«Είναι δύσκολο να το πιστέψει κανείς, αλλά… συνέβη», σημειώνει σε ανάλυσή της η «Wall Street Journal» για τα όσα πρωτοφανή διημείφθησαν την Τετάρτη στις Βρυξέλλες.
Η φράση θα έλεγε κανείς ότι αποτυπώνει την έκπληξη της διεθνούς κοινότητας (και της αγγλοσαξονικής ακόμη) για τον βαθμό αποφασιστικότητας και συνεννόησης των ευρωπαίων ηγετών για την επίτευξη του κοινού στόχου, που είναι η υπέρβαση της απειλητικότερης κρίσης που αντιμετωπίζει μεταπολεμικά η Γηραιά Ηπειρος.
Ισως επειδή η κρίση απειλεί και την ακόμη εύθραυστη (από την κρίση του 2008) παγκόσμια οικονομία, κοινή γνώμη και αγορές εμφανίζονται πλήρως ικανοποιημένες από τις εξελίξεις.
Πρόκειται για μια «
σύνοδο-εμβρυουλκό για τη διάσωση της Ευρώπης», αναφέρει στο πρωτοσέλιδό της η γαλλική «Le Monde» και σημειώνει τη μακρά κυοφορία της λύσης.
Διότι ανεξάρτητα από τον τρόπο και την ποιότητα λειτουργίας της συμφωνίας, επί 18 ολόκληρους μήνες η ευρωπαϊκή πολιτική ηγεσία ακολουθούσε μια παρελκυστική πολιτική που επιδείνωσε δραματικά την κρίση και έφερε το ευρωπαϊκό και το διεθνές οικονομικό και χρηματοπιστωτικό σύστημα στο χείλος του γκρεμού.
Κάποιοι ισχυρίζονται ότι έπρεπε να ολοκληρωθεί η μακρά αυτή κυοφορία, έπρεπε να περιμένουν οι Ευρωπαίοι να «ωριμάσει» η κατάσταση και να φθάσει στο «μη παρέκει», ώστε να θεωρηθεί απολύτως αναγκαία και να αποκτήσει αξιοπιστία η λύση που θα «γεννούσε» η ευρωπαϊκή σύνοδος κορυφής.
Αυτή όμως είναι μια κουβέντα θεωρητική και άνευ ουσίας επί του παρόντος. Εκείνο που αξίζει να κρατήσει κανείς την πρώτη ημέρα έπειτα από την προταθείσα λύση είναι ότι ουδείς βρέθηκε να πει ότι η Ευρώπη… ώδινεν όρος και έτεκε μυν.
Η πρώτη αντίδραση των αγορών είναι θετική. Το ευρώ εκτινάχθηκε στα 1,4038 δολάρια, που είναι το υψηλότερο επίπεδο του τελευταίου διμήνου, τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια άνοιξαν με ένα έντονα γιορτινό πνεύμα (έπειτα από τα πρώτα λεπτά συναλλαγών οι γενικοί δείκτες είχαν εκτιναχθεί κατά περισσότερο από 3% υψηλότερα), η ευρωπαϊκή αγορά ομολόγων ενισχύεται από το πρωί (οι αποδόσεις των γερμανικών bunds σημειώνουν τη μεγαλύτερη υποχώρηση του τελευταίου διμήνου).
Από τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες οι δηλώσεις των πολιτικών, οικονομικών και επιχειρηματικών παραγόντων είναι απολύτως θετικές για την ευρωπαϊκή συμφωνία. Εκτός Ευρώπης οι αντιδράσεις για την ευρωπαϊκή συμφωνία ήταν επίσης από θετικές έως ενθουσιώδεις.
Οι ΗΠΑ, ο Καναδάς, η Ιαπωνία καλωσόρισαν τις αποφάσεις των Ευρωπαίων ηγετών, ενώ το κινεζικό πρακτορείο ειδήσεων Νέα Κίνα χαρακτηρίζει επίσης «θετική» τη συμφωνία, αν και προσθέτει «η υλοποίησή της θα είναι γεμάτη δυσκολίες».
Επιπλέον – κι αυτό είναι εν προκειμένω το κρισιμότερο – και οι τραπεζικοί παράγοντες μοιάζουν να υιοθετούν με ανακούφιση το «κούρεμα» και τη ματαίωση των προσδοκιών τους από τις επενδύσεις τους στην Ελλάδα, πεισθέντες (ή πειθαναγκασθέντες μικρή σημασία φαίνεται πως έχει) ότι η λύση είναι η ενδεδειγμένη και πάντως καλύτερη από την απόλυτη χρεοκοπία μιας χώρας της ευρωζώνης και των ανεξέλεγκτων συνεπειών που θα μπορούσε αυτή να πυροδοτήσει.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η μία μετά την άλλη οι μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες (οι περιβόητοι ιδιώτες πιστωτές της Ελλάδας) σπεύδουν να δηλώσουν την οικειοθελή διαγραφή μέρους των προσδοκιών τους από τις επενδύσεις τους στην Ελλάδα – είναι βεβαίως προφανές ότι στο μέλλον θα θυμούνται την ανεπιτυχή αυτή τοποθέτησή τους και θα το σκέπτονται διπλά, ενδεχομένως, προτού επενδύσουν και πάλι σε κρατικά χρέη χωρών «περιορισμένης πιστωτικής ευθύνης», για να το πούμε ήπια.
Ομως αυτό είναι κάτι που θα το διαπιστώσει κανείς τα… χρόνια που έρχονται. Επί του παρόντος οι ευρωπαϊκές τράπεζες
«υποκλίνονται στην τελευταία λέξη που είπαν η Μέρκελ και ο Σαρκοζί», όπως αναφέρει σε πρωινό τηλεγράφημά του το πρακτορείο Bloomberg.
Η Societe Generale, η BNP Paribas και οι γαλλικές τράπεζες, που θεωρούνται ως οι πλέον εκτεθειμένες στο ελληνικό χρέος, έσπευσαν από τις πρώτες να δηλώσουν ότι θα υιοθετήσουν και θα εφαρμόσουν τις νέες κεφαλαιακές απαιτήσεις που προκύπτουν από τη συμφωνία «με δικά τους μέσα». Χωρίς δηλαδή να καταφύγουν σε κρατικές αρωγές.
Το σύνθημα είχε δώσει από τα μεσάνυχτα, άλλωστε, ο γενικός διευθυντής του ΙΙF
Τσαρλς Νταλάρα, ο οποίος δήλωσε ρητά ότι οι τράπεζες που εκπροσωπεί
«δεσμεύονται να κάνουν τη συμφωνία να λειτουργήσει».
Η πρωινή δήλωση του βέλγου υπουργού Οικονομικών Ντιντιέ Ρεϊντέρς ότι «η Ευρώπη αυτό που χρειάζεται τώρα είναι η στήριξη όλων των ιδιωτών ομολογιούχων», η αποδοχή δηλαδή από τις τράπεζες αλλά και από τα ασφαλιστικά και τα συνταξιοδοτικά ταμεία ότι «έπαιξαν κι έχασαν» στην ελληνική αγορά και ότι κινδυνεύουν να καταστραφούν ολοσχερώς, αν στην κατάσταση που βρίσκεται η Ελλάδα περιέλθουν και οικονομίες όπως η ιταλική και η ισπανική, μοιάζει κοινός τόπος για το, με την ευρεία έννοια, ευρωπαϊκό χρηματοοικονομικό σύστημα.
Θα έλεγε κανείς χαριτολογώντας ότι ο ευρωπαϊκός τραπεζικός κλάδος έφθασε να παρακαλεί…
«σφάξε με αγά μου ν’ αγιάσω».
Η εξέλιξη δικαιώνει περίτρανα, βεβαίως, τις θέσεις του Βερολίνου τις οποίες με μεγάλη επιμονή και κατηγορηματικότητα υποστήριξε η Ανγκελα Μέρκελ, για την ανάγκη να αναλάβουν οι ιδιώτες πιστωτές το βάρος που τους αναλογεί για την επίλυση της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους.
Διότι αν οι εξελίξεις των τελευταίων ημερών ανέδειξαν ένα απόλυτο και αδιαμφισβήτητο θριαμβευτή, αυτός είναι η γερμανίδα καγκελάριος.
Η Μέρκελ αναδεικνύεται πλέον ως η νέα «σιδηρά κυρία» της Ευρώπης. Εκείνο που της απομένει είναι να εξαργυρώσει και στην εσωτερική πολιτική σκηνή της Γερμανίας τον ευρωπαϊκό της θρίαμβο, κάτι που δεν μοιάζει ακατόρθωτο έπειτα από την carte blanche της αντιπολίτευσης που εξασφάλισε στο «παρά 5’» για να χειριστεί τα συμφέροντα της χώρας της και της Ευρώπης στην ιστορική σύνοδο κορυφής της 26ης Οκτωβρίου 2011.
Διαβάστε τα κύρια αποτελέσματα της συνόδου κορυφής της ευρωζώνης