«Εµείς είµαστε το 99% της Αµερικής»

Ποιος µπορούσε άραγε να φανταστεί, τον ∆εκέµβριο του 2010, όταν ένας 26χρονος άνεργος αυτοπυρπολείτο σε κάποια πόλη της Τυνησίας διαµαρτυρόµενος για την έλλειψη επαγγελµατικών ευκαιριών στο διεφθαρµένο κράτος της Βόρειας Αφρικής ότι οι «δονήσεις» από αυτή την «απλοϊκή» πράξη απελπισίας θα γίνονταν αισθητές ακόµη και στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, στις πανίσχυρες Ηνωµένες Πολιτείες; Ποιος µπορούσε να φανταστεί ότι το επακόλουθο ντόµινο εξεγέρσεων και ειρηνικών καταλήψεων ...

Ποιος µπορούσε άραγε να φανταστεί, τον ∆εκέµβριο του 2010, όταν ένας 26χρονος άνεργος αυτοπυρπολείτο σε κάποια πόλη της Τυνησίας διαµαρτυρόµενος για την έλλειψη επαγγελµατικών ευκαιριών στο διεφθαρµένο κράτος της Βόρειας Αφρικής ότι οι «δονήσεις» από αυτή την «απλοϊκή» πράξη απελπισίας θα γίνονταν αισθητές ακόµη και στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, στις πανίσχυρες Ηνωµένες Πολιτείες; Ποιος µπορούσε να φανταστεί ότι το επακόλουθο ντόµινο εξεγέρσεων και ειρηνικών καταλήψεων πλατειών θα εξαπλωνόταν γρήγορα στη ∆ύση; Πλήθη κόσµου ξεχύνονται στους δρόµους σε µια περισσότερο ή λιγότερο αυθόρµητη έκφραση διαµαρτυρίας κατά των οικονοµικών ανισοτήτων, της ανέχειας, της ανεργίας και της λιτότητας. Το κίνηµα «Καταλάβετε τη Γουόλ Στριτ» κυριαρχεί στη µητρόπολη του καπιταλισµού, τη Νέα Υόρκη. ∆εκάδες αµερικανικές πόλεις και πλατείες γεµίζουν από «Αγανακτισµένους» που διατρανώνουν: «Εµείς είµαστε το 99%!». Το υπόλοιπο 1% είναι οι πλούσιοι – αυτοί πρέπει να πληρώσουν για να βγει (και) η αµερικανική κοινωνία από την καταβύθιση στο τέλµα της διεθνούς οικονοµικής κρίσης.

Οι ΗΠΑ βεβαίως δεν είναι Αίγυπτος ούτε η νεοϋορκέζικη πλατεία Ζουκότι, δίπλα στο πιο διάσηµο χρηµατιστήριο της Γης, είναι πλατεία Ταχρίρ. Η χώρα δεν έχει παραδοθεί στην αναρχία και η κυβέρνηση του προέδρου Μπαράκ Οµπάµα δεν κινδυνεύει να καταβαραθρωθεί – τουλάχιστον όχι πριν από τις προεδρικές εκλογές του 2012. Τα µερικές εκατοντάδες άτοµαόµως που συγκεντρώθηκαν στη Νέα Υόρκη για πρώτη φορά στις 17 Σεπτεµβρίου προτρέποντας σε κατάληψητης Γουόλ Στριτ υποχρέωσαν τα κυρίαρχα µέσαενηµέρωσης να ασχοληθούν τελικά µαζί τους: αυτοί που αρχικά λοιδορήθηκαν ως αργόσχολοι «χίπηδες» µε µια αόριστη επιθυµία να αλλάξουν τον κόσµο τώρα συνιστούν το εξ αριστερών αντίπαλο δέος του Κόµµατος του Τσαγιού.

Το κίνηµα «Occupy» («Καταλάβετε») µεγαλώνει καθηµερινά και εξαπλώνεται σε όλες τις Ηνωµένες Πολιτείες: Σιάτλ, Σικάγο, Βοστώνη, Ουάσιγκτον, Νέα Ορλεάνη, Φιλαδέλφεια, Σαν Φρανσίσκο, Σαν Ντιέγκο, Λας Βέγκας, Λος Αντζελες και δεκάδες άλλες πόλεις, µικρές και µεγάλες,ακολουθούν ταβήµατα του «Μεγάλου Μήλου»στον χορό των διαδηλώσεων. «Εµείς είµαστε το 99% και δεν θα ανεχτούµε πια την απληστία και τη διαφθορά του 1%» φωνάζουν οι «Occupiers».

Ποιο είναι όµως το 1%; Σύµφωνα µε τον νοµπελίστα οικονοµολόγο Τζόζεφ Στίγκλιτζ, «το 1% των πλουσιότερων Αµερικανών ελέγχει το 40% του πλούτου στις Ηνωµένες Πολιτείες», ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για το φτωχότερο 80% είναι µόλις 8%.

Και ενώ τις τελευταίες τρεις δεκαετίες τα κέρδη των υπερ-πλουσίων (super rich) έχουν εκτοξευθεί στα ύψη (τους αντιστοιχεί το ένα τέταρτο του εθνικού εισοδήµατος, ποσοστό που το 1976 ήταν 9%), ολοένα περισσότεροι Αµερικανοί της µεσαίας τάξης βλέπουν τα εισοδήµατα και τα προνόµιά τους να συρρικνώνονται.

Η πραγµατική ανεργία στις Ηνωµένες Πολιτείες ξεπερνά το 16% και 46 εκατοµµύρια Αµερικανοί ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας. Αν συνυπολογιστούν οι εκατοµµύρια πολίτες που χρωστούν στις τράπεζες χιλιάδες δολάρια σε φοιτητικά δάνεια – ποσά που αναγκάζονται να δανειστούν για να πληρώσουν τα πανεπιστήµια αλλά δεν καταφέρνουν να αποσβέσουν πιάνοντας δουλειά µε εφόδιο το πτυχίο τους –, το µήνυµα των «Occupiers» κατά της εισοδηµατικής ανισότητας και της προς τα άνω κατανοµής του πλούτου αγγίζει άµεσα τον µέσο Αµερικανό.

«Παρακολουθούµε εδώ και τρεις δεκαετίες αυτούς τους ανθρώπους να ελέγχουν την οικονοµία µας και να επηρεάζουν την κυβέρνησή µας. Η µεσαία τάξη συρρικνώνεται και το χάσµα µεταξύ πλουσίων και φτωχών µεγαλώνει. Αν καθήσουµε άπραγοι, ποιος ξέρει πού θα βρισκόµαστε σε δέκα χρόνια» δηλώνει στο «Βήµα» ο Μάικλ Χέιζ, 30 χρόνων, υπεύθυνος εστιατορίου που συµµετέχει στις διαδηλώσεις στη Γουόλ Στριτ. Και προσθέτει: «Η πραγµατική αλλαγή έρχεται από όσους παίρνουν πίσω αυτό που δικαιωµατικά τους ανήκει».

Η 29χρονη Εµιλι Στόλινγκς, απόφοιτη πανεπιστηµίου, αποφάσισε να συµµετέχει στις διαδηλώσεις όταν πληροφορήθηκε, όπως µας είπε, για τις µαζικές συλλήψεις και τη χρήση βίας κατά των διαδηλωτών στη Γουόλ Στριτ. «Αποφάσισα να µάθω περισσότερα για τους ανθρώπους που διαδηλώνουν. Ανήκα στον αριστερό χώρο από τότε που άρχισα να ασχολούµαι µε την πολιτική» σχολίασε. Η Εµιλι, η οποία εργάζεται ως σερβιτόρα σε εστιατόριο ενώ παράλληλα είναι µαθητευόµενη σε µια µη κερδοσκοπική οργάνωση στη Νέα Υόρκη, µας εξηγεί ότι η απογοήτευσή της για την πολιτική έγινε οργή µετά τη συµφωνία για το όριο δανεισµού το περασµένο καλοκαίρι. «Πιστεύω ότι µπορούµε να τα πάµε καλύτερα ως έθνος και ως λαός. Συµφώνησα µε τη διάσωση των τραπεζών γιατί ήταν πράγµατι πολύ µεγάλες για να καταρρεύσουν. Αλλά αυτό είναι και το πρόβληµα. Από τότε που ξεκίνησε η κρίση κανείς δεν έκανε τίποτε για να αλλάξει το χρηµατοπιστωτικό σύστηµα» µας λέει.

Οι «Occupiers» δεν έχουν συγκεκριµένη ηγεσία ή περιχαρακωµένα αιτήµατα: είναι ένα λαϊκό κίνηµα που µοιάζει να βάζει και πάλι στοπολιτικό λεξιλόγιο των Ηνωµένων Πολιτειών την έννοια της πάλης των τάξεων. ∆ηλώνουν ότι τους εµπνέει η «Αραβική Ανοιξη» και αξιώνουν ένα δικαιότερο οικονοµικό σύστηµα, όχι επειδή οραµατίζονται έναν ουτοπικό κόσµο αλλά επειδήγια τους περισσοτέρους αυτό που διακυβεύεται είναι η ίδια τους η επιβίωση. «Είµαστε νέοι, είµαστε φτωχοί, δεν θατο ανεχτούµε άλλο» φωνάζουν κατά των ελίτ της Γουόλ Στριτ.

«Πρόκειται για ένα sui generis κίνηµα που αντιπροσωπεύει τη διάχυτη απογοήτευση µεταξύ πολλών Αµερικανών για τις ανισότητες που υπάρχουν στην κοινωνία µας: ανισότητες στον πλούτο, ανισότητες στις ευκαιρίες για εκπαίδευση, έλλειψη λογοδοσίας από τους υπερ-πλουσίους που ελέγχουν τις µεγαλύτερες επιχειρήσεις στην Αµερική, καθώς και από τις τράπεζες και τα hedge funds» µας εξήγησε ο καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήµιο Κολούµπια Τζόναθαν Ρ. Κολ.

Ηθοποιοί, σκηνοθέτες, καθηγητές, συγγραφείς και πολλοί εκπρόσωποι του πνευµατικού κόσµου τωνΗΠΑ έσπευσαν να δηλώσουν την υποστήριξή τους στους «Αγανακτισµένους» της Αµερικής. Μεταξύ αυτών η συγγραφέας Ναόµι Κλάιν, οι ηθοποιοί Τιµ Ρόµπινς και Σούζαν Σαράντον, οι καθηγητές Νόαµ Τσόµσκι και Σλαβόι Ζίζεκ και ο σκηνοθέτης Μάικλ Μουρ.

Ακόµη και τα αποδυναµωµένα εργατικά συνδικάτα «ξύπνησαν»: δήλωσαν τη συµπαράστασή τους στο κίνηµα «Καταλάβετε τη Γουόλ Στριτ», διοργανώνοντας µάλιστα πορεία έξω από τις κατοικίες πάµπλουτων κατοίκων του Μανχάταν, όπως ο Ρούπερτ Μέρντοκ της News Corp. και ο διευθύνων σύµβουλος της JP Morgan Τζέιµι Ντάιµον.

ΜΕ ΤΑ ΔΙΚΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΙΑ…

∆εν αναφέρουν τα ονόµατά τους αλλά κοιτούν κατάµατα τον φακό. Σε µία σελίδα χαρτί συνοψίζει ο καθένας τη δική του αληθινή και ζόρικη ιστορία. Οι αµερικανοί διαδηλωτές κατά της Γουόλ Στριτ εξηγούν γιατί διαµαρτύρονται. Και φωτογραφίζονται κρατώντας στα χέρια τα προβλήµατα, τις ανησυχίες, τους φόβους και τις ολοένα συρρικνούµενες ελπίδες τους.

Οι µαρτυρίες τους έχουν αναρτηθεί στο µπλογκ

https://wearethe99percent.tumblr.com/

«Πίστευα ότι τα έκανα όλα σωστά…»

«Είµαι µια νέα µητέρα. Αποφοίτησα µε τριπλή ειδίκευση και ακόµη δεν έχω καταφέρει να βρω δουλειά. Πίστευα ότι τα έκανα όλα σωστά… Χρωστάω 15.000 δολάρια σε σπουδαστικά δάνεια και ο λογαριασµός του νοσοκοµείου για τη γέννηση του γιου µου είναι πάνω από 8.000 δολάρια. Η εργασία του συζύγου µου τον κρατάει µακριά από την οικογένειά του 13 ώρες την ηµέρα. Βρισκόταν υπό οικονοµικό έλεγχο για έναν χρόνο και δεν µπορούσε να βρει καλή δουλειά και χρωστάµε 3.000 δολάρια στην Εφορία. Εξαρτιόµαστε από το µεροκάµατο. Είµαι το 99%. Πώς θα προσφέρω στον γιο µου µια καλή αρχή στη ζωή του µε αυτές τις συνθήκες;».

«Η ασφάλισή µου είναι το µισό του εισοδήµατός µου»

«Είµαι µια πανεπιστηµιακής µόρφωσης 47χρονη µητέρα δύο κοριτσιών 20 και 17 χρόνων. Θέλω τα κορίτσια µου να πάνε στο κολλέγιο αλλά φοβάµαι ότι δεν θα µπορέσουµε να πληρώσουµε τα δάνεια στις τράπεζες. Ο σύζυγός µου έχασε τη δουλειά του πριν από δύο χρόνια και δεν µπορεί να βρει εργασία πλήρους απασχόλησης. Αναλαµβάνει προσωρινές δουλειές µε χαµηλό µισθό για να τα βγάλουµε πέρα. Ακόµη χρωστάει στην τράπεζα το φοιτητικό του δάνειο. Εγώ εργάζοµαι περισσότερες από 40 ώρες την εβδοµάδα για µισθό λίγο υψηλότερο του βασικού. Πληρώνω τους φόρους ακίνητης περιουσίας εµπρόθεσµα. Μόλις έµαθα ότι η ασφάλιση υγείας µου αυξάνεται… Θα είναι το µισό του καθαρού εισοδήµατός µου. Είµαι το 99%».

«∆εν έχω ούτε µία µπλούζα χωρίς τρύπες»

«Αποφοίτησα από το κολέγιο το 2006 µε δύο πτυχία. Ακόµη δεν µπορώ να βρω δουλειά. Λένε ότι έχω περισσότερα προσόντα από τα απαιτούµενα. Λένε ότι δεν έχω εµπειρία. Πώς µπορώ να έχω και τα δύο; Ο σύζυγός µου κάνει τρεις δουλειές για τα έξοδα του σπιτιού: σχεδόν 2.000 δολάρια τον µήνα για ένα σπιτάκι του 1903. ∆εν µπορούµε να πληρώσουµε τους λογαριασµούς του νοσοκοµείου για τους γιους µας που γεννήθηκαν πριν από δύο χρόνια. ∆εν έχω ούτε µία µπλούζα που να µην έχει τρύπες ή ένα παντελόνι που να µου κάνει. Είµαι το 99%. Μετράω καθηµερινά τα ευλογηµένα πράγµατα στη ζωή µου: αγάπη, φαγητό, στέγη, καθαρό νερό, Θεός».

Σάρα Σουλέι
«Ούτε ακέφαλοι είναι, ούτε ανοργάνωτοι χίπηδες»

«Είναι λάθος να επικρίνουµε τους διαδηλωτές της Γουόλ Στριτ και των υπολοίπων πόλεων για την έλλειψη ηγεσίας ή οργάνωσης» λέει στο «Βήµα» η Σάρα Σουλέι, καθηγήτρια Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήµιο του Στάνφορντ και ειδική στα κοινωνικά κινήµατα. Οπως εξηγεί, κανένα κίνηµα στην Ιστορία δεν πρόλαβε να δείξει την πραγµατική του δύναµη στο σύντοµο χρονικό διάστηµα που δραστηριοποιούνται οι «Occupiers».

– Θα συγκρίνατε το κίνημα «Occupy» με τις εργατικές διαδηλώσεις της δεκαετίας του 1930 ή τις αντιπολεμικές στα τέλη της δεκαετίας του 1960 στις ΗΠΑ;

«Πολλοί συντηρητικοί δηµοσιογράφοι στις ΗΠΑ προσπαθούν να καταδικάσουν τους “Occupiers” ως “ανοργάνωτους χίπηδες” ενώ πολλά µέλη του Κόµµατος του Τσαγιού δεν θέλουν να έχουν καµία σχέση µαζί τους. Είναι όµως απερίσκεπτο να επικρίνουν τους “Occupiers” ως ανοργάνωτους και “ακέφαλους”. Πρόκειται για ένα νεοσύστατο κίνηµα. Πιστεύει στ’ αλήθεια κανείς ότι το κίνηµα των πολιτικών δικαιωµάτων των έγχρωµων Αµερικανών στη δεκαετία του ‘50 ή άλλα ιστορικά ισχυρά κινήµατα στις ΗΠΑ και σε άλλες χώρες αποκρυσταλλώθηκαν µόλις σε τέσσερις εβδοµάδες;».

– Διαθέτει αυτό το κίνημα τη δυναμική να οδηγήσει σε αξιόλογη πολιτική αλλαγή;

«Ναι, πιστεύω ότι υπάρχει πραγµατική προοπτική για αλλαγή εδώ. Οι διαδηλώσεις αυξάνονται σε όγκο, πεδίο και ένταση. Οι τελευταίες δύο δεκαετίες έχουν δείξει ότι οι µαζικές διαδηλώσεις µπορούν να το επιτύχουν αυτό και στην πραγµατικότητα πιστεύω ότι το “Occupy Wall Street” οδηγεί σε ένα βιώσιµο κοινωνικό κίνηµα. Θα έλεγα ότι υπάρχουν δύο διαδικασίες µέσα από τις οποίες θα µπορούσε αυτό να οδηγήσει σε διαδηλώσεις µεγαλύτερης κλίµακας. Πρώτη είναι η διάχυση. Αυτό συµβαίνει ήδη αφού οι διαδηλωτές βγαίνουν στους δρόµους πολλών πόλεών µας, µικρών και µεγάλων. ∆εύτερη η δηµιουργία συνασπισµών. Υπάρχουν πολλές κοινωνικές, επαγγελµατικές οµάδες, µε αντίστοιχα συµφέροντα, που εκπροσωπούνται σε αυτές τις διαδηλώσεις, αλλά µέσω της ευθυγράµµισης των διατυπώσεών τους θα µπορούσαν να ενισχύσουν τη θέση τους. Φανταστείτε τι θα γινόταν αν τα µέλη του Κόµµατος του Τσαγιού συνασπίζονταν µε τους “Occupiers” γύρω από κάποια βασικά αιτήµατα και, παρά το εντελώς διαφορετικό τους υπόβαθρο, στόχευαν στον φόβο και στον θυµό των Αµερικανών για τη σηµερινή οικονοµική κατάσταση».

Λούκας Βάσκεζ
«Αλλαγή µέσω κινηµάτων, όχι µέσω του Λευκού Οίκου»

Σκοπός του νέου κινήµατος είναι να εκπροσωπήσει ένα ευρύ ιδεολογικό φάσµα πολιτών που θα πετύχει «µικρές νίκες για τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των πολιτών» λέει στο «Βήµα» ο Λούκας Βάσκεζ, µαθητής λυκείου και από τους αρχικούς διοργανωτές των διαδηλώσεων στη Γουόλ Στριτ. Πήρε µαθήµατα, λέει, από τη µετανάστρια µητέρα του που βίωσε τη δικτατορία στην Αργεντινή της δεκαετίας του 1970 και ξεκίνησε την ακτιβιστική δράση του στις αρχές του περασµένου Αυγούστου.

– Πώς αποφασίσατε να αναμειχθείτε στην οργάνωση της κίνησης «Καταλάβετε τη Γουόλ Στριτ»;

«Αποφάσισα να συµµετέχω στη διοργάνωση των διαδηλώσεων επειδή θέλουµε να δηµιουργήσουµε ένα βιώσιµο κοινωνικό κίνηµα το οποίο να απαιτεί ένα δίκαιο οικονοµικό σύστηµα που θα φέρει προ των ευθυνών τους τους οικονοµικούς εγκληµατίες της κρίσης του 2008. Πρώτα διαδώσαµε το µήνυµά µας µέσω του ∆ιαδικτύου και των µέσων κοινωνικής δικτύωσης. Μετά πήγαµε στις φτωχογειτονιές της Νέας Υόρκης, στο Μπρούκλιν και στο Μπρονξ, για να δείξουµε στον κόσµο εκεί ότι χρειαζόµαστε την αλλαγή µέσω ενός κινήµατος και όχι µέσω του Λευκού Οίκου. Προσπαθούµε ακόµη να βρούµε αποτελεσµατικότερους τρόπους διαλόγου επειδή στις συνελεύσεις µας µπορεί να συγκεντρωθούν εκατοντάδες, ίσως και χιλιάδες άτοµα. Ισως µια λύση να ήταν αποκεντρωµένες συνελεύσεις στις γειτονιές και έπειτα µια µεγάλη. Παράλληλα βρισκόµαστε σε επαφή µε διοργανωτές από άλλες πόλεις στις ΗΠΑ. Η βία που ασκεί η αστυνοµία και οι µαζικές συλλήψεις δεν αποθαρρύνουν τον κόσµο. Αντίθετα, τον παρακινούν να συµµετέχει στις διαδηλώσεις ως απάντηση σε αυτές τις πράξεις βιαιότητας».

– Ποιοι είναι οι άμεσοι στόχοι του κινήματος;

«Να αυξάνεται καθηµερινά ο αριθµός των ανθρώπων που συµµετέχουν στις διαδηλώσεις, να γίνουµε πιο πολιτικοποιηµένοι, να καταλάβουµε περισσότερες πλατείες και να αναπτύξουµε περισσότερα κέντρα αλληλεγγύης. Επίσης να γίνουµε πιο πολυσυλλεκτικοί. Οι άνθρωποι που συµµετέχουν διαφέρουν και σε ιδεολογία και σε υπόβαθρο. Στόχος µας είναι να κάνουµε την κατάληψη να µοιάζει µε έναν τυπικό σταθµό του µετρό της Νέας Υόρκης από άποψη κοινωνικών καταβολών. Πιστεύω ότι ένα ετερογενές πλήθος χωρίς ηγεσία ή συγκεκριµένα αιτήµατα µπορεί να επιτύχει έναν καλύτερο διάλογο και µια πραγµατική δηµοκρατία που θα οδηγήσει σε ένα κίνηµα το οποίο θα εξασφαλίσει µικρές σηµαντικές νίκες για τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των πολιτών».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.