία, δεδομένου ότι έχουν κι αυτές τα χρέη τους σε ευρώ – με αποτέλεσμα να χάσουν τη δουλειά τους πολύ περισσότεροι εργαζόμενοι. Η κατανάλωση θα κατέρρεε, γεγονός που θα επιδείνωνε την ύφεση.
Η χώρα, καταλήγει το εφιαλτικό αυτό σενάριο, δεν θα μπορούσε να ξεφύγει από το φαύλο κύκλο για δεκαετίες – κάτι που θα μπορούσε να συμπαρασύρει στην περιδίνηση και άλλες χώρες.
Αυτό το σενάριο όμως, λένε οι ίδιοι εμπειρογνώμονες, δεν είναι το πιθανότερο.
Τέτοια σενάρια τροφοδοτούνται και από την αναξιοπιστία στην οποία περιήλθε η Αθήνα ύστερα από την ανακοίνωση του Γιώργου Παπανδρέου για διεξαγωγή δημοψηφίσματος στην Ελλάδα – που είναι πολύ μεγαλύτερη από εκείνη το 2009, όταν ήρθε στο φως η εξαπάτηση των ευρωπαίων εταίρων σχετικά με το ύψος του ελλείμματος του ελληνικού προϋπολογισμού.
«Ποιος μας λέει, ότι και η σημερινή κυβέρνηση δεν θα καταφύγει σε δημοψήφισμα» έλεγε χαρακτηριστικά ο εκπρόσωπος της κοινοβουλευτικής ομάδας των Χριστιανοδημοκρατών για θέματα προϋπολογισμού Νόρμπερτ Μπάρτλε. «Ούτε και από τον Παπανδρέου περιμέναμε ποτέ κάτι τέτοιο».
Στην αναξιοπιστία συμβάλει και το γεγονός, ότι ο κ. Παπαδήμος ήταν μέχρι τώρα από τους μεγαλύτερους πολέμιους του κουρέματος. «Είμαι περίεργος πως θα κάνει τώρα την ιδεολογική τούμπα και θα λέει τη μέρα-νύχτα ενόψει των υποχρεώσεων που ανέλαβε» έλεγε γερμανός αναλυτής.
Σε αυτό έρχεται να προστεθεί και η καχυποψία έναντι της δύναμης κρούσης της νέας κυβέρνησης. «Δύσκολα να φανταστώ, ότι ένας συνασπισμός από τόσο ετερόκλητες δυνάμεις θα φέρει όντως εις πέρας την ανατεθείσα αποστολή» πρόσθεσε ο ίδιος. «Πρόκειται μάλλον για σύμφυρμα. Συνασπισμός γερμανικού τύπου, που έχει οργανική ενότητα, πάντως δεν είναι».
Δέος προκαλεί, κατά τα άλλα, και η όλο και πιο «ατυχής» τακτική του κ.Παπανδρέου. «Τέτοιο πράγμα δεν έχω ξαναδεί» έλεγε μέλος του προεδρείου του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος, που θέλει να μείνει ανώνυμο. «Το πως κατάφερε μέσα σε δυο χρόνια, από τη μια, να οδηγήσει το κόμμα του στην πλήρη ανυποληψία, και από την άλλη να αναστήσει τη Νέα Δημοκρατία και να τη βάλει στην κυβέρνηση, μου είναι τελείως ανεξήγητο».
Εκείνο που προκαλεί όμως φρίκη, είναι η συμμετοχή του ΛΑΟΣ (και δη με την ευλογία του κ.Παπανδρέου) στο νέο κυβερνητικό σχήμα. Ακόμα και λαϊκίστικες φυλλάδες, όπως η «Bild Zeitung», παραπέμπουν στο γεγονός, ότι το κόμμα αυτό έχει αντισημιτικό και αντιφιλελεύθερο προφίλ και ότι η παρουσία του στην ελληνική κυβέρνηση θα δυσχεράνει τη συνεργασία της με τη γερμανική.
Η δυσπιστία προς την Αθήνα αποτυπώνεται και στις προτάσεις σχετικά με τη δυνατότητα εξόδου μιας χώρας από το ευρώ, που τίθενται προς απόφαση στα συνέδρια των δυο κυβερνητικών κομμάτων, των Χριστιανοδημοκρατών και των Ελεύθερων Δημοκρατών.
Η πρώτη και πλέον ριζοσπαστική, που ζητά πρακτικά τον αποκλεισμό χωρών από την ευρωζώνη, που δεν «συμμορφώνονται προς τας υποδείξεις» της τρόικας, θα απορριφθεί πιθανότατα σήμερα το απόγευμα στο συνέδριο των Ελεύθερων Δημοκρατών. Αυτό όχι όμως, επειδή δεν την αποδέχεται η πλειοψηφία των συνέδρων, αλλά για λόγους αυτοσυντήρησης: Τυχόν αποδοχή της θα προκαλούσε τη διάλυση του μαυροκίτρινου συνασπισμού και θα έστελνε τους «Κίτρινους», τους Ελεύθερους Δημοκράτες, στην πολιτική ανυπαρξία.
Η δεύτερη πρόταση, πιο «μετριοπαθής» (ζητά «μόνο» τη νομική θέσπιση της δυνατότητας οικειοθελούς εξόδου από την ευρωζώνη) θα γίνει πιθανότατα δεκτή στο αυριανό συνέδριο των Χριστιανοδημοκρατών στη Λειψία – σπάζοντας έτσι το ταμπού της μη εξόδου μιας χώρας (όσες δυσκολίες και να έχει αυτή!) από τη νομισματική ένωση.
«Είμαστε οπλισμένοι», είχε δηλώσει τις προάλλες στις Κάννες η Άνγκελα Μέρκελ ενόψει τυχόν εξόδου της Ελλάδας.
Ο «οπλισμός» αυτός προορίζεται βέβαια μόνο για αυτούς που θα μείνουν, όχι για αυτόν που φεύγει. «Σε περίπτωση αποχώρησης, η Ελλάδα θα πληρώσει ασύγκριτα μεγαλύτερο τίμημα από την υπόλοιπη ευρωζώνη» εκτιμά ο Λαρς Φελντ, εκ των «σοφών» οικονομικών συμβούλων της γερμανικής κυβέρνησης. «Το καλύτερο για όλους είναι όμως να μείνει με κάθε θυσία σε αυτή».
Τα σενάρια που οργιάζουν στο Βερολίνο δείχνουν όμως, ότι παρά τη νέα κυβέρνηση στην Ελλάδα, η παραμονή της Ελλάδας στην ευρωζώνη έχει περάσει στη σφαίρα των δυνατοτήτων. Βεβαιότητα πάντως δεν αποτελεί πια.