Ο βούλγαρος πολιτικός επιστήμονας Ιβάν Κράστεφ, για παράδειγμα, υποστηρίζει ότι βιώνουμε το 1968 «από την ανάποδη». «Τότε οι φοιτητές στους δρόμους της Ευρώπης δήλωναν την επιθυμία τους να ζήσουν σε ένα κόσμο διαφορετικό από εκείνον των γονιών τους. Σήμερα οι φοιτητές στους δρόμους δηλώνουν την επιθυμία τους να ζήσουν στον κόσμο των γονιών τους».
Παρά τις θεωρητικές αδυναμίες της πραγματείας του Εσέλ, η «αγανάκτηση» έχει γίνει το σλόγκαν των κινημάτων στη Γαλλία, στην Ισπανία και αλλού. Η λέξη έχει σημασία: η αγανάκτηση υπονοεί ότι ορισμένοι κοινωνικοί παίκτες -η κυβέρνηση ή οι ελίτ γενικώς- παραβίασαν κοινές νόρμες ή ηθικές αντιλήψεις. Αυτή είναι η «αντιδραστική» ερμηνεία των κινημάτων: εμψυχώνονται από την αίσθηση ότι το κοινωνικό συμβόλαιο έσπασε και ότι οι ελίτ πρέπει να επιστρέψουν στο στάτους κβο που προϋπήρχε της πολιτικής η οποία οδήγησε τελικά στην οικονομική κρίση. Αν είναι έτσι, τότε ο κόσμος στις πλατείες της Αθήνας, της Μαδρίτης και της Νέας Υόρκης δεν διαδηλώνει και τόσο εναντίον όσων βρίσκονται στην εξουσία -πλην ορισμένων αναρχικών- αλλά δηλώνει προς εκείνους που κατέχουν την εξουσία ότι θα έπρεπε να ντρέπονται που αθέτησαν τις υποτίθεται κοινές δεσμεύσεις.
Τα μαθήματα που θα πάρουν οι ελίτ -οι οποίες σαφώς θα επιθυμήσουν να στρέψουν τις διαμαρτυρίες προς εκλογικό όφελός τους- θα εξαρτηθούν εν μέρει από το πώς περιγράφονται τα κινήματα αυτά και πώς αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους. Σ’ αυτό το σημείο, οι διαδηλωτές παραμένουν περιέργως μουγκοί: δεν έχουν ακόμη διατυπώσει ευρύτερα αιτήματα ή πώς ακριβώς θα είναι μια διαφορετική κοινωνία, ή η «πραγματική δημοκρατία».
Αν τα σημερινά κινήματα βασίζονται στην δίκαιη αγανάκτηση, η έλλειψη συγκεκριμένων αιτημάτων δεν αποτελεί πρόβλημα: μπορούμε να υποθέσουμε τις κοινές νόρμες (και τις πολιτικές που θα πηγάσουν από αυτές). Αλλά αν βασίζονται στην οργή, τότε η έλλειψη σαφών στόχων ενδεχομένως να παράξει απλώς περισσότερο θυμό και απογοήτευση το οποίο με την σειρά του θα οδηγήσει σε σωματική βία και πολιτικό μηδενισμό.
Αυτό σημαίνει ότι οι πολιτικές ελίτ πρέπει να προσπαθήσουν να καταλάβουν και να εργαστούν με το μήνυμα της αγανάκτησης -και όχι να καλλιεργούν κυνικά την οργή για εκλογικά οφέλη.
Οι ελίτ -και οι συμπολίτες των διαδηλωτών- πρέπει να απαντήσουν ευσυνείδητα και δημιουργικά στην ηθική αγανάκτηση , κατανοώντας ότι πρόκειται για επιβεβαίωση της φιλελεύθερης δημοκρατίας και όχι για κανονική επανάσταση, πόσο μάλλον για μηδενισμό. Και πρέπει να προσπαθήσουν να καλμάρουν τον θυμό και να εξουδετερώσουν την οργή που μπορεί να αποτελέσουν σοβαρή απειλή προς την φιλελεύθερη δημοκρατία.
Ο κ. Jan-Werner Mueller διδάσκει στο Πρίνστον