Πιστεύετε στα θαύµατα; Στο Μοναστηράκι, λέει, σε ένα µέρος µυστικό, χαµένο µέσα σε έναν λαβύρινθο από απροσδιόριστα περάσµατα και ερείπια που απέχουν µόλις ένα βήµα από την κατάρρευση, µε βλάστηση που απειλεί να καταπιεί τα πάντα και τα απορρίµµατα να σχηµατίζουν βουνά, εκεί, σε αυτόν τον ξεχασµένο τόπο, µπορεί να γίνει ένα θαύµα.
Τα σπίτια θα κτιστούν ξανά και τα παράθυρα θα ανοίξουν στον κόσµο, στα δροµάκια θα περπατούν και πάλι άνθρωποι, η ζωή θα επιστρέψει εκεί όπου την άφησαν οι τελευταίοι κάτοικοι της περιοχής πριν από µερικές δεκαετίες. Και ίσως τότε η Αυλή των Θαυµάτων να ανταποκριθεί στο όνοµά της.
Σε αυτή τη γειτονιά της Αθήνας, απέναντι από τη Βιβλιοθήκη του Αδριανού, που κατοικείται τουλάχιστον από τον 2ο αιώνα π.Χ., το υπουργείο Πολιτισµού υπόσχεται να δηµιουργήσει ένα πρότυπο πολιτιστικό κέντρο-µουσείο. Στα σπιτάκια της Αυλής και γύρω από αυτήν θα βρουν στέγη οι συλλογές του Μουσείου Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης σε ανάπτυξη κάθε άλλο παρά κλασική. Λαϊκά δρώµενα και ιστορίες της παλιάς Αθήνας, παραστάσεις θεάτρου σκιών και κουκλοθέατρου θα διαδραµατίζονται στους ελεύθερους χώρους του και ένα καφενείο θα λειτουργεί για τους επισκέπτες όλη την ηµέρα. Αν όλα αυτά µοιάζουν ουτοπικά στις ηµέρες που διανύουµε, υπάρχει ένα στοιχείο που συνηγορεί υπέρ της υλοποίησής τους: τα 12,5 εκατ. ευρώ µε τα οποία η Αυλή των Θαυµάτων έχει ενταχθεί στο ΕΣΠΑ. Είναι περίεργο, πάντως, πόση έλ ξη ασκεί µια µισάνοιχτη πόρτα. Μεσηµέρι στην οδό Αρεως στην Πλάκα, οι τουρίστες θέλουν να περάσουν την καγκελόπορτα για να φωτογραφίσουν, σαν να µην τους έφτασε ολόκληρη Ακρόπολη, ταλαίπωροι άστεγοι παρατηρούν δήθεν αδιάφορα – ένας άλλος µόλις έχει εκδιωχθεί από τον φύλακα -, περίοικοι από τα διπλανά µαγαζιά παρακολουθούν την κίνηση µε περιέργεια, κάποιες κυρίες θέλουν να προσκυνήσουν στον Αγιο Ελισαίο («Μήπως γιορτάζει σήµερα;», η ερώτηση). Γιατί στο οικοδοµικό τετράγωνο Αρεως – Αδριανού – Βρυσακίου και Κλάδου, όπου ορίζεται η Αυλή, περιλαµβάνεται και το εκκλησάκι του Αγίου Ελισαίου, πρόσφατα ανακατασκευασµένο, να φέρνει στη µνήµη τον Αλέξανδρο Παπαδιαµάντη και τον εξάδελφό του Αλέξανδρο Μωραϊτίδη , ψάλτες εδώ στο τέλος του 19ου αιώνα, στις αγρυπνίες όπου ιερουργούσε και ο νεοανακηρυχθείς άγιος παπα- Νικόλας Πλανάς.
Ερειπωµένα, φτωχικά κτίσµατα, σκάλες που δεν οδηγούν πουθενά, τοίχοι που στέκονται χωρίς νόηµα, ξύλα, σίδερα, σπασµένα γυαλιά, σκουπίδια και ακαθαρσίες παντού. Ενα πηγάδι χάσκει στο κέντρο της Αυλής, µαρµάρινα αρχιτεκτονικά µέλη, όπως σπόνδυλοι από κίονες, βρίσκονται διάσπαρτα. Εικόνα που προκαλεί απελπισία.
«Ευτυχώς που έγινε πλήρης αρχιτεκτονική αποτύπωση του συγκροτήµατος πριν από το 1999, που ο µεγάλος σεισµός έδωσε το τελικό κτύπηµα στα κτίσµατα» λέει η αρχιτέκτων της Διεύθυνσης Αναστήλωσης Νεότερων και Σύγχρονων Μνηµείων του υπουργείου κυρία Ζωή Ευαγγέλου .
Χάρη σε αυτή την αποτύπωση θα µπορέσει να γίνει η αποκατάσταση των κτισµάτων της Αυλής στην αρ-χική τους µορφή – αρχιτεκτονική µελέτη από το γραφείο ΒΕΤΑΠΛΑΝ ΑΕΜ, στατική, Η/Μ εγκαταστάσεων, γεωτεχνική -, ενώ η πρώτη σηµαντική κίνηση αφορά τον καθαρισµό του χώρου και τη στήριξη των κτιρίων µε υποστυλώµατα. Μόνο αν το δει κάποιος µπορεί να καταλάβει το µέγεθος του έργου, το οποίο θα κοστίσει 650.000 ευρώ, σύµφωνα µε την προκήρυξη που θα βγει στις 25 Οκτωβρίου, όπως λέει ο κ. Νίκος Χαρκιολάκης, προϊστάµενος της Διεύθυνσης.
«Εκεί ήταν πολεµίστρα και την έκλεισαν» λέει ο κ. Μάριος Μιχαηλίδης , αρχιτέκτονας της ίδιας Διεύθυνσης, δείχνοντας ψηλά στο αρχοντικό Λογοθέτη τέσσερις τετράγωνες πλάκες, κάτω από το γείσο. Φυσικά και θα χρειαζόταν πολεµίστρα στην εποχή της Τουρκοκρατίας, πόσω µάλλον στην Επανάσταση. Η φωνή του φύλακα µας επαναφέρει στην τάξη, γιατί δική του έγνοια είναι να µη χτυπήσει κανείς, ενώ στην παρέα µας η κυρία Μαρία Αυγούλη, διευθύντρια του Μουσείου Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης (ΜΕΛΤ), σχεδόν δεν παρατηρεί τα χαλάσµατα…
Υποθέτω ότι µε τη φαντασία της βλέπει ήδη αποκαταστηµένα τα 16 σπίτια της Αυλής (και άλλα τρία που βρίσκονται γύρω και περιλαµβάνονται στο ίδιο πρόγραµµα), τα εκθέµατα στη θέση τους και τους επισκέπτες να πηγαινοέρχονται. Με το δίκιο της. Με ιστορία σχεδόν 100 ετών, το ΜΕΛΤ – ιδρύθηκε το 1918 από τον ποιητή Γεώργιο Δροσίνη – λειτουργεί ακόµη σε νοικιασµένη πολυκατοικία της Πλάκας. Ούτε η οικία Λογοθέτη ούτε η οικία Δραγούµη στην οδό Κλάδου 8, πρόσφατα απαλλοτριωµένη, έχουν ωστόσο κάποια ιδιαίτερη αρχιτεκτονική αξία, αφού είναι κτίσµατα της Τουρκοκρατίας, πόσω µάλλον τα ταπεινά σπιτάκια της Αυλής. Αυτό που διατηρείται εδώ δεν είναι η αρχιτεκτονική, αλλά η ιστορία της πόλης και των ανθρώπων της εκ των έσω. Η ατµόσφαιρα µιας εποχής και µιας κοινωνίας – που πλέον ζωντανεύει µόνο µέσα από το «Φυντανάκι» και τα «Αρραβωνιάσµατα» του Παντελή Χορν, από την οµώνυµη «Αυλή των Θαυµάτων» του Ιάκωβου Καµπανέλλη ή το «Τάβλι» του Δηµήτρη Κεχαΐδη – περικλείεται σε αυτά τα δεκαέξι κτίσµατα της Αυλής, στα οποία έχουν προστεθεί και τρία ακόµη διατηρητέα σε απόλυτη εγγύτητα.
Οι ισόγειες τοξωτές στοές που ενοποιούν τον εσωτερικό χώρο µε την περιµαντρωµένη αυλή, τα σκεπαστά χαγιάτια, το πηγάδι ή η στέρνα στην Αυλή, αλλά και βοηθητικά κτίσµατα, όπως φούρνοι, πατητήρια, στάβλοι, ήταν τα χαρακτηριστικά στοιχεία των αρχοντικών της εποχής, τα περισσότερα από τα οποία πάντως καταστράφηκαν κατά τη διάρκεια της Επανάστασης. Κάπως έτσι θα ήταν και η οικία Χωµατιανού-Λογοθέτη, µιας επιφανούς οικογένειας της εποχής µε ρίζες στο Βυζάντιο του 13ου αιώνα. Εδώ, άλλωστε, στην αυλή αυτού του σπιτιού, ο Ελγιν συγκέντρωνε, σύµφωνα µε γραπτές πηγές, ορισµένα από τα µάρµαρα που έκλεβε από την Ακρόπολη ώσπου να ναυλώσει το καράβι για τη µεταφορά τους. Από το κτίριο σώζεται σήµερα µόνον ο πυλώνας της εισόδου, η λιθόστρωτη περιώνυµη αυλή, τµήµα της σκάλας ανόδου στο ανώι – που πρόσφατα έπαθε µεγάλη καταστροφή από ένα δένδρο -, το πηγάδι και κάποια κατάλοιπα από ένα κεραµοσκεπές κατώι.
Τα ερείπια του σπιτιού όµως δεν έµειναν ανεκµετάλλευτα. Επάνω τους και ολόγυρα στην Αυλή κτίστηκαν νεότερες οικοδοµές µε στοιχεία λαϊκής αρχιτεκτονικής, ενώ τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα, γύρω στο 1923, τα παλαιά αρχοντικά και τα νεοκλασικά που στέγαζαν ως τότε µεσοαστικές οικογένειες θα παρείχαν πλέον φθηνή στέγη ως ενοικιαζόµενα δωµάτια ή αποθήκες.
Το αρχοντικό Λογοθέτη βρισκόταν απέναντι από τις φυλακές του Παλαιού Στρατώνα, που τότε λεγόταν Πλατέα Ρούγα του Κάτω Σιντριβανιού ή απλώς Κάτω Παζάρι, µε µαγαζιά, καφενεία αλλά και σπίτια. Στην οδό Πανδρόσου ήταν συγκεντρωµένα τα υφασµατάδικα, στην οδό Ηφαίστου τα σαγµατοποιεία, το λαχανοπάζαρο και η ψαραγορά βρισκόταν στο περίγραµµα της Βιβλιοθήκης του Αδριανού, κατά µήκος της οδού Πανός αναπτύσσονταν τα καφενεία, ενώ το Σταροπάζαρο γινόταν στην Πύλη της Ρωµαϊκής Αγοράς.
Η καρδιά της εµπορικής αγοράς των Αθηνών βρισκόταν σε αυτό το κοµµάτι της πόλης, µε σπίτια αλλά και µε αρκετά µικρά καταστήµατα κάθε είδους. Στενά, συχνά αδιέξοδα, δροµάκια, πυκνή δόµηση, ακανόνιστα οικόπεδα, χαµηλά λιθόκτιστα σπίτια για τους πολλούς, διώροφα αρχοντικά για τις πλούσιες οικογένειες.
Η μόνη πιθανή εξήγηση για την ονομασία «Αυλή των Θαυμάτων» είναι οι θαυματοποιοί και άλλοι καλλιτέχνες του δρόμου που έδιναν «παραστάσεις» στην κοντινή οδό Αθηνάς, εξαιτίας αυτού μετονομαζομένη και σε «οδό των Θαυμάτων». Μια πυρκαγιά όμως, το καλοκαίρι του 1884, φαίνεται ότι κατάφερε ισχυρό πλήγμα στην εμπορική ζωή αυτής της γειτονιάς, αφού τα περισσότερα καταστήματά της μεταφέρθηκαν τότε στην Αθηνάς, στην Ερμού και στην Αδριανού. Εκείνο που σίγουρα δεν έσβησε είναι οι μνήμες. Οπως αυτή για το «σπίτι του φονιά», ένα χαμόσπιτο στην Αυλή όπου κάποτε, λέει, έγινε φοβερό φονικό. Ποιος, ποιον; Αγνωστο. Ή για τον «Θρήνο της Παλαιολογίτσας» (περίπου τον 16ο αιώνα το περιστατικό), που σχετίζεται με τον ερειπωμένο σήμερα Αγιο Θωμά, επίσης τμήμα της Αυλής επί της οδού Βρυσακίου, μια εκκλησία της οικογένειας των Παλαιολόγων την οποία κατά μία εκδοχή κατεδάφισε το 1834 ο πρίγκιπας Καντακουζηνός, όταν αγόρασε την περιοχή. «Η αποκατάσταση της Αυλής των Θαυμάτων θα αναθεωρήσει μια εικόνα της Πλάκας που δυστυχώς δεν τιμά κανέναν» λέει η γενική γραμματέας του υπουργείου Πολιτισμού κυρία Λίνα Μενδώνη . Η ίδια άλλωστε θεωρεί εξαιρετική συγκυρία την ανάδειξη αυτής της γειτονιάς όπως ήταν πριν από έναν αιώνα με την ταυτόχρονη στέγαση του Μουσείου Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης με αντικείμενο τόσο συναφές. Το έργο πρέπει να ολοκληρωθεί το αργότερο ως το 2015, που λήγει το ΕΣΠΑ.
Με κεντρική είσοδο από την οδό Αρεως, το Μουσείο Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης θα έχει ως κεντρικό πυρήνα του την Αυλή των Θαυμάτων, ενώ θα υπάρχουν άλλες τρεις προσβάσεις από τις οδούς Κλάδου, Αδριανού και Βρυσακίου. Ο στόχος είναι, όπως λέει η διευθύντριά του κυρία Μαρία Αυγούλη, η δημιουργία ενός φιλικού χώρου που θα προτρέπει τον καθένα να τον περιδιαβεί κάθε στιγμή της ημέρας. Κάτι σαν μαγικό κουτί που κάθε φορά αποκαλύπτει έναν καινούργιο κόσμο.
Εδώ θα παρουσιάζεται η στέγαση, η τροφή και η ενδυμασία των Ελλήνων, ξεκινώντας από τον 17ο αιώνα. Επίσης, οι διάφορες τεχνικές παραγωγής και μεταποίησης, με υφαντά, κεντήματα, δαντέλες, αλλά και με την εξαιρετικά αναπτυγμένη αργυροχοΐα.
Στην ενότητα για την κοινωνική και πνευματική ζωή το υλικό προέρχεται από το θέατρο σκιών, το κουκλοθέατρο, καθώς και το λαϊκό θέατρο με τις «ζακυνθινές ομιλίες» και τα θεατρικά μπουλούκια. Και για το τέλος υπάρχουν τα λαϊκά δρώμενα (αναστενάρια, καρναβάλια, μεταμφιέσεις κτλ.), αλλά και οι τελετουργίες που σχετίζονταν με τον κύκλο της ζωής του ανθρώπου.
Ειδική θεματική ενότητα θα αναφέρεται στην ιστορία της Πλάκας και του συγκεκριμένου οικοδομικού τετραγώνου. Ο χώρος του αδόμητου οικοπέδου της οδού Βρυσακίου θα υποδέχεται υπαίθριες εκδηλώσεις, όπως παραστάσεις Καραγκιόζη, ενώ ειδική μέριμνα λαμβάνεται για την πρόσβαση ατόμων με ανα πηρίες. Σε 4.000 τ.μ. θα αναπτυχθεί το μουσείο, μαζί με τα τρία κτίρια εκτός της Αυλής, ενώ η ίδια είναι 300 τ.μ. Μόνιμες και περιοδικές εκθέσεις, αίθουσα πολλαπλών χρήσεων, χώρος εκπαιδευτικών προγραμμάτων, καφενείο, χώροι διοίκησης, βιβλιοθήκης, τεκμηρίωσης, φωτογραφικού αρχείου, ηχοθήκης, ταινιοθήκης, αποθηκευτικοί χώροι, και φυσικά χώροι υγιεινής εντάσσονται στο πρόγραμμα της αποκατάστασης του τετραγώνου. Από τον πλούτο των 25.000 αντικειμένων που κατέχει το μουσείο οι μελετητές θα πρέπει να επιλέξουν τα αντιπροσωπευτικότερα για καθεμία από τις τέσσερις ενότητες της έκθεσης.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ