ΤΟ ΒΗΜΑ/ The New York Times
Η πιο μυστηριώδης, εκθαμβωτική – και πονηρή σαν γάτα – γυναίκα της αμερικανικής πολιτικής ιστορίας, επιτέλους ύστερα από τόσο καιρό αφήνει τη φωνή της να ακουστεί. Και η Τζάκι Κένεντι έχει πολλά να πει, με την μοναδική φωνούλα της.
Η πρώην πρώτη κυρία μίλησε στον ιστορικό και «αυλικό» των Κένεντι, τον Άρθουρ Σλέσινγκερ, μετά τη δολοφονία του Τζον Φ. Κένεντι, σε μαγνητοφωνημένες συνεντεύξεις που παρέμειναν σφραγισμένες επί 47 χρόνια. Η Κάρολιν Κένεντι τις δημοσιοποιεί τώρα σε ένα βιβλίο και σε CD ήχου με τίτλο «Τζάκλιν Κένεντι: Ιστορικές συζητήσεις για τη ζωή με τον Τζον Φ. Κένεντι».
Στις ηχογραφήσεις του 1964, η τότε 34χρονη χήρα ακούγεται συχνά ανηλεής, κακεντρεχής και καυστική (με εξαίρεση τις αναφορές στον όχι και τόσο τέλειο σύζυγό της, τον οποίον λούζει με μια απίθανη λάμψη τελειότητας).
Όμως διατηρεί τη φήμη της ως ο ισχυρότερος διαμορφωτής της εικόνας του Τζον Κένεντι, ως μια παρατηρήτρια της ιστορίας με αγάπη για το μυθιστορηματικό, αλλά συνάμα και η ως απολαυστικότερα αυθεντική, γοητευτική και επιβλητική σύζυγος πολιτικού που θα δούμε ποτέ.
Ποια άλλη θα διάβαζε το «Πόλεμος και Ειρήνη» κατά την εκλογική αναμέτρηση στο Ουισκόνσιν και θα πρότεινε τα «Απομνημονεύματα του Δούκα Σαιν Σιμόν» ως τον καλύτερο οδηγό επιβίωσης για τον Λευκό Οίκο;
Ποια άλλη θα έπειθε τους Αιγυπτίους να παραχωρήσουν τον Ναό του Ντεντούρ, και τους Γάλλους να δανείσουν τη Μόνα Λίζα, και ποια θα «ξέθαβε» το ξεχασμένο ξύλινο γραφείο του βασιλικού πλοίου HMS Resolute για το Οβάλ Γραφείο;
Ποιά άλλη θα μπορούσε να μιλήσει τη μια στιγμή για «αυτόν τον εγωπαθή» τον Ντε Γκολ και την αμέσως επόμενη για τα χαρακτηριστικά του ζωδίου των Διδύμων, όπως του αντρα της; Ποια άλλη θα περιέγραφε έναν ηγέτη κράτους (τον πρόεδρο της Κολομβίας, Αλμπέρτο Γέρας Καμάργκο) ως «Σκανδιναβό στη θλίψη του»;
Εμφανίζεται υπεροπτική απέναντι κυρίως στους εγωκεντρικούς, στους ανίκανους, στους απερίσκεπτους, τους υποκριτές και σε όσους έπασχαν από το εξουσιαστικό σύνδρομο – αλλά και απέναντι σε όποιον πίστευε ότι έβλαπτε τον σύζυγό της ή τα παιδιά της.
Μέχρι κι εγώ πρέπει να συμφωνήσω με την δριμύτητα με την οποία υποστήριξε ότι στον Λευκό Οίκο ταιριάζει καλύτερα η γαλλική κουζίνα από ότι το ιρλανδικό στιφάδο, και πως οι Ιρλανδοί πάσχουν συχνά από «μανία καταδίωξης».
Αγαπούσε τον πατριάρχη Τζο, τον οποίο αποκαλούσε «κύριο Κένεντι», αλλά και «μητέρα τίγρη», μια φράση μπροστά από την εποχή της.
Ο πρόεδρος Κένεντι της είχε πει να μην οργίζεται με τους εχθρούς του την οποιαδήποτε στιγμή, γιατί την επόμενη μπορεί να γίνονταν σύμμαχοι. Αντιμετώπιζε την πολιτική σαν να έπαιζε σκάκι, είπε. Όμως ήταν προστατευτική απέναντι στον Τζον Κένεντι, ο οποίος έπασχε συχνά από σωματικούς πόνους και αντιμετώπιζε αυτό που εκείνη αποκαλούσε σύνδρομο της πρώτης και της δεύτερης Κούβας, και ακόμα πάντα παραφύλαγε έναντι των αντρών – και των γυναικών – που ενδεχομένως να του πήγαιναν κόντρα ή να τον φθονούσαν για τα νιάτα, το σεξαπίλ και την «άνεσή» του.
Υπερασπιζόμενη τον σύζυγό της που κατηγορούνταν ότι ασχολιόταν υπερβολικά με την εικόνα του, περιέγραψε την ευάλωτη θέση στην οποία βρισκόταν όταν κάποιοι από τον περίγυρο του Τζον Κένεντι αναρωτιόνταν μήπως ήταν πολύ «εξωτική» για να αναμειχθεί σε τόσο σκληρά πολιτικά παιχνίδια.
«Πάντα ήμουν ένα μειονέκτημα γι’ αυτόν, μέχρι τη στιγμή που μπήκαμε στο Λευκό Οίκο», είπε στον Σλέσινγκερ. «Και ποτέ δεν μου ζήτησε να αλλάξω ούτε είπε τίποτα σχετικά με αυτό. Όλοι πίστευαν ότι είμαι μια ψηλομύτα από το Νιούπορτ, που είχε φουσκωμένα μαλλιά, γαλλικά ρούχα και που μισούσε την πολιτική… Μερικές φορές έλεγα, «Ω, Τζακ, μακάρι – το ξέρεις ότι σε λυπάμαι που είμαι τόσο αποτυχημένη».
Έτσι, κατέληξε λέγοντας ότι «αυτό δείχνει ότι δεν τον ενδιέφερε η εικόνα του, αλλιώς θα με είχε βάλει να κάνω μια ελαφριά περμανάντ για να μοιάζω την Πατ Νίξον».
Και ήταν τα πάντα εκτός από αποτυχημένη. Η παρουσία της καθήλωνε άτομα από όλο τον κόσμο.
Τότε, στην αυγή του φεμινισμού, δεν είχε διαμορφωθεί ακόμα στην εργαζόμενη γυναίκα, που έδωσε συνέντευξη σε γυναικείο περιοδικό υποστηρίζοντας ότι δεν είναι σωστό για τις γυναίκες να τις ζουν οι άντρες τους.
Ήταν μια γκέισα και υπερηφανευόταν γι’ αυτό, λέγοντας: «Ήταν πραγματικά μια τρομερά βικτοριανή ή ασιατική σχέση αυτή που είχαμε».
Όταν ο Σλέσινγκερ τη σχολίασε ως «Γιαπωνέζα σύζυγο», εκείνη συμφώνησε: «Ναι, αυτή νομίζω πως είναι και οι καλύτερες».
Μπορούσε να γίνει πολύ δηκτική με τις γυναίκες, εφόσον αποκάλεσε την ένθερμη Ίντιρα Γκάντι «μια ξινή, αρκετά καταπιεστική και απαίσια γυναίκα» που έμοιαζε σαν να «είχε ρουφήξει ένα λεμόνι», και υπονόησε με πονηριά ότι η Κλερ Μπουθ Λους ήταν τόσο ανδροπρεπής, που θα πρέπει να ήταν λεσβία.
Έλεγε ότι θεωρούσε κύριο μέλημά της να κάνει τον άντρα της να ξεχνιέται από τα προβλήματα και να τον καθησυχάζει, και να φροντίζει ώστε τα παιδιά να είναι καλοδιάθετα όταν γυρίζει ο πλανητάρχης σπίτι. Δεν έβλεπε τον εαυτό της σαν μια Έλινορ Ρούσβελτ, που θα τον ζάλιζε για κάποιο κρίσιμο πολιτικό ζήτημα.
«Θυμάμαι ότι το είχα πει κάποτε σε μια συνέντευξη», ξαναθυμάται, «όλες αυτές οι γυναίκες – λαμβάναμε πολλά οργισμένα γράμματα – είχε ρωτήσει κάποιος «από πού αντλείτε τις απόψεις σας;» Και εγώ απάντησα, «αντλώ όλες μου τις απόψεις από τον σύζυγό μου.» Το οποίο αληθεύει. Ξέρετε, πώς θα μπορούσα να έχω έστω και μια πολική άποψη; Οι δικές του θα ήταν οπωσδήποτε οι καλύτερες. Και δεν θα μπορούσα ποτέ να φανταστώ τον εαυτό μου να μην ψηφίζει οποιονδήποτε υποστήριζε ο σύζυγός μου.
Όμως η νεαρή Τζάκλιν Κένεντι υποτιμούσε τον εαυτό της εκείνες τις σκοτεινές μέρες του μακρινού παρελθόντος. Είχε πολλές δικές της απόψεις, καυστικές και ιντριγκαδόρικες…