Δύο πρεμιέρες για τον Αρη Σερβετάλη, ο οποίος ανάμεσα στη σκηνή και στη μεγάλη οθόνη ξεδιπλώνει τις πτυχές ενός ηθοποιού που ψάχνει και ψάχνεται. Στο θέατρο Προσκήνιο μόλις ξεκίνησαν οι παραστάσεις του έργου της Χάτι Νέιλορ «Ο Ιβάν και τα σκυλιά», που βασίζεται σε μια αληθινή ιστορία.
Το 1996 στη Μόσχα ο τετράχρονος Ιβάν Μισούκοβ, τρομοκρατημένος και κακοποιημένος από τον πατριό του, αποφάσισε να το σκάσει από το σπίτι του. Επιβίωσε επειδή κατάφερε να ενταχθεί σε μια αγέλη σκύλων. Η σκηνοθεσία είναι του Γιώργου Οικονόμου. Παράλληλα ξεκίνησε και η προβολή της ταινίας του Γιώργου Λάνθιμου «Αλπεις», στην οποία παίζει.
Ενστικτωδώς. Εξαρτάται φυσικά και από τους συνεργάτες, αλλά κυρίως από το περιεχόµενο, το θέµα. Στην περίπτωση του «Ιβάν» αυτό που µε τράβηξε ήταν ότι βασίζεται σε αληθινή ιστορία. Και το αντιµετώπισα ως µία µαρτυρία. Aλλά ο Ιβάν δεν είναι σαν τον Μόγλη.
Μεγάλωσε µεν στους δρόµους µε τα ζώα, αλλά ερχόταν σε επικοινωνία µε τους ανθρώπους. Υποκριτικά ο ρόλος δεν πηγαίνει προς τον σκύλο, περισσότερο προς το παιδί – σχηµατικά όµως. Είναι σαν να διηγείται κάποιος την ιστορία του όταν ήταν παιδί. Από τη µία υπάρχει µια συναισθηµατική τοποθέτηση, αλλά και µια ψυχρή αντιµετώπιση των πραγµάτων – από απόσταση πια.
Τα παιδικά µου χρόνια. Προσπάθησα όµως να σκεφτώ ως παιδί τι συµπεριφορές είχα. Αυτό που νοσταλγώ είναι πιο δηµιουργικές ηµέρες ή περιόδους, όχι µόνο για εµένα αλλά και στο περιβάλλον γύρω µου. Βλέπω ότι υπάρχει περισσότερος φόβος. Και το αντιµετωπίζω στα µάτια των ανθρώπων. ∆εν είναι µόνο τίτλοι εφηµερίδων πια.
Είµαι σε αναµονή βλέποντας όλα αυτά που συµβαίνουν γύρω µου. ∆εν θέλω να εισβάλει ο φόβος µέσα µου. Είναι αρρώστια ο φόβος, δεν µπορεί να δηµιουργήσει κάτι καλό. Υπάρχει µια ανασφάλεια, µια αγωνία αν θα µπορέσει ο καθένας µας να ανταποκριθεί στα πάγια έξοδά του. Εχουν πολλές σκοτούρες οι άνθρωποι πλέον και γι’ αυτό θα αλλάξουν και οι ρυθµοί τους.
Να κατακτήσω κάποια πράγµατα. ∆εν ξέρω αν ο δικός µου αγώνας µεταφράζεται προς τα έξω ως ηρεµία. Με απασχολεί πάντως. Γιατί αν αφήσεις τα άλλα να επικρατήσουν, χάθηκες. Πειθαρχία και διαχείριση ενέργειας προσπαθώ να µεταφέρω και στην καθηµερινότητά µου. ∆εν είναι πάντα εύκολο και ο αγώνας είναι καθηµερινός. Με βοηθάει το γεγονός ότι αυτό που κάνω το αγαπώ πολύ.
Την τέχνη που ερευνά, που προσπαθεί να βρει καινούργιους δρόµους – αν υπάρχουν –, να πειραµατιστεί σε µια καινούργια ανάγνωση, σε κάτι που δεν ξέρεις από πριν. ∆εν ξεκίνησα για το πείραµα. Από τη σχολή και µετά άρχισα να αντιλαµβάνοµαι τι είναι αυτό που µε ελκύει περισσότερο. ∆υστυχώς η έρευνα γίνεται µε προσωπικό κόστος, όχι µόνο σε καλλιτεχνικό επίπεδο αλλά και σε επιστηµονικό. Ο καθένας το κάνει από µεράκι και αγάπη.
Από τις συνεργασίες µου έµαθα το πώς να αντιλαµβάνεσαι πιο συλλογικά τα πράγµατα και να κάνεις µια πιο πυρηνική ανάγνωση του έργου. Οσο πιο διευρυµένο πεδίο έχεις, τόσο περισσότερα εφόδια αποκτάς.
Από τον ∆ηµήτρη Παπαϊωάννου, τον Γιώργο Λάνθιµο και την εικαστικό Εφη Μπίρµπα την αγάπη τους για την τέχνη. Και είναι πολύ όµορφο να σου το µεταδίδει ο άλλος. Ενα έργο δεν γίνεται µόνο για να γίνει, αλλά γιατί υπάρχει ανάγκη.
Αυτός είναι ο λόγος που γίνεται κάποιος καλλιτέχνης: να βρει τα µονοπάτια για να βγάλει το µέσα του. Είναι δύσκολο να διαχειριστείς το εγώ σου µέσα σε µια οµάδα, ενώ την ίδια στιγµή το εγώ είναι που διαλύει τις οµάδες. Προτιµώ να δουλεύω αλλού για να µπορώ να επιλέγω τι θα κάνω στο θέατρο, στον κινηµατογράφο ή στην τηλεόραση.
Τον Λάνθιµο και ξέρω ότι αν είχε κλέψει θα είχε πει από πού πήρε την ιδέα. ∆εν αναγνωρίζουµε µια προσπάθεια και δεν την επικροτούµε ως προσπάθεια. Μπορεί να µην αρέσει αυτό που κάνει ο Λάνθιµος σε κάποιους, αλλά το κατέχει το αντικείµενο και µπορεί να διηγηθεί µε έναν δικό του τρόπο µια ιστορία. Ολο το άλλο το θεωρώ κακοπροαίρετο. Αλλωστε δεν υπάρχει παρθενογένεση… ∆εν ξέρω αν είναι µόνο ελληνικό χαρακτηριστικό, αλλά δεν χαιρόµαστε µε τη χαρά του άλλου.
Με την ξυλουργική – φτιάχνω τραπέζια, καρέκλες… Ο πατέρας µου είναι επιπλοποιός και από µικρός απέκτησα µια σχέση µε το αντικείµενο. Η γυναίκα µου σχεδιάζει τα έπιπλα και εγώ τα φτιάχνω. Αλλά δεν γίνεται συστηµατικά αυτή η δουλειά. Συνήθως γεµίζει τα καλλιτεχνικά κενά. Προσωπικά σε µένα λειτουργεί αυτό το on – off γιατί σε βάζει σε µια διαδικασία να έρθεις σε µια απόσταση απ’ ό,τι κάνεις, ώστε να µπεις στο επόµενο βήµα µε µεγαλύτερη λαχτάρα και πιο πολλά εφόδια. ∆εν είναι γόνιµο να είσαι πάντα σε ένα θέατρο.
Ενας καλλιτέχνης αντλεί πράγµατα από παντού.
Οχι για τους ρόλους, αλλά για µένα. Βέβαια είναι κρίκοι αυτοί, συνδέονται. ∆ια βάζω κυρίως βιβλία που έχουν πνευµατικό περιεχόµενο. Βίους αγίων, βιβλία που έχουν γραφτεί από πατέρες. Επίσης ενηµερώνοµαι διαβάζοντας εφηµερίδες, γιατί µάλλον είµαι από αυτούς τους γραφικούς που ούτε µε το Ιnternet ούτε µε το Facebook έχουν ιδιαίτερη σχέση.
Πρέπει όµως σιγά-σιγά να µάθω τουλάχιστον να κινούµαι στο Internet.
Στην Oρθοδοξία. Είναι µια προσωπική κατάκτηση. Η πίστη έτσι κι αλλιώς κατακτιέται, έχει σκαλοπάτια. Οταν σταµάτησε να υπάρχει η λογική, µπήκε µέσα µου η πίστη. ∆εν µπορείς να πιστέψεις µε λογική, πρέπει να αποκαλυφθεί κάτι µέσα σου. Και εγώ ήµουν σε µια τέτοια κατάσταση που αισθάνθηκα να µε γεµίζει όλο αυτό. Εχω βρει έναν καινούργιο τρόπο να βλέπω τον κόσµο. Εστω και ψέµατα να είναι, έτσι όπως βλέπω τον κόσµο µέσα από την Ορθοδοξία µου αρέσει πολύ. Στο παρελθόν είχα διαβάσει και για άλλες θρησκείες, αλλά στην Ορθοδοξία υπήρχε κάτι µυστήριο, δεν µπορώ να σου πω ακριβώς. Αν υπήρχε καλλιεργηµένη πίστη, δεν θα ήµασταν εγκλωβισµένοι σήµερα.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ