Να σημειώσουμε κάτι: είναι δύσκολο να πάρει κάποιος θέση στη διένεξη μεταξύ επιστημόνων. Διακρίνουμε μια ευκολία της «κοινής γνώμης», πρωτίστως των δημοσιογράφων, να υπεισέρχονται σε πεδία δύσβατα. Τη μια έχουν τεκμηριωμένη άποψη για νοσήματα, την άλλη για spreads, την επόμενη για την αστρονομία. Αυτές τις μέρες έχουν όλοι άποψη για τα στατιστικά. Θα αφήσουμε τη συζήτηση για τους ειδικούς. Πλην όμως προκύπτουν ορισμένα ερωτήματα από τη λειτουργία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής. Ο διορισμός ενός διοικητικού συμβουλίου έχει κάποιο νόημα: ανταλλαγή απόψεων, διορθωτικές παρεμβάσεις και γενικώς όσα θετικά προκύπτουν από το δεδομένο ότι πολλά μυαλά λειτουργούν συμπληρωματικά. Ο πρόεδρος της Αρχής κατήργησε τους πάντες για να κάνει το δικό του. Το δικαιολογητικό ήταν ότι δεν τους συμπαθούσε, δεν τους εκτιμούσε και γενικώς δεν τους ήθελε ανάμεσα στα πόδια του. Εκείνος ήθελε να ικανοποιήσει τους ξένους ελεγκτές του και με τα νούμερα που παρουσίασε, τα κατάφερε.
Είναι διαδεδομένη η άποψη ότι οι Εξεταστικές Επιτροπές ορίζονται ώστε καθένα από τα κόμματα να συντάξει το δικό του πόρισμα και όλα μαζί να κουκουλώσουν την υπόθεση. Αυτή τη φορά το ζήτημα είναι τόσο σοβαρό ώστε να είναι απαραίτητες οι εξηγήσεις πολύ πριν ξεκινήσουν οι γνωστές, χρονοβόρες διαδικασίες. Η κυρία Γεωργαντά έχει μια ακόμη παράμετρο υπέρ της: είχε καταγγείλει αρμοδίως το φούσκωμα. Είχε στείλει αναφορές στον πρωθυπουργό και στον πρόεδρο της Βουλής. Δεν επαρκεί λοιπόν η προσωπική της αποδόμηση, χρειάζονται απαντήσεις επί του περιεχομένου. Ο κ. Παπακωνσταντίνου σχολίασε μόνο μια δήλωση της καταγγέλλουσας (ότι «βρισκόμαστε υπό γερμανική Κατοχή») αλλά επί της ουσίας δεν αποσαφήνισε τον τρόπο με τον οποίο εντάχθηκαν επιπλέον στοιχεία στον υπολογισμό του ελλείμματος. Φαίνεται ότι στην κυβέρνηση υποτιμούν τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει αυτή η ιστορία. Εξεγέρσεις μπορούν να ξεκινήσουν από το τίποτε, πόσο μάλλον όταν υπάρχει κάτι.