Οταν ο Κορνήλιος Καστοριάδης εξέδιδε το περιοδικό του «Σοσιαλισµός ή βαρβαρότητα», πουλώντας λιγότερα από 1.000 τεύχη, δεν φανταζόταν πόσο επίκαιρο θα ηχούσε το δίληµµα αυτό στα αφτιά των εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων που διαδηλώνουν σε Ελλάδα και Ευρώπη.
Ο Κορνήλιος Καστοριάδης αφιέρωσε µεγάλο µέρος της ζωής του µελετώντας την αρχαία Ελλάδα. ∆εν ήταν όµως αρχαιολάτρης ούτε ελληνοκεντρικός. Ο πυρήνας της σκέψης του έλληνα φιλοσόφου – που βρίσκεται στο επίκεντρο της δουλειάς του από την περίοδο του βασικού έργου του, Η φαντασιακή θέσµιση της κοινωνίας – είναι, µε αφετηρία την αρχαία Ελλάδα, να απαντήσει στο ερώτηµα αν µια κοινωνία µπορεί να αµφισβητήσει τον ίδιο της τον εαυτό. Με την έκδοση στα ελληνικά του τρίτου τόµου της Ελληνικής ιδιαιτερότητας διαθέτουµε ολοκληρωµένο το πεδίο σκέψης του όσον αφορά αυτό που στα ελληνικά ονοµάστηκε «ελληνική ιδιαιτερότητα». Ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την εποχή µας προκαλούν οι µελέτες του για τη δηµοκρατία ως µια δυναµική διαδικασία, µια επαναστατική πνευµατική στάση που εµψυχώνει τον λαό και ενισχύει τη δύναµή του.
Η Ζωή Καστοριάδη, σύζυγός του και µεταφράστρια του έργου του, µας µίλησε για τον µεγάλο έλληνα φιλόσοφο.
– Μόλις κυκλοφόρησαν τα σεμινάρια που έδωσε ο Καστοριάδης για τον Θουκυδίδη στη Σχολή Ανωτέρων Σπουδών στις Κοινωνικές Επιστήμες. Ποια ήταν η σημασία της Ιστορίας του Θουκυδίδη στη σκέψη του;
«Θα ήθελα να διευκρινίσω ότι απαντώ στις ερωτήσεις σας ως µεταφράστρια της έκδοσης, αναγνώστρια του έργου και µάρτυς πολλών συζητήσεων του Καστοριάδη για διάφορα θέµατα. Υπάρχει κατά πρώτο λόγο η σηµασία της Ιστορίας εν γένει για τον Καστοριάδη, ο οποίος εισήγαγε και τον όρο κοινωνικο-ιστορικό διότι θεωρούσε ότι η κοινωνία και η Ιστορία είναι αδιαχώριστες. Κάθε κοινωνία φτιάχνει την Ιστορία της, υπόκειται σε ιστορική εξέλιξη, ακόµη κι αν αυτή είναι πολύ αργή και ελάχιστα εµφανής. Με τον Θουκυδίδη έχουµε τη γέννηση της πραγµατικής Ιστορίας και της ιστοριογραφίας, γεγονός που επιτρέπει στον Καστοριάδη να θέσει το ερώτηµα γιατί η Ιστορία γεννιέται στην Ελλάδα και όχι αλλού. Ακόµη ένα στοιχείο της ελληνικής ιδιαιτερότητας είναι η γέννηση της Ιστορίας ως αναζήτηση της αλήθειας, της αντικειµενικής καταγραφής των γεγονότων έπειτα από διασταύρωση και επαλήθευση.
Αναλύοντας το κείµενο του Θουκυδίδη ο Καστοριάδης φέρνει στην επιφάνεια τη λειτουργία των δηµοκρατικών θεσµών στην αρχαία Αθήνα, καθώς και τις αδυναµίες τους, που την οδήγησαν στην ήττα. Επισηµαίνει, µεταξύ άλλων, το γεγονός ότι διαβάζοντας τους λόγους που οι διάφοροι εκπρόσωποι των πόλεων εκφωνούν κατά τις διαπραγµατεύσεις είναι αδύνατον να διαβλέψει κανείς µε ποιους τάσσεται ο Θουκυδίδης, δείχνοντας µια αµεροληψία περίπου ανύπαρκτη στην εποχή µας. Ταυτόχρονα µέσα από τους λόγους αυτούς µας αποκαλύπτεται το κυρίως θέµα των σεµιναρίων, δηλαδή η σχέση νόµου και βίας. Αναφέρεται επανειληµµένα στο κείµενο ότι ο νόµος µόνο µεταξύ ίσων µπορεί να ισχύσει, άλλως ο ισχυρότερος επιβάλλει τον δικό του νόµο στον ασθενέστερο ακόµη και µε τη βία – θέση που πολύ απέχει από τη σηµερινή υποκρισία. Θέλω επιπλέον να τονίσω ότι όλοι όσοι, όπως εγώ, έχουν υποστεί τη στείρα ελληνολατρία της διδασκαλίας των αρχαίων ελληνικών και έχουν υποφέρει στο Γυµνάσιο µε τον περίφηµο Επιτάφιο του Θουκυδίδη θα µπορέσουν να συµφιλιωθούν µε αυτόν και να φωτιστούν από την πράγµατι λαµπερή ανάλυση του κειµένου. Οι νεότεροι, αν δεν πρόλαβαν να το µισήσουν, θα απολαύσουν απροκατάληπτοι το βάθος και την οµορφιά του».
– Ποια ήταν γενικότερα η σημασία της αρχαίας ελληνικής σκέψης στο έργο του;
«Κατά τον Καστοριάδη, µελετώντας την αρχαία Ελλάδα και ιδιαίτερα την αθηναϊκή δηµοκρατία βρίσκουµε σπέρµατα που µπορούν να γονιµοποιήσουν τη δική µας πολιτική σκέψη και πρακτική. Τα σπέρµατα αυτά δεν τα αναζητά τόσο στον φιλοσοφικό λόγο όσο στα κείµενα που µας επιτρέπουν να δούµε τους θεσµούς που δηµιουργούνται στους κόλπους της αθηναϊκής δηµοκρατίας. Μεταξύ αυτών, κατά κύριο λόγο, η Ιστορία του Θουκυδίδη, αλλά και η τραγική ή η λυρική ποίηση.
Στα σεµινάρια του δεύτερου τόµου π.χ. µας δείχνει πώς λειτουργούσε η τραγωδία ως θεσµός αυτοπεριορισµού. Πρόκειται για απαραίτητο θεσµό σε ένα πολίτευµα που κινδυνεύει από την ίδια του την ύβριν. Ο Καστοριάδης επισηµαίνει το γεγονός της ταυτόχρονης γέννησης της δηµοκρατίας και της φιλοσοφίας, αποτέλεσµα της αυτονόµησης της κοινωνίας από µια άνωθεν αναµφισβήτητη αλήθεια που διέπει τόσο τη σκέψη όσο και την καθηµερινή ζωή. Αυτό είναι επίσης ένα απαραίτητο στοιχείο για κάθε αυτόνοµη πολιτική δράση».
– Τι πιστεύετε ότι θα έλεγε για τη σημερινή κρίση;
«Θα αποφύγω αυτή την παγίδα στην οποία πέφτουν πολλοί, άλλοτε αθώα, άλλοτε εκ του πονηρού. ∆εν θα αποδώσω δηλαδή σκέψεις, απόψεις ή θεωρίες σε κάποιον που δεν υπάρχει πλέον, και που δεν έχει εποµένως τη δυνατότητα να υπερασπιστεί τις θέσεις του. Αυτό όµως που µπορούµε να κάνουµε είναι να αναφέρουµε πράγµατα που έχει ήδη πει ή γράψει. Σας υπενθυµίζω ότι το τελευταίο κείµενο που έγραψε είχε τίτλο Η “ορθολογικότητα” του καπιταλισµού . Εγραφε εκεί ότι “η παγκόσµια οικονοµία µεταµορφώνεται σε πλανητικό καζίνο”. Ελεγε επίσης χαρακτηριστικά ότι η γενική κατάσταση µοιάζει µε µια χιονοστιβάδα που κατρακυλάει µε τη δική της δυναµική και την οποία κανείς δεν µπορεί πλέον να ελέγξει. Πίστευε εξάλλου ότι καθόµαστε πάνω σε µια πυριτιδαποθήκη γύρω από την οποία διάφοροι τρελοί παίζουν µε σπίρτα. Νοµίζω πως όλα αυτά αποδίδουν αρκετά πιστά όσα συµβαίνουν σήµερα.
Απέφευγε όµως να διατυπώσει προβλέψεις γιατί θεωρούσε ότι η Ιστορία είναι δηµιουργία και ως εκ τούτου µπορεί σε οποιαδήποτε στιγµή να εµφανιστεί κάτι νέο να αλλάξει ριζικά το τοπίο».
Για ποιον λόγο γνωρίζει σήμερα τέτοια αίγλη το έργο του Κορνήλιου Καστοριάδη; Η Ζωή Καστοριάδη επιχειρεί να δώσει μια απάντηση:
«Μόνο υποθέσεις μπορώ να εκφράσω επ’ αυτού, που βασίζονται σε ορισμένα χαρακτηριστικά της σκέψης και της γραφής του Καστοριάδη.
Οι δυσκολίες που παρουσιάζει η προσέγγιση κάθε φιλοσοφικού έργου, κυρίως για τους μη ειδικούς, αντισταθμίζονται στο έργο του από τη σαφήνεια της έκφρασης, την πρωτότυπη σύνθεση χώρων όπως η φιλοσοφία, η οικονομία, η πολιτική, η ψυχανάλυση, οι θετικές επιστήμες και κυρίως από τη διάθεση του συγγραφέα να γίνει κατανοητός. Ο ίδιος πάντως θεωρούσε ότι τα γραπτά του λειτουργούσαν σαν τα μηνύματα που πετάει κανείς στη θάλασσα κλεισμένα σε μπουκάλια, ελπίζοντας ότι ίσως φθάσουν σε κάποια φιλόξενη όχθη. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι κατά κάποιον τρόπο ευοδώθηκαν οι ελπίδες του».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ