Στις συζητήσεις μεταξύ του υπουργού Οικονομικών κ. Ευ. Βενιζέλου και τρόικας μετατοπίζεται το ενδιαφέρον για τις εξελίξεις στο μέτωπο της εφεδρείας, όπου η κυβέρνηση αντιμετωπίζει πλέον σοβαρό πρόβλημα.

Το θέμα θα πρέπει να έχει επιλυθεί έως την Κυριακή, όπου θα συνεδριάσει εκ νέου του υπουργικό συμβούλιο προκειμένου να εγκρίνει την τελική φόρμουλα, ενώ την ίδια στιγμή πλήθος βουλευτών και κοινοβουλευτικών στελεχών της συμπολίτευσης σημειώνουν ότι παραμένει το σοβαρό νομικό και πολιτικό ζήτημα.

Συγκεκριμένη συζήτηση για το ζήτημα δεν έγινε, σύμφωνα με πληροφορίες, στο υπουργικό συμβούλιο της Πέμπτης, όμως η ανησυχία στην ΚΟ και την ίδια την κυβέρνηση είναι διάχυτη, καθώς ήδη έχουν αρχίσει να γίνονται αισθητές οι αντιδράσεις μεγάλων κοινωνικών ομάδων.

«Κινούμαστε στο πλαίσιο της συμφωνίας του Ιουλίου»
Χωρίς να αναφερθεί ειδικώς στο θέμα ο κ. Γ. Παπανδρέου κατά την εισαγωγική του τοποθέτηση υπογράμμισε ότι «η δική μας στόχευση δεν πρέπει ούτε στιγμή να φύγει από τις προτεραιότητες της Κυβέρνησης, αυτές που έχουμε θέσει σε κάθε τομέα» και συμπλήρωσε: «επειδή υπάρχουν διάφορα σενάρια σε διεθνή και εγχώρια ΜΜΕ, θέλω να επισημάνω για άλλη μια φορά ότι η συμφωνία του Ιουλίου και μόνον αυτή καθορίζει το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινούμαστε. Περιττό να τονίσω για άλλη μια φορά το πόσο ζωτική είναι αυτή η συμφωνία για τη χώρα μας».
Υπογράμμισε επιπλέον ο Πρωθυπουργός την ανάγκη εθνικής ενότητας, γιατί, όπως είπε «είμαστε σε κομβικό σημείο, σε μια κρίσιμη μάχη. Οι κραυγές και οι κορόνες δεν ωφελούν κανέναν, ούτε από τα άλλα κόμματα, ούτε από τα Μέσα Ενημέρωσης».

«Δεν σημαίνει ότι πρέπει να κάνουμε κινήσεις στο πόδι»
Σε ό,τι αφορά το ζήτημα της εφεδρείας, το κλίμα μεταξύ των βουλευτών μετέφερε και δημοσίως με δηλώσεις (ΝΕΤ fm) το πρωί της Πέμπτης ο γραμματέας της ΚΟ του ΠαΣοΚ, κ. Β. Εξαρχος, ο οποίος σημείωσε μεταξύ των άλλων ότι «πρέπει να αποφεύγονται κινήσεις, οι οποίες δημιουργούν την εντύπωση ότι η χώρα, με το μαχαίρι στο λαιμό, αποφασίζει κάποια πράγματα, τα οποία μετά τα ξανασκέφτεται και βλέπει ότι δεν ήταν σωστά» και συμπλήρωσε ότι «δεν σημαίνει, ότι επειδή ο κόσμος δείχνει ωριμότητα, εμείς πρέπει να κάνουμε κινήσεις στο πόδι», ενώ έθεσε ευθέως και το ζήτημα της συνταγματικότητας σε ό,τι αφορά τις απολύσεις στο δημόσιο.
Εν αναμονή λοιπόν της τελικής διευθέτησης του ζητήματος της εφεδρείας, η συνεδρίαση του ΥΣ επικεντρώθηκε για πολλή ώρα στο θέμα του ενιαίου μισθολογίου, το οποίο εγκρίθηκε καθώς και του νέου φορολογικού νομοσχεδίου και τις πρώτες πληροφορίες που έδωσε τις προηγούμενες ημέρες ο κ. Ευ. Βενιζέλος, πυροδοτώντας πολλές αντιδράσεις και προξενώντας πολλές απορίες για του θέμα των αποδείξεων και των καταθέσεων.

Η «μητέρα όλων των μαχών»
Σύμφωνα με πληροφορίες, η υποδοχή των εξαγγελιών από τους υπουργούς ήταν θετική, με τον κ. Ι. Ραγκούση να μιλάει για την «μητέρα όλων των μαχών» κατά της φοροδιαφυγής και τον κ. Γ. Παπακωνσταντίνου να χαρακτηρίζει το σύστημα την «πρώτη σοβαρή προσπάθεια κατά της φοροδιαφυγής στο μεταπολιτευτικό κράτος». Μόνον ο υπουργός Δικαιοσύνης κ. Μιλτ. Παπαϊωάννου άσκησε κριτική στον κ. Βενιζέλο για το θέμα των χειρισμών και την εικόνα που δημιουργείται με το «είπα-ξείπα», προκαλώντας την αντίδραση του υπουργού Οικονομικών, ο οποίος κατηγόρησε τον κ.Παπαϊωάννου ότι καλλιεργεί εντυπώσεις, ενώ εξερχόμενος της συνεδρίασης επέρριψε ευθύνες σε μερίδα των ΜΜΕ για ανακρίβειες και εντυπωσιοθηρία.

Διασταυρώσεις εισοδημάτων
Κατά τη διάρκεια της συζήτησης, ο υπουργός Οικονομικών αναφέρθηκε στην αναγκαιότητα, «το διαθέσιμο δηλωμένο εισόδημα κάθε νοικοκυριού, ο προσδιορισμός του οποίου θα γίνεται επί τη βάση, όχι μόνο της δήλωσης αλλά και διαφόρων διασταυρώσεων και αλγοριθμικών κριτηρίων, να τεκμηριώνεται πλήρως, τόσο ως προς το μέρος της κατανάλωσης, όσο και ως προς το μέρος της αποταμίευσης».
Χαρακτήρισε δε «αδιανόητο» τον ισχυρισμό ορισμένων ΜΜΕ ότι πρόθεση του υπουργείου ήταν να επιβληθεί το νέο μέτρο για τις αποδείξεις αναδρομικά για το 2011 και είπε ότι «ήταν εξαρχής σαφές ότι η έναρξη εφαρμογής από το 2012 με βάση τα εισοδήματα του 2011 αφορούσε το αφορολόγητο όριο και τις φορολογικές απαλλαγές και όχι τις αποδείξεις».