Εθνική κυριαρχία στα οικονοµικά ζητήµατα δεν σηµαίνει ότι «το έθνος» ασκεί την κυριαρχία, γιατί το έθνος δεν είναι υποκείµενο και δεν ασκεί τίποτε. Σηµαίνει ότι την οικονοµική πολιτική την ασκούν οµάδες που είναι πολίτες ετούτης της χώρας και όχι κάποιας άλλης. Αλλά η κυριαρχία που ασκούν δεν είναι πάντα σε όφελος των υπόλοιπων πολιτών της χώρας.
Οπου λειτουργεί ικανοποιητικά η δηµοκρατία, οι κυρίαρχες οµάδες εφαρµόζουν πολιτική που εξυπηρετεί τους πολλούς. Αντίθετα, στις δικτατορίες «εθνική κυριαρχία» σηµαίνει ότι κάποιος δικτάτορας κάνει ό,τι θέλει, συνήθως χωρίς να ωφελείται ο λαός. Ανάµεσα στις αναπτυγµένες δηµοκρατίες και στις δικτατορίες υπάρχουν οι περισσότερες χώρες, µε ατελείς δηµοκρατίες, µε οµάδες προνοµιούχων που έχουν ειδική πρόσβαση στην εξουσία, που πότε ασκούν «φιλολαϊκή» πολιτική, πότε βοηθάνε να αναπτυχθούν υγιείς επιχειρήσεις, πότε κλέβουν τα ταµεία του κράτους και πότε αναγκάζονται να µαζέψουν τα συντρίµµια µιας κακής περιόδου. Οι δηµοκρατίες συνειδητά έχουν εκχωρήσει µέρος της οικονοµικής τους κυριαρχίας σε οργανισµούς όπως η Ευρωπαϊκή Ενωση. Για παράδειγµα, έχουν απεµπολήσει το δικαίωµα να επιβάλλουν προστατευτικούς δασµούς για να στηρίξουν οµάδες επιχειρήσεων. Στις περισσότερες περιπτώσεις οι λαοί ωφελήθηκαν όπου απεµπολήθηκε το δικαίωµα – γιατί µπήκε φρένο στις αξιώσεις των επιχειρηµατιών που θα καρπώνονταν προσόδους από µια προστατευτική πολιτική, σε βάρος των καταναλωτών και των άλλων κλάδων της οικονοµίας.
Στην Ελλάδα είχαµε ένα εθνικό πλην όµως άθλιο σύστηµα οικονοµικής διακυβέρνησης στο οποίο συµµετείχε η πλειονότητα του πολιτικού προσωπικού. Μοίραζε προνόµια και απέφευγε κάθε γενικό και µακρόπνοο σχέδιο: συνταξιοδοτικές ρυθµίσεις ούτε δίκαιες ούτε βιώσιµες, δηµόσια έργα υπερτιµηµένα και µισοτελειωµένα, τοποθετήσεις στο ∆ηµόσιο που δεν εξυπηρετούσαν το δηµόσιο συµφέρον, πληρωµές σκοτεινές, άγνωστος αριθµός δηµοσίων υπαλλήλων, κρατικές προµήθειες αλαλούµ. Το σύστηµα είχε τυπική πολιτική νοµιµοποίηση, αλλά ήταν χτισµένο έτσι που να µην επιτρέπει πολλές επιλογές, είτε για τους ψηφοφόρους είτε για τους λίγους αιρετούς που ήθελαν να φέρουν κάτι καινούργιο. Παράδειγµα, η οικτρή αποτυχία όσων επιχείρησαν να θέσουν το Ασφαλιστικό σε πιο υγιείς βάσεις. Η πολιτική οικονοµία χαρακτηρίζει µια τέτοια κατάσταση «θεσµική παγίδα» (institutional trap). Μερικές κοινωνικές οµάδες κερδίζουν από τα προνόµια του συστήµατος. Αλλες πιο πολυπληθείς πλήττονται, αλλά δεν µπορούν να φανταστούν και να πεισθούν ότι θα κερδίσουν σε ένα ριζικά διαφορετικό θεσµικό πλαίσιο. Το κόστος της µεταρρύθµισης µοιάζει βαρύ, ενώ το όφελος άγνωστο. Συνεπώς οι δυνάµεις της συντήρησης παραµένουν κυρίαρχες, παρ’ όλα τα προφανή προβλήµατα του status quo.
Ετσι φτάσαµε στη χρεοκοπία και στην παρέµβαση των ευρωπαίων εταίρων. Εκχωρήσαµε κυριαρχία, αρχικά ως προς τους δηµοσιονοµικούς στόχους. Σε αυτό δεν είχαµε επιλογή, για τους γνωστούς λόγους. Θα µπορούσαµε όµως να είχαµε επιλέξει εµείς τα µέσα και τα µέτρα πολιτικής για να πιάσουµε τους στόχους. «Εµείς», δηλαδή η ελληνική πολιτική ηγεσία. ∆εν το έκανε, γιατί ήταν ανέτοιµη, ανίκανη, ή δεν ήθελε να πάρει το πολιτικό κόστος να προωθήσει και να υπερασπιστεί ένα δικό της σχέδιο λιτότητας. Ελεγε λοιπόν στην τρόικα «πείτε µας τι να κάνουµε» και µετά στους Ελληνες «µας το επιβάλλουν οι ξένοι». Αντίθετα, οι Ιρλανδοί σχεδίασαν δικό τους πακέτο λιτότητας, οδυνηρό αλλά εφαρµόσιµο και µάλλον αποτελεσµατικό. Από ό,τι φαίνεται, θα βγουν από την κρίση πολύ πιο γρήγορα από εµάς.
Τώρα συζητείται το ενδεχόµενο η εµπλοκή της ΕΕ να υπερβεί τον σχεδιασµό των µέτρων, και να φτάσει στην εφαρµογή. Αν γίνει αυτό, πάλι θα είναι αποτέλεσµα της ανικανότητας των δικών µας – ή της ευθυνοφοβίας. Κανένας στην ΕΕ δεν επιθυµεί να στηθεί σε ένα υπουργείο και να µετράει πόσα οδοιπορικά εγκρίνει ο γενικός γραµµατέας. Θα το κάνει, αν το κάνει, µόνο για να διασώσει το σχέδιο διάσωσης. Το πιθανότερο όµως είναι ότι θα επιµείνει να εγκατασταθούν νέες διαδικασίες και συστήµατα ελέγχου, όπως επέµεινε για την Ενιαία Αρχή Πληρωµών και για την ηλεκτρονική συνταγογράφηση. Και θα ελπίζει ότι µε αυτά τα συστήµατα η ελληνική πολιτική ηγεσία θα µπορεί να ελέγξει πιο καλά το κόστος. Αν όµως εµείς επιµένουµε στις λαθροχειρίες, οι Ευρωπαίοι δεν µπορούν να κάνουν τίποτε.
Σε αυτό το επίπεδο, των διαδικασιών και των ελέγχων, είναι καλοδεχούµενη η ευρωπαϊκή εποπτεία, και ας µην αρέσει στους πολιτικούς µας. Η αδιαφάνεια και τα παραθυράκια ήταν συστατικό στοιχείο του κράτους των προσόδων όπου διαφέντευαν. Αν ο εξωτερικός παράγοντας σπάσει τη θεσµική παγίδα και τους αναγκάσει να εγκαταστήσουν την υποδοµή µιας σύγχρονης διαχείρισης, ας γίνει έτσι. Αυτή η υποδοµή είναι απαραίτητη για τη λογοδοσία: είτε προς τις Βρυξέλλες είτε προς τον λαό.
Ο κ. Αρίστος Δοξιάδης είναι οικονομολόγος.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ