Ανοιξη του 1962. Ο Ανδρέας Παπανδρέου επισκέπτεται την Κορώνη της Μεσσηνίας και µένει στο πατρικό σπίτι του φίλου του Δηµήτρη Κουλουριάνου. Είκοσι χρόνια αργότερα (1982) αναθέτει ως Πρωθυπουργός στον παλιό του φίλο (έγκριτο πια οικονοµολόγο και στέλεχος της Παγκόσµιας Τράπεζας) το υπουργείο Οικονοµικών. Η θητεία του Κουλουριάνου ήταν σύντοµη (13 µήνες), γεµάτη από «όχι» σε παροχές που θεωρούσε ότι οδηγούσαν σε νέο δανεισµό. Την περασµένη Τετάρτη «Το Βήµα» τον συνάντησε στο κτήµα του στην Κορώνη. Αγρότης πλέον και οινοπαραγωγός στα 81 του χρόνια, αποκάλυψε άγνωστες λεπτοµέρειες για τη γέννηση της «χιονοστιβάδας του χρέους» και µίλησε για το «καθαρτήριο» που θα οδηγήσει στην επόµενη ηµέρα.
Αλλιώς φανταζόταν τη δεκαετία του 1980 ο Δηµήτρης Κουλουριάνος. «Μετά την πτώση της χούντας, το 1974, υπήρχε διάχυτη ευφορία, νοµίζαµε ότι όλα τα προβλήµατα θα λυθούν αυτοµάτως. Η προσέγγισή µου ήταν ότι το ξεχαρβάλωµα της ελληνικής οικονοµίας απαιτούσε µια περίοδο νοικοκυρέµατος. Χρειαζόµασταν δύο τετραετίες για να αλλάξουµε τις δοµές µε µεταρρυθµίσεις και διαρθρωτικές αλλαγές». Γρήγορα αντιλήφθηκε ότι το πράγµα πήγαινε αλλού. «Βρε παιδιά, δεν γίνεται “στις 18 Σοσιαλισµό”, δεν περνάς τόσο εύκολα από ένα σύστηµα δυτικό, καπιταλιστικό, σε κάτι άλλο» έλεγε στον στενό κύκλο των συνεργατών του Ανδρέα Παπανδρέου όταν επέµεναν στο σύνθηµα «στις 18 Σοσιαλισµό» τις παραµονές του εκλογικού θριάµβου του ΠαΣΟΚ (18 Οκτωβρίου του 1981).
Μετά τη νίκη ο Παπανδρέου ζήτησε από τον Κουλουριάνο να εγκαταλείψει την Παγκόσµια Τράπεζα και να αναλάβει διοικητής της ΕΤΒΑ. Επιπλέον, του έδωσε θέση στο Κυβερνητικό Συµβούλιο Οικονοµικής Πολιτικής (ΚΥΣΟΠ). Τον επόµενο χρόνο, στις 4 Ιουλίου του 1982, ο Πρωθυπουργός τού έκανε το τραπέζι στο Καστρί. Του ανακοίνωσε ότι την επόµενη ηµέρα θα γίνει ανασχηµατισµός και ότι αναλαµβάνει υπουργός Οικονοµικών…
«Οταν ήµουν υπουργός Οικονοµικών, είδα ότι το χρέος άρχισε να παίρνει διαστάσεις πολλαπλασιαστικές» θυµάται ο Κουλουριάνος. Το 1981 το δηµόσιο χρέος έφθανε το 30% του ΑΕΠ – το 1989 ανήλθε σε 72% και σήµερα πλησιάζει το 170%. Το «προπατορικό αµάρτηµα» της υπερχρέωσης συνέβη τη δεκαετία του 1980. Το αίτηµα της αποκατάστασης όσων ζούσαν αποκλεισµένοι και κυνηγηµένοι από το κράτος της Δεξιάς, επί δεκαετίες ολόκληρες, ήταν δίκαιο και κυρίαρχο. Οδήγησε όµως σε νοοτροπίες και πρακτικές που σήµερα θεωρούνται από πολλούς η αρχή των δεινών που υφίσταται τώρα η Ελλάδα. «Ανησυχούσα µε ποιον έφαγε το βράδυ ο Ανδρέας για να δω την άλλη µέρα τι “επιταγή” θα µου έρθει» λέει χαριτολογώντας. Με τη λέξη «επιταγή» εννοεί τη βροχή των αιτηµάτων για παροχές. Παράγοντες του κόµµατος και της κυβέρνησης αποσπούσαν τη συγκατάθεση του Πρωθυπουργού και έµπαιναν µε θράσος στο γραφείο του.
«Και µου έλεγαν» θυµάται «“Εσύ τι το παίζεις; Πρωθυπουργός; Αφού συµφωνεί ο Πρωθυπουργός…”. Κι εγώ απαντούσα: “Ο Πρωθυπουργός µπορεί να συµφωνεί αλλά σας είπε να πάτε στον ∆ηµήτρη. Και ο ∆ηµήτρης είναι Καραγεώργη Σερβίας 10”.
Εκεί ήταν αυτός που έπρεπε να πληρώσει, το υπουργείο Οικονοµικών».
Η απάντηση του Κουλουριάνου στη βροχή των αιτηµάτων ήταν τις περισσότερες φορές αρνητική. «Χαρακτηριζόµουν πλέον ως συντηρητικός της παλιάς σχολής που ήθελε διόρθωση του συστήµατος και όχι ανατροπή!»…
«Ο Ανδρέας δεν έλεγε ποτέ “όχι”» συνεχίζει ο Κουλουριάνος. «Οταν του µίλαγες στενά για οικονοµικά, αρρώσταινε. Με ρωτάνε µερικές φορές: “Μα δεν ήξερε ο Ανδρέας οικονοµικά;”. Παραήξερε οικονοµικά και γι’ αυτό ακριβώς δεν ήθελε να συζητάει οικονοµικά. Γιατί ήξερε ότι εκεί ισχύει η λογική της οικονοµικής ανάλυσης». Ο υπουργός που πήγαινε στο γραφείο του µε το λεωφορείο και έλεγε «όχι» στις παροχές (κάνοντας έξω φρενών τους συναδέλφους του) δεν άντεξε για πολύ σε αυτή τη θέση. Εµεινε όµως αρκετά για να σχηµατίσει εικόνα. «∆ηµιουργήθηκε µια νοοτροπία, ένας τρόπος σκέψης που είχε αποσυνδέσει την αµοιβή από την προσπάθεια. Η αµοιβή είχε γίνει ένα είδος ανθρώπινου δικαιώµατος» λέει σήµερα. «Ακόµη και σε υπηρεσίες όπως η ΕΡΤ, για παράδειγµα, όπου υπήρχε πλεονάζον προσωπικό, ερχόταν ο υπεύθυνος και µου ζητούσε να προσλάβω 1.200. Του έλεγα ότι δεν γίνεται. Μου απαντούσε “τώρα θα βάλουµε δικούς µας”, ανεξαρτήτως αν χρειάζονταν ή όχι». Τα λεφτά όµως δεν υπήρχαν για αθρόες προσλήψεις και η µόνη λύση ήταν ο δανεισµός. «Εκεί τους είπα ότι αυτό παίρνει πλέον τη µορφή της χιονόµπαλας, κάθε βόλτα και µεγαλώνει»…
Ο Κουλουριάνος παραιτήθηκε στις 10 Αυγούστου του 1983.
Προτού γίνει υπουργός ο Κουλουριάνος µετρούσε ήδη 13 χρόνια στην Παγκόσµια Τράπεζα και είχε συµµετάσχει σε αποστολές σε 20 χώρες. «Γι’ αυτό καταλαβαίνω και πώς λειτουργεί σήµερα η τρόικα» µας λέει, «την έχω κάνει αυτή τη δουλειά». Τον ρωτάµε αν θα αντέξει η Ελλάδα µια έξοδο από το ευρώ. «Η έξοδος από το ευρώ θα είναι αυτοκτονία» απαντάει κοφτά . «Η Ελλάδα βρίσκεται σε τέλµα.
Το ένα πόδι είναι χρέος-έλλειµµα, το άλλο πόδι είναι ύφεση-ανεργία. Οταν σηκώνεις το ένα πόδι να ανασάνεις, βουλιάζει το άλλο. Και το αντίστροφο. Μέχρι να βρεθεί µια σχετικά στέρεη βάση να ανεβείς λίγο πιο πάνω.
Βλέπω ότι αυτή τη δεκαετία η χώρα µας θα µείνει σε αυτό το τέλµα. Είναι µια µεταβατική περίοδος, βρισκόµαστε στο Καθαρτήριο. Οπως έγραψε ο ∆άντης, πρέπει να περάσεις από το Καθαρτήριο για να δεις τον Παράδεισο. Εχουµε σταµατήσει ως κοινωνία, ως οικονοµία, να παράγουµε. Φτάσαµε να πωλούνται σκόρδα Κίνας στην Κορώνη. ∆εν µπορούµε να στηριχθούµε µόνο στις υπηρεσίες και στις ελπίδες ότι θα έρθουν ξένες επενδύσεις. Η νοοτροπία δεν αλλάζει από τη µια µέρα στην άλλη, δεν αλλάζει µε νόµους και µε ρητορεία.
Η παλιά εποχή τέλειωσε»
«Με τον Ανδρέα γνωριστήκαµε το 1959, όταν υπηρετούσα στην Τράπεζα της Ελλάδας, στη Διεύθυνση Οικονοµικών Μελετών που είχε φτιάξει ο Ζολώτας. Εχει έρθει από το Μπέρκλεϊ µε άδεια µελετών. Θέµα της µελέτης του ήταν το γιουγκοσλαβικό σύστηµα της αυτοδιαχείρισης. Είχε µεγάλη εκτίµηση προς τον Τίτο, γιατί µεταξύ των άλλων ήταν εναντίον του σοβιετικού κατεστηµένου. Συγχρόνως είχε µεγάλη εκτίµηση, για να µην πω και θαυµασµό, για τον Περόν της Αργεντινής» Την επόµενη χρονιά, το 1960, ο Κουλουριάνος βρέθηκε µε κρατική υποτροφία για µεταπτυχιακές σπουδές στο Μπέρκλεϊ. Καθηγητής του σε δύο µαθήµατα το 1960 ήταν ο κοσµήτορας του Πανεπιστηµίου, ο Ανδρέας Παπανδρέου. «Ηταν πάρα πολύ καλός δάσκαλος, πολύ αγαπητός από τους φοιτητές, και έχαιρε µεγάλης εκτίµησης στο Μπέρκλεϊ» θυµάται ο Κουλουριάνος. «Ακόµη και αν ο φοιτητής έκανε µια ερώτηση που ήταν λιγάκι ανόητη, ο Ανδρέας δεν τον έβαζε στη θέση του. “Είναι λάθος ερώτηση αλλά είναι προς τη σωστή κατεύθυνση” έλεγε. Από αυτό καταλαβαίνεις πόσο διπλωµατικά χειριζόταν τη σχέση µε τους φοιτητές».
Οι δύο άνδρες συνδέθηκαν στο Σαν Φρανσίσκο µε στενή φιλία. Τον Ιούνιο του 1967 έγινε ο γάµος του Δηµήτρη Κουλουριάνου µε τη σύζυγό του Ρούλα. Ο Ανδρέας είχε υποσχεθεί να τους παντρέψει. Τους πρόλαβε όµως η χούντα. Την ηµέρα του γάµου ήταν έγκλειστος στις φυλακές Αβέρωφ. Αναγκαστικά, στον γάµο εκπροσώπησε τον Ανδρέα ο 15χρονος τότε γιος του: ο σηµερινός πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου. Το 1985 ο Κουλουριάνος αρνήθηκε να επιστρέψει στην κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και συνέχισε τη διεθνή σταδιοδροµία του ως πρέσβης της Ελλάδας στον ΟΟΣΑ (1986-1990) και αργότερα (από το 1991 ως το 1993) ως αναπληρωτής διευθυντής στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (EBRD). Με τον Ανδρέα δεν ξαναβρέθηκαν µετά τη δεκαετία του 1980. «Οταν έµαθα τον θάνατο του Ανδρέα» θυµάται, «έκοψα ένα λουλούδι από τον κήπο του πατρικού µου σπιτιού στην Κορώνη και ανέβηκα στη Μητρόπολη»…