Η κυβέρνηση αποδέχθηκε την πρόταση της τρόικας για επέκταση της «εργασιακής εφεδρείας» και στις «παρυφές» του στενού δημόσιου τομέα, παρ΄ ότι διατυπώνονται ενστάσεις κατά πόσον μπορεί να εφαρμοστεί. Και αυτό γιατί προσκρούει στη συνταγματική κατοχύρωση της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων, η οποία δεν μπορεί να υπερκερασθεί, τουλάχιστον ως την προσεχή αναθεώρηση του Συντάγματος.
Γεγονός είναι πάντως ότι για το 90% περίπου του προσωπικού που τίθεται σε καθεστώς «εργασιακής εφεδρείας» δεν υπάρχει επαρκής διασφάλιση ότι δεν θα απολυθεί. Ο κ. Ρέππας πάντως στη συνάντηση που είχε με την τρόικα δεν συζήτησε θέμα απολύσεων των δημοσίων υπαλλήλων.
Δεσμεύθηκε ωστόσο ότι η κυβέρνηση ως το τέλος του έτους θα θέσει σε πλήρη ισχύ ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα διαρθρωτικών αλλαγών με κύριο στόχο «ένα κράτος που δεν θα είναι σπάταλο, γραφειοκρατικό και εχθρικό προς τις επιχειρήσεις και τον πολίτη». «Ως τις 30 Σεπτεμβρίου 2011», τους διαβεβαίωσε, «μετά και την έκθεση αξιολόγησης του ΟΟΣΑ,θα είναι έτοιμο το επιχειρησιακό προσχέδιο για το επιτελικό κράτος». Αυτό αναζωπύρωσε τα σενάρια για απολύσεις των δημοσίων υπαλλήλων που θα παραμείνουν χωρίς αντικείμενο μετά την απώλεια των οργανικών τους θέσεων που θα επιφέρει η αναδιάρθρωση του κράτους. «Είναι η μόνη διέξοδος που αίρει τα συνταγματικά εμπόδια» επισημαίνουν στελέχη του Δημοσίου, «καθώς η παραμονή των υπαλλήλων στο Δημόσιο εξαρτάται από τη διατήρηση ή μη των οργανικών τους θέσεων».
Η έκθεση του ΟΟΣΑ, σύμφωνα με πληροφορίες του «Βήματος», αποτελεί καταπέλτη για τη δημόσια διοίκηση στη χώρα μας. Στη σχετική «ατζέντα» έχουν συμπεριληφθεί ευρείες συγχωνεύσεις και καταργήσεις υπηρεσιών, η σύνδεση της απόδοσης ολόκληρων τομέων του Δημοσίου με τα χρήματα τα οποία δαπανούν από τον κρατικό προϋπολογισμό (από την απόδοσή τους, με άλλα λόγια, θα εξαρτάται η χρηματοδότησή τους), η καθιέρωση συγκεκριμένων δεικτών αποδοτικότητας για τους υπαλλήλους και κυρίως για τα στελέχη (προϊστάμενοι, διευθυντές, γενικοί διευθυντές), η θέσπιση νέων κριτηρίων για την κατάληψη των θέσεων ευθύνης, η αλλαγή της διαδικασίας προσλήψεων προσωπικού κ.λπ.
«Κλειδί» για τη μείωση των μισθολογικών δαπανών και την ανανέωση του δημόσιου τομέα, που χαρακτηρίζεται ως «γερασμένος και μη αποδοτικός», ο ΟΟΣΑ θεωρεί την κατάργηση της μονιμότητας, τουλάχιστον για τους νεοπροσλαμβανόμενους, με ταυτόχρονη καθιέρωση ενός νέου συστήματος προσλήψεων. Σύμφωνα με αυτό, το προσωπικό θα είναι αυστηρά επιλεγμένο, όχι μόνο με διαδικασίες που έχουν σχέση με την κατοχύρωση της αξιοκρατίας και της διαφάνειας, αλλά και με βάση τις ανάγκες που προκύπτουν για κάθε φορέα.
Συγκεκριμένα, ο ΟΟΣΑ στην έκθεσή του διαπιστώνει ότι οι μισθολογικές δαπάνες στη χώρα μας εκτινάχθηκαν στα ύψη την τελευταία δεκαετία- με αποκορύφωμα το 2009. Η παραγωγικότητα του δημόσιου τομέα, παρά ταύτα, παρέμεινε σε χαμηλά επίπεδα. «Χαμηλά και μεσαία στελέχη των δημοσίων υπαλλήλων», επισημαίνεται χαρακτηριστικά, «έχουν υψηλότερους μισθούς απ΄ ό,τι οι εργαζόμενοι με τα ίδια προσόντα και θέσεις στον ιδιωτικό τομέα, αν και εργάζονται κατά μέσον όρο λιγότερες ώρες και διαθέτουν αυξημένη εργασιακή ασφάλεια».
«ΝΑ ΤΕΡΜΑΤΙΣΤΕΙ Η ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ»
Η πρόταση του Οργανισμού για άρση της μονιμότητας είναι αλήθεια ότι διατυπώνεται με κομψό και διπλωματικό τρόπο. «Το καθεστώς για τους νεοπροσλαμβανόμενους δημοσίους υπαλλήλους θα πρέπει να τροποποιηθεί, ιδίως με τον τερματισμό τής διά βίου “ασφάλειας της εργασίας”» καταλήγει,αφήνοντας με αυτόν τον τρόπο και όλα τα σενάρια ανοιχτά για την κυβέρνηση.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ