«Γιατί μας αρέσει ακόμα κι όταν δεν μας αρέσει ο Πέδρο Αλμοδόβαρ;» Ιδού η απορία σε ένα ερώτημα που ισχύει και με το παραπάνω. Ένα ερώτημα που τέθηκε υπό συζήτηση το απόγευμα της Δευτέρας 17 Οκτωβρίου στην Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, όπου με συντονιστή τον κριτικό κινηματογράφου του περιοδικού Αθηνόραμα Χρήστο Μήτση και με την άμεση συμμετοχή του κοινού, μίλησαν για τον σπουδαίο ισπανό σκηνοθέτη ένας μεταφραστής του βιβλίου του από τα ισπανικά, ο Νίκος Πρατσίνης, μια ψυχίατρος, η Ευτυχία Γιομελά, ένας δημοσιογράφος, ο Προκόπης Δούκας (που έκανε μια εις βάθος ανάλυση στον ρόλο της μουσικής στις ταινίες του Αλμοδόβαρ) και ένας από τους ηθοποιούς της τελευταίας ταινίας του Αλμοδόβαρ «Το δέρμα που κατοικώ», ο Γιαν Κορνέτ. {{{ moto }}}

Ηταν μια χαλαρή, χωρίς γραβάτα και κοστούμι συζήτηση που πέτυχε στον στόχο της, μια κάλυψη όλου το «αλμοδοβαρικού σύμπαντος»: το σινεμά, οι ήρωες των ταινιών του και η ψυχολογία τους, η μουσική, ο λόγος, το κίνημα La movida madrilèna από το οποίο γεννήθηκε το φαινόμενο Αλμοδόβαρ αλλά και η ίδια η υποκριτική των ηθοποιών που υπηρετούν αυτό το σύμπαν.

Γιατί μας αρέσει ο Αλμοδόβαρ ακόμα και όταν δεν μας αρέσει; Μήπως επειδή ο ίδιος ο κινηματογράφος αποτελεί πάντα έναν ήρωα των ταινιών του Αλμοδόβαρ όπως επεσήμανε ο Χ. Μήτσης; Μήπως επειδή καλύτερα από κάθε άλλον σκηνοθέτη ο Αλμοδόβαρ έχει εισχωρήσει στην ψυχοσύνθεση των θεατών (κυρίως των γυναικών) με τον ίδιο τρόπο που εισχωρεί σε εκείνη των ηρώων του; Μήπως επειδή παρότι γεννήθηκε μέσα από ένα κίνημα της Αριστεράς σε μια εποχή που ο κύκλος του δικτάτορα Φράνκο έκλεινε στην Ισπανία, ο Αλμοδόβαρ δεν θέλησε ποτέ να γίνει παπαγαλάκι της πολιτικής αλλά να μιλήσει για τον άνθρωπο; Μήπως επειδή ενώ είναι φανερός ομοφυλόφιλος, δεν καταδέχθηκε ποτέ να προβάλλει με χυδαίο τρόπο το γκέι στοιχείο στο έργο του; Μήπως επειδή είναι ένας ακομπλεξάριστος δημιουργός που χωρίς δεσμεύσεις γυρίζει ακριβώς αυτό που θέλει και όπως το θέλει; Μήπως επειδή όποτε βλέπουμε μια ταινία του νιώθουμε ότι παρακολουθούμε μια «γιορτή»;_ λέξη που χρησιμοποίησε ο Γ. Κορνέτ για να χαρακτηρίσει το πως ένιωθε στα γυρίσματα του «Δέρματος που κατοικώ». Μήπως επειδή ο Αλμοδόβαρ είπε ότι την «αλήθεια μόνον μέσα από τα ψέμματα μπορείς να την μάθεις» και τι άλλο παρά ψέμμα είναι ο κινηματογράφος; «Τελικά ο Αλμοδόβαρ λέει ότι η ζωή δανείζεται από το σινεμά και όχι μόνον το αντίθετο» είπε ο Χ. Μήτσης. «Το σινεμά δίνει αλήθεια στη ζωή».

Με 18 μεγάλου μήκους ταινίες _ανάμεσα στις οποίες το «Ματαδόρ», οι «Γυναίκες στα πρόθυρα νευρικής κρίσης», τα «Ψηλά τακούνια», το «Γύρνα πίσω», το «Μίλα της» και η «Κακή εκπαίδευση»_ ο Πέδρο Αλμοδόβαρ κατάφερε όχι μόνον να κάνει γνωστό σε όλον τον κόσμο τον σύγχρονο πολιτισμό της Ισπανίας αλλά να κάνει θεατές από κάθε γωνιά του πλανήτη να ταυτιστούν μαζί του. «Η μεγαλύτερη πρόκληση για τον Αλμοδόβαρ σε κάθε καινούργια δημιουργία του» όπως ακούστηκε κατά την διάρκεια της συζήτησης, «είναι να αντλήσει από την πραγματικότητα ακραία στοιχεία και να τα δώσει σε ένα παζλ πειστικής αρμονίας» όπως ακριβώς συμβαίνει και στο «Δέρμα που κατοικώ».