Οταν το παρελθόν σκοτώνει το µέλλον

Αν «οι ιστορίες δεν επινοούνται αλλά κληρονοµούνται», όπως έγραψε ο αργεντινός συγγραφέας Εδγάρδο Κοζαρίνσκι στο µυθιστόρηµά του Ο µολδαβός σωµατέµπορος, σε τούτο το βιβλίο η συγγραφική επινόηση είναι προφανής και του προσφέρει τη δυνατότητα να αξιοποιήσει την ιστορική εµπειρία µε απαράµιλλη τεχνική. Φανταστείτε λοιπόν µια νεαρή Γερµανίδα τον Ιανουάριο του 1945 να περνάει µέσα από το πολωνικό και το τσεχικό έδαφος και να φθάνει στη Βιέννη. Φανταστείτε την τυλιγµένη σε µια βαριά, σχεδόν ασήκωτη στρατιωτική χλαίνη, µέσα στην παγωνιά και στο χιόνι.

Αν «οι ιστορίες δεν επινοούνται αλλά κληρονοµούνται», όπως έγραψε ο αργεντινός συγγραφέας Εδγάρδο Κοζαρίνσκι στο µυθιστόρηµά του Ο µολδαβός σωµατέµπορος, σε τούτο το βιβλίο η συγγραφική επινόηση είναι προφανής και του προσφέρει τη δυνατότητα να αξιοποιήσει την ιστορική εµπειρία µε απαράµιλλη τεχνική. Φανταστείτε λοιπόν µια νεαρή Γερµανίδα τον Ιανουάριο του 1945 να περνάει µέσα από το πολωνικό και το τσεχικό έδαφος και να φθάνει στη Βιέννη. Φανταστείτε την τυλιγµένη σε µια βαριά, σχεδόν ασήκωτη στρατιωτική χλαίνη, µέσα στην παγωνιά και στο χιόνι. Να πηγαίνει από τη Βιέννη στη Γένοβα και από εκεί, τρία χρόνια αργότερα, να καταλήγει στο Μπουένος Αϊρες.

Γιατί όµως να είναι µια στρατιωτική χλαίνη σχεδόν ασήκωτη; Η κοπέλα αυτή έχει ραµµένα στη χλαίνη της 20 κιλά χρυσά δόντια. Πού τα βρήκε; Εργαζόταν ως απλή υπάλληλος σε ένα ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης. Τα δόντια ανήκαν σε εβραίους κρατουµένους που είχαν αποτεφρωθεί. Θα προσπαθήσει να τα πουλήσει προκειµένου να εξασφαλίσει τα χρήµατα για να αποκτήσει ένα πλαστό διαβατήριο και να φύγει. Για πού άραγε; Ή, σύµφωνα µε τον τίτλο του µυθιστορήµατος, µακριά από πού;

Στην αρχή δεν ξέρει ούτε η ίδια. Αλλά το διαβατήριο τελικά θα της το διασφαλίσει ένας ιερέας και εκείνη θα πάρει το πλοίο και θα βρεθεί στη Λατινική Αµερική για να ξεχαστεί, να πέσει σε λήθαργο. «Ο λήθαργος ονοµαζόταν Μπουένος Αϊρες», όπως γράφει πολύ ωραία ο Κοζαρίνσκι.

Η Αργεντινή του Περόν

Το 1948 που η ηρωίδα του µυθιστορήµατος βρίσκεται στο Μπουένος Αϊρες την Αργεντινή την κυβερνά ο στρατηγός Περόν. Η σύζυγός του Εβίτα είναι λαϊκό είδωλο. Το περονικό καθεστώς τρέφει µεγάλη συµπάθεια για τους ναζιστές της Ευρώπης που φτάνουν στην πόλη του Μπόρχες κατά κύµατα. Εκτός όµως από τα στελέχη του χιτλερικού και των άλλων φασιστικών καθεστώτων, και πλήθος άλλοι, µε µικρότερη δράση, έχουν εγκαταλείψει την Ευρώπη µετά τη συντριβή του φασισµού.

Η ηρωίδα του Κοζαρίνσκι θα βρει δουλειά σε µια γερµανική πανσιόν, ιδιοκτήτρια της οποίας είναι κάποια Φράου Ντορς. ∆εν θα παντρευτεί, αλλά θα σέρνει σαν σκιά το παρελθόν της σε έναν κόσµο που δεν την ενδιαφέρει να τον καταλάβει. Ενα βράδυ τη βιάζουν και µένει έγκυος. Αποφασίζει ως τιµωρία για το παρελθόν της να κρατήσει το παιδί, και µάλιστα να το αγαπήσει. Του δίνει το όνοµα Φεδερίκο. Ο µικρός είναι ευφυής, τη ρωτάει συνεχώς πολλά και διάφορα, και εκείνη προσπαθεί να του απαντήσει χωρίς να του λέει την αλήθεια αλλά και δίχως να του δίνει την εντύπωση ότι υπεκφεύγει. Ωσπου κάποιο βράδυ σκοτώνεται σε αυτοκινητικό δυστύχηµα.


Αυταπάτες και ψέµατα

Από εδώ και στο εξής την ιστορία τη συνεχίζει ο Φεδερίκο, ο οποίος µεγαλώνει χωρίς να µαθαίνει παρά ελάχιστα για το παρελθόν της µητέρας του. Κάνει µια ζωή νοµάδα περιπλανώµενος σε χώρες της Λατινικής Αµερικής και της Ευρώπης και αναζητώντας νόηµα στα πράγµατα, στη ζωή, στη δική του ύπαρξη, η οποία παρασύρεται µέσα στη δίνη γεγονότων που τον ξεπερνούν. Ο συγγραφέας τον αφήνει στο τελευταίο κεφάλαιο σε µεγάλη ηλικία. Είναι πλέον 55 ετών και βέβαιος ότι η µητέρα του ήταν εβραία. Αυτό εκµυστηρεύεται αργά κάποιο βράδυ σε ένα µπιστρό της ∆ρέσδης στη γυναίκα που κρατάει το µπαρ. Προτού χαθεί µέσα στη νύχτα η γυναίκα τού λέει σχολιάζοντας την παρατήρησή του πως και οι δύο δεν είναι πια νέοι: «∆εν είµαι αισιόδοξη, γι’ αυτό να είστε σίγουρος. Υπάρχει ένα πολωνικό τραγούδι που λέει: “Σήµερα είµαι χειρότερα από χθες αλλά καλύτερα από αύριο”».

Ποιο είναι το χθες, ποιο το σήµερα και ποιο το αύριο; Και τι ακριβώς γνωρίζουµε ή πιστεύουµε; Η ζωή παραµένει αινιγµατική και πικρή όταν οι πρωταγωνιστές της, είτε πρόκειται για περίβλεπτα πρόσωπα είτε για ασήµαντους ανθρώπους, παρασύρονται µέσα στη δίνη της Ιστορίας η οποία ακυρώνει τη δική τους προσωπική ιστορία και τους βυθίζει µέσα στα βιώµατά τους – που και αυτά µπορεί να µην είναι αυθεντικά, καθώς αλλοιώνονται από τις αυταπάτες και τα ψέµατα.


Αισθαντικός και σκληρός, θυµίζει Κούντερα

Το «Μακριά από πού» είναι ένα εξαιρετικά πυκνό μυθιστόρημα. Ενα βιβλίο για την ταυτότητα, για την αλήθεια και το ψέμα, που σημαδεύει τη λατινοαμερικανική λογοτεχνία του Μεταπολέμου. Είναι εμφανής η γόνιμη επίδραση του Γκαρσία Μάρκες, του Μπόρχες και του Κορτάσαρ στο έργο του 72χρονου σήμερα Κοζαρίνσκι.

Πίσω από τις 140 όλες κι όλες σελίδες του, βέβαια, δεν δυσκολεύεται να διαπιστώνει κανείς ότι προηγήθηκε επίπονη ιστορική έρευνα και συγγραφικός μόχθος προκειμένου τα ιστορικά περιστατικά να περάσουν ως αφηγηματικά στοιχεία του βιβλίου χωρίς να βαραίνουν τη μυθοπλασία.

Οι περιγραφές των τοπίων και των πόλεων της Kεντρικής Ευρώπης είναι θαυμάσιες, αλλά οι σελίδες που μας δίνουν την εικόνα του Μπουένος Αϊρες μοναδικές. Και όσο αισθαντικός παρουσιάζεται ο συγγραφέας, άλλο τόσο και σκληρός. Για παράδειγμα, χωρίς καμιά δική του ευθεία αναφορά ή σχόλιο, όταν η πρωταγωνίστρια διασχίζει τους δρόμους του Μπουένος Αϊρες όπου η ατμόσφαιρα είναι γεμάτη μυρουδιές από τις ψησταριές, ο αναγνώστης δεν μπορεί παρά να σκέφτεται τους φούρνους στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Πώς αισθανόταν άραγε εκείνη η γυναίκα; uni0394εν χρειάζεται να μας το πει ο ευφυής συγγραφέας, ο οποίος γνωρίζει πως το βαθύτερο δράμα κρύβεται στο ανείπωτο.

Ο Κοζαρίνσκι είναι και εξαίρετος δοκιμιογράφος — αυτό δεν δυσκολεύεται να το διαπιστώσει ο αναγνώστης. Κατά μία έννοια το βιβλίο αυτό θα μπορούσαμε να το χαρακτηρίσουμε «μυθοπλαστικό δοκίμιο». Και να προσθέσουμε ότι τόσο η διαπραγμάτευση του θέματος όσο και εν μέρει η τεχνική του μας θυμίζουν τα — τελευταία ιδίως — μυθιστορήματα του Κούντερα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.