Οταν σκέφτοµαι τα Γιάννενα, σκέφτοµαι πάντα τη λίµνη στις διάφορες εποχές του χρόνου. Ειδικά το φθινόπωρο, όταν αλλάζει το χρώµα των φύλλων στα δέντρα. Τα σηµερινά Γιάννενα έχουν αλλάξει πάρα πολύ και προς το καλύτερο. Αναστήλωσαν παλιά σπίτια και στοές, έφτιαξαν τα πεζοδρόµια, άνοιξαν ωραία καφέ και εστιατόρια. Το όνοµά µου είναι Μαρία Βλάχου και γεννήθηκα το 1970 στα Γιάννενα.
Η µητέρα µου ήταν δασκάλα κι έτσι έµαθα να διαβάζω και να γράφω προτού πάω στην Α’ ∆ηµοτικού. Μικρή θυµάµαι τον εαυτό µου να πηγαίνει από τη µία βιβλιοθήκη στην άλλη. ∆ιάβαζα µε µανία.
Η Αλκη Ζέη και η Πηνελόπη ∆έλτα ήταν οι αγαπηµένες µου. Στο Γυµνάσιο άρχισα να διαβάζω ξένους συγγραφείς – Κανταρέ, Γκιµπράν, Μαχφούζ, Νεσίν. Με τραβούσαν πολύ οι συγγραφείς της Μεσογείου. Από τα παιδικά µου χρόνια θυµάµαι τις εκδροµές στο Καλπάκι. Μερικές φορές µάς πήγαιναν ως την Κακαβιά και βλέπαµε τα ερµητικά κλειστά σύνορα της Αλβανίας, τη νεκρή ζώνη, τους αλβανούς συνοριοφύλακες, τα βουνά στην άλλη πλευρά. Ολα αυτά σού δηµιουργούσαν µια περίεργη αίσθηση. Είχα πάει και σε άλλες χώρες του «σοσιαλιστικού µπλοκ». ∆έκα χρονών πήγα µε τους γονείς µου στη Ρουµανία και στη Βουλγαρία. Τα δικά τους σύνορα δεν ήταν ερµητικά κλειστά, αλλά δεν ήταν κι εύκολο να τα περάσεις. Θυµάµαι ότι στα σύνορα µε τη Βουλγαρία ο συνοριοφύλακας µε ρώτησε: «Εχουν όπλα η µαµά και ο µπαµπάς;»!
Ενιωσα πραγµατικά ότι η πόλη µου βρίσκεται πολύ κοντά στα σύνορα όταν ήρθαν οι πρώτοι αλβανοί πρόσφυγες. Εµοιαζαν σαν να έρχονταν από µιαν άλλη εποχή. Εδειχναν πολύ κουρασµένοι και τα είχαν χαµένα. Ηµουν 21 χρονών τότε και σπούδαζα στο Τµήµα Ιστορίας-Αρχαιολογίας του Πανεπιστηµίου Ιωαννίνων. Αξέχαστα είναι τα ταξίδια που κάναµε τότε στην Αίγυπτο, στην Τουρκία και στο Ισραήλ. Ο χώρος της Μέσης Ανατολής µε µάγεψε και ακόµη µε µαγεύει. Στο τέλος των σπουδών αποφάσισα να κάνω µουσειολογία. Με γοήτευε πάντα η αίσθηση της έκπληξης και της ευχαρίστησης που ένιωθα µέσα σε ένα µουσείο. Στην αρχή ήθελα να πάω να σπουδάσω στην Γαλλία, τελικά επέλεξα το Λονδίνο. Γράφτηκα στο University College London – Institute of Archaeology.
Στο Λονδίνο ο κόσµος όλος άνοιξε µπροστά µου. Ακόµη και σήµερα που δεν ζω πια εκεί το Λονδίνο το νιώθω σαν το σπίτι µου. Εµείς οι Ελληνες όταν βρισκόµαστε στο εξωτερικό έχουµε την τάση να κάνουµε παρέα µεταξύ µας. ∆εν ήθελα να το κάνω αυτό, ήθελα να γνωρίσω καινούργιους, διαφορετικούς, ανθρώπους. Εκανα φίλους από τη Νιγηρία, τη Μάλτα, το Ιράκ, τον Καναδά. Οταν γνωρίζεις έναν άνθρωπο που έρχεται από διαφορετικό πολιτισµό, έχεις την ευκαιρία να ξανακοιτάξεις τον εαυτό σου. Η καθηµερινή τριβή µε τις υπηρεσίες στο Λονδίνο µού έµαθε τι σηµαίνει σεβασµός στον πολίτη. Είδα από την άλλη και τις κραυγαλέες ανισότητες µιας µεγαλούπολης. Από αυτή την άποψη δεν µε εκπλήσσουν οι πρόσφατες ταραχές… Ο Dino, ο σηµερινός µου σύζυγος, ήταν ένας από τους πρώτους ανθρώπους που γνώρισα εκεί. Πορτογάλος εκείνος, έκανε µεταπτυχιακό στη Ναυτική Αρχιτεκτονική και µέναµε στην ίδια φοιτητική εστία.
Το πανεπιστήµιο όπου σπούδασα ήταν πολύ καλά οργανωµένο. Στην αρχή νόµιζα ότι θα πήγαινα να µάθω πώς να παρουσιάζω όµορφα ένα αντικείµενο στην προθήκη. Ανακάλυψα ότι η µουσειολογία είναι µια πολύ πιο πλούσια επιστήµη. Ανακάλυψα το µάρκετινγκ – πράγµα που δεν µου είχε περάσει καν από το µυαλό ότι µπορεί να συνδέεται µε τον πολιτισµό. Τελείωσα το µεταπτυχιακό µου και αποφάσισα να ακολουθήσω τον Dino στη Λισαβόνα. Ο άνδρας µου είναι αξιωµατικός του ναυτικού και µόνο στην Πορτογαλία µπορούσε να δουλέψει. Η Λισαβόνα είναι πανέµορφη. Κάπως «παραµεληµένη», αλλά αυτό δίνει το µαγικό χρώµα στα κτίρια και στις γειτονιές της.
Το µεγαλύτερο «πολιτιστικό σοκ» για µένα στην αρχή ήταν η έλλειψη κεντρικής θέρµανσης. Οτανµπήκα στο σπίτι του άνδρα µου, ρώτησα πού είναι τα καλοριφέρ. Μου εξήγησε ότι δεν υπάρχουν, θεωρούν ότι το κλίµα εί ναι ήπιο και δεν χρειάζονται θέρµανση. Είχαν όµως ηλεκτρικά σώµατα σε όλα τα δωµάτια… Τώρα τα καινούργια διαµερίσµατα στη Λισαβόνα έχουν κεντρική θέρµανση. Τελικά αποδέχθηκαν και οι ίδιοι ότι και ο πορτογαλικός χειµώνας είναι κρύος…
Κατά τα άλλα η προσαρµογή στο άγνωστο περιβάλλον της Λισαβόνας δεν µου ήταν δύσκολη. Ισως επειδή πήγα µε την επιθυµία να προσαρµοστώ. Κάθε µέρα περιπλανιόµουν µε τις ώρες στους δρόµους της πόλης. Μιλούσα µε τους κατοίκους, αν και τα προφορικά µου πορτογαλικά δεν ήταν ακόµη καλά. Παράλληλα άρχισα να ψάχνω για δουλειά. Εκανα περίπου πέντε µήνες για να βρω την πρώτη µου δουλειά. Σε εταιρεία ενοικιάσεων αυτοκινήτων. Ο υπεύθυνος της εταιρείας ήταν Σκωτσέζος και ήταν ευχαριστηµένος που µπορούσε να συνεννοηθεί µε κάποιον που µιλούσε καλά αγγλικά. Τα χρήµατα δεν ήταν πολλά, αλλά µου έδιναν τη δυνατότητα να ταξιδεύω και να αγοράζω βιβλία. Οσο για τον χώρο εργασίας, στην Πορτογαλία δεν ένιωσα ποτέ ξένη. Οι συνάδελφοί µου ξεχνούν µερικές φορές ότι είµαι Ελληνίδα. Το θυµούνται όταν τους λέω πως θα πάω στο σπίτι των γονιών µου στην Ελλάδα.
Τα αγαπηµένα µου µέρη στη Λισαβόνα βρίσκονται στο κοµµάτι δίπλα στο ποτάµι και στις µικρές, γεµάτες δέντρα και λουλούδια, πλατειούλες που εµφανίζονται ξαφνικά µπροστά όταν περιδιαβάζεις την παλιά πόλη. Οι Πορτογάλοι είναι φιλήσυχοι και µαζεµένοι άνθρωποι. Φιλόξενοι µε τον δικό τους τρόπο. Αν και Νότιοι, είναι αρκετά πιο πειθαρχηµένοι από τους Ελληνες. Αυτό φαίνεται και στον τρόπο που αντιµετωπίζουν τη σοβαρή οικονοµική κρίση που περνάνε. Με καρτερικότητα σχεδόν. Νοµίζω ότι αυτή η στωικότητα στην αντιµετώπιση της ζωής και των αλλαγών είναι µέρος της κουλτούρας και του χαρακτήρα τους… Από το 2006 είµαι διευθύντρια Επικοινωνίας στο ∆ηµοτικό Θέατρο της Λισαβόνας. Πήρα τη δουλειά απαντώντας σε µια αγγελία στην εφηµερίδα, κάτι σπάνιο για τον δικό µας χώρο, και όχι µόνο… Οι γνωριµίες παίζουν σηµαντικό ρόλο και στην Πορτογαλία. Στις σηµερινές συνθήκες δεν είναι εύκολο να ασχοληθείς µε τον πολιτισµό. Η καινούργια κυβέρνηση κατάργησε το υπουργείο Πολιτισµού – µε την αιτιολογία ότι ο πολιτισµός αφορά όλους τους χώρους δράσης της κυβέρνησης και έτσι είναι ευθύνη του ίδιου του πρωθυπουργού. Κατά τη γνώµη µου, αυτό είναι ένα σοβαρότατο λάθος.
Τα σηuni03BCάδια της οικονοuni03BCικής κρίσης είναι ορατά στην Πορτογαλία. Εκείνοι που το νιώθουν πιο πολύ, φυσικά, είναι οι φτωχοί και οι απροστάτευτοι. Οι πορτογάλοι φίλοι uni03BCου uni03BCε ρωτούν συχνά τι συuni03BCβαίνει στην Ελλάδα. Τη βλέπουν σαν έναν καθρέφτη και ανησυχούν uni03BCήπως η βαριά κατάσταση που υπάρχει στην Ελλάδα φθάσει και εκεί. Τώρα τον Σεπτέuni03BCβριο θα ανακοινωθούν τα καινούργια uni03BCέτρα λιτότητας από την κυβέρνηση. Ολοι τα περιuni03BCένουν uni03BCε αγωνία, αλλά και uni03BCε αυτόν τον στωικό, σχεδόν uni03BCοιρολατρικό, τρόπο των Πορτογάλων. Οσο για το uni03BCέλλον uni03BCου, το βλέπω στην Πορτογαλία, κυρίως λόγω της δουλειάς του άνδρα uni03BCου. Εχουuni03BCε έναν γιο που είναι δίγλωσσος – uni03BCιλάει ελληνικά και πορτογαλικά. Εκείνος uni03BCεγαλώνει διαφορετικά, νιώθει σπίτι του και την Πορτογαλία και την Ελλάδα, αλλά uni03BCε έναν τρόπο διαφορετικό από τον δικό uni03BCου. Οι δυνατότητες που έχει είναι uni03BCεγαλύτερες και διαφορετικές από εκείνες που είχαuni03BCε εuni03BCείς, όπως και οι κίνδυνοι και οι δυσκολίες. Το ταξίδι τι uni03BCου έuni03BCαθε; Με εuni03BCπλούτισε ως άνθρωπο, uni03BCε έκανε uni03BCια πολίτιδα του κόσuni03BCου και συνειδητά Ελληνίδα.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ